·
«Η κυβέρνηση Τσίπρα προχωρά με αποφασιστικά βήματα στην επίλυση του ονοματολογικού ζητήματος με τη πΓΔΜ».
· «Έχει δημιουργηθεί ένα ιστορικό ‘παράθυρο ευκαιρίας’ και μια θετική συγκυρία για την οριστική επίλυση τους ζητήματος».
· Άρθρο του Δημήτρη Παπαδημούλη στο γαλλικό δίκτυο ενημέρωσης «Mediapart».
Άρθρο του Αντιπροέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και επικεφαλής της αντιπροσωπείας του ΣΥΡΙΖΑ, Δημήτρη Παπαδημούλη, φιλοξενεί το γαλλικό δίκτυο ενημέρωσης «Mediapart» για τις διαπραγματεύσεις μεταξύ Ελλάδας και πΓΔΜ για το ονοματολογικό ζήτημα.
O Δημήτρης Παπαδημούλης σημείωσε αρχικά ότι «η κυβέρνηση Τσίπρα και η νέα κυβέρνηση Ζάεφ προχωρούν με αποφασιστικά βήματα στην οριστική επίλυση της διαμάχης επί της ονομασίας της πΓΔΜ, έπειτα από 25 χρόνια λανθασμένων χειρισμών και κωλυσιεργίας των προηγούμενων κυβερνήσεων των δύο χωρών», προσθέτοντας ότι «έχει δημιουργηθεί ένα ιστορικό ‘παράθυρο ευκαιρίας’ και μια θετική συγκυρία για την οριστική επίλυση τους ζητήματος».
Ο Αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου τόνισε ότι «η ΕΕ, μέσω των αρμόδιων Επιτρόπων Μογκερίνι και Χαν, οι ΗΠΑ και η διεθνής κοινότητα υποστηρίζουν τις διαπραγματευτικές διαδικασίες», υπογραμμίζοντας πως μια σοβαρή, συμβιβαστική λύση θα μπορούσε να «’ξεμπλοκάρει’ μια σειρά ζητημάτων».
Το πρώτο ζήτημα, όπως προσθέτει ο Δημήτρης Παπαδημούλης, αφορά «στην ενίσχυση της σταθερότητας στα Βαλκάνια, και ιδιαίτερα στα Δυτικά Βαλκάνια, όπου επί δεκαετίες υποφέρουν από αλυτρωτικές επιδιώξεις λαϊκιστικών κυβερνήσεων και εθνικισμούς που δυσκολεύουν το διάλογο, καθώς και στην αντιμετώπιση του κινδύνου αναζωπύρωσης του αλβανικού εθνικισμού».
Το δεύτερο ζήτημα αφορά στο «ρόλο της βουλγαρικής Προεδρίας του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για την ενίσχυση της ευρωπαϊκής προοπτικής των Δυτικών Βαλκανίων», ενώ το τρίτο ζήτημα αφορά στις «οικονομικές σχέσεις και στα οφέλη που μπορούν να αποκομίσουν όλες οι πλευρές, καθώς τόσο η πΓΔΜ, όσο και η Αλβανία επιθυμούν την εντατικοποίηση των εμπορικών και επενδυτικών σχέσεων με την Ελλάδα και την ΕΕ».
Ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ τόνισε, τέλος, ότι «το εθνικό συμφέρον επιβάλλει να κλείσουμε εκκρεμή ζητήματα και μέτωπα, και με τη συμβολή των Ευρωπαίων εταίρων μας, να χαράξουμε ένα νέο μέλλον για την περιοχή, μακριά από τα φαντάσματα, τους ανορθολογισμούς και τα αδιέξοδα του παρελθόντος».
Το link από την συνέντευξη: http://bit.ly/2GXnXCE
Ακολουθεί το άρθρο στα ελληνικά:
Η σταθερότητα στα Δυτικά Βαλκάνια είναι βασική επιδίωξη της Ελλάδας
Η κυβέρνηση Τσίπρα και η νέα κυβέρνηση Ζάεφ προχωρούν με αποφασιστικά βήματα στην οριστική επίλυση της διαμάχης επί της ονομασίας της πΓΔΜ, έπειτα από 25 χρόνια λανθασμένων χειρισμών και κωλυσιεργίας των προηγούμενων κυβερνήσεων των δύο χωρών.
Έχει δημιουργηθεί ένα ιστορικό «παράθυρο ευκαιρίας» και μια θετική συγκυρία για την οριστική επίλυση τους ζητήματος, κάτι που επαληθεύεται τόσο από τη στάση της κυβέρνησης Ζάεφ, όσο και από την υποστήριξη των διαπραγματεύσεων από την ΕΕ, τις ΗΠΑ και συνολικά από τη διεθνή κοινότητα.
Η Κομισιόν, μέσω των αρμοδίων Επιτρόπων Μογκερίνι και Χαν, όσο και το σύνολο σχεδόν των πολιτικών ομάδων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στηρίζουν τις διαπραγματεύσεις που διεξάγονται υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών, αλλά και διμερώς, και ενισχύουν το θετικό κλίμα των συνομιλιών. Δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένη η εξεύρεση λύσης, ωστόσο η συγκυρία είναι ευνοϊκή, γεγονός που μπορεί να διευκολύνει την προσπάθεια αναζήτησης μιας σοβαρής συμβιβαστικής λύσης, που θα «ξεμπλοκάρει» μια σειρά ζητημάτων.
Το πρώτο ζήτημα έχει να κάνει με την ενίσχυση της σταθερότητας στα Βαλκάνια, και ιδιαίτερα στα Δυτικά Βαλκάνια, όπου επί δεκαετίες υποφέρουν από αλυτρωτικές επιδιώξεις λαϊκιστικών κυβερνήσεων και εθνικισμούς που δυσκολεύουν το διάλογο, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την κυβέρνηση Γκρουέφσκι στη πΓΔΜ. Την ίδια στιγμή, μια θετική λύση στο ονοματολογικό θα έβαζε τέλος στον κίνδυνο αναζωπύρωσης του αλβανικού εθνικισμού, θα διασφάλιζε την εδαφική ακεραιότητα της πΓΔΜ, και θα καθιστούσε την Ελλάδα πυλώνα σταθερότητας και ειρήνης που μπορεί να αναγνωρίζει και να διευθετεί διπλωματικά μείζονα ζητήματα στην περιοχή. Σε αυτό το πλαίσιο, παράλληλα με τις διαπραγματεύσεις με την πΓΔΜ, η ελληνική κυβέρνηση επιδιώκει να χτίσει γέφυρες εμπιστοσύνης με την αλβανική κυβέρνηση, βρισκόμενη σε ανοιχτό διάλογο για διμερή ζητήματα και συμβάλλοντας στην ευρωπαϊκή προοπτική των Τιράνων.
Το δεύτερο ζήτημα αφορά στο ρόλο της βουλγαρικής Προεδρίας του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για την ενίσχυση της ευρωπαϊκής προοπτικής των Δυτικών Βαλκανίων. Ελλάδα και Βουλγαρία έχουν αναπτύξει σχέσεις συνεργασίας, με το αποτύπωμα αυτής της συνεργασίας να μπορεί να φανεί και στο ζήτημα των διαπραγματεύσεων για το ονοματολογικό, αλλά και στην ευρύτερη στρατηγική της ΕΕ στην περιοχή. Η οριστική επίλυση των ζητημάτων που εκκρεμούν, η ενίσχυση του κράτους δικαίου, η προώθηση δημοκρατικών μεταρρυθμίσεων και η πλήρης εφαρμογή των κριτηρίων ένταξης επαφίεται και στη βουλγαρική Προεδρία, αλλά και στη χώρα μας ως καθοριστικό πολιτικό και διπλωματικό δρώντα στην περιοχή.
Το τρίτο ζήτημα αφορά στις οικονομικές σχέσεις και στα οφέλη που μπορούν να αποκομίσουν όλες οι πλευρές. Τόσο η πΓΔΜ, όσο και η Αλβανία επιθυμούν την εντατικοποίηση των εμπορικών και επενδυτικών σχέσεων με την Ελλάδα και την ΕΕ, όσο και τη διαμόρφωση ενός υγιούς επενδυτικού περιβάλλοντος που θα τονώσει την εσωτερική αγορά, θα μειώσει τους δείκτες ανεργίας, θα αυξήσει τους δείκτες ανάπτυξης και θα καταπολεμήσει τη φτώχεια. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και η προοπτική των σχέσεων συνεργασίας στο τομέα της ενεργειακής πολιτικής και των ευκαιριών που ανοίγονται για να καταστούν τα Βαλκάνια, με πυρήνα την Ελλάδα, ένας ισχυρός ενεργειακός κόμβος που θα συνδέεται με την κεντρική και δυτική Ευρώπη.
Σε αυτό το περιβάλλον, το εθνικό συμφέρον επιβάλλει να κλείσουμε εκκρεμή ζητήματα και μέτωπα, και με τη συμβολή των Ευρωπαίων εταίρων μας, να χαράξουμε ένα νέο μέλλον για την περιοχή, μακριά από τα φαντάσματα, τους ανορθολογισμούς και τα αδιέξοδα του παρελθόντος.
08.02.2018 Γραφείο Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ