Hellenic Cypriot Press Agency

Τρίτη 27 Σεπτεμβρίου 2022

Συνέντευξη του Προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ Προοδευτική Συμμαχία, Αλέξη Τσίπρα, στο iEnergeia.gr και στον δημοσιογράφο Βασίλη Σκουρή

 


Συνέντευξη του Προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ Προοδευτική Συμμαχία, Αλέξη Τσίπρα, στο iEnergeia.gr και στον δημοσιογράφο Βασίλη Σκουρή





Η ενεργειακή κρίση μαστίζει ολόκληρο τον κόσμο και ιδιαίτερα την Ευρώπη. Ωστόσο εδώ και έναν χρόνο επιμένετε να κατηγορείτε την κυβέρνηση για τις επιπτώσεις της. Τελικά έφερε ο κ. Μητσοτάκης την ενεργειακή κρίση πανευρωπαϊκά;



Την ενεργειακή κρίση πανευρωπαϊκά τη δημιούργησε η ραγδαία αύξηση της ζήτησης σε συνδυασμό με τον περιορισμό της προσφοράς, που επέτεινε ο πόλεμος στην Ουκρανία και η σχεδόν καθολική εξάρτηση της Ευρώπης από το Ρωσικό αέριο. Ωστόσο η κρίση αυτή μεγεθύνθηκε δυσανάλογα στην Ελλάδα και οι συνέπειές της πολλαπλασιάστηκαν εξαιτίας των επιλογών και της εσκεμμένης αδράνειας της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Η βίαιη και χωρίς σχέδιο απολιγνιτοποίηση, που στην πραγματικότητα ήταν η βίαιη πρόσδεση του ενεργειακού μας μείγματος αποκλειστικά στο εισαγόμενο φυσικό αέριο. Η επιλογή της ιδιωτικοποίησης της ΔΕΗ την ώρα που ξεκινούσε η καταιγίδα. Η ανοχή στην αισχροκέρδεια των παραγωγών ενέργειας. Η ατολμία να διεκδικήσει και για την Ελλάδα την αποσύνδεση της τιμής του ρεύματος από την τιμή φυσικού αερίου, όπως έκαναν οι χώρες της Ιβηρικής. Η ολιγοπωλιακή και ρηχή ελληνική αγορά σε συνδυασμό με την απουσία προθεσμιακής αγοράς ηλεκτρικού ρεύματος και η δογματική επιμονή της μη παρέμβασης του κράτους. Όλα αυτά μαζί έφεραν την Ελλάδα με ενεργειακό πληθωρισμό σχεδόν διπλάσιο από αυτόν του μέσου ευρωπαϊκού όρου. Και σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Κομισιόν τις μεγαλύτερες αυξήσεις στην τιμή του ρεύματος για τις επιχειρήσεις και τις τρίτες μεγαλύτερες αυξήσεις για τα νοικοκυριά.

Αυτή είναι η ακρίβεια που έχει την υπογραφή Μητσοτάκη.



Η κυβέρνηση μέχρι στιγμής ισχυρίζεται ότι έχει δώσει πάνω από 10 δις. για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης και την επιδότηση των λογαριασμών για τα νοικοκυριά, αλλά εσείς της ασκείτε σφοδρότατη κριτική. Θέλω να σας ρωτήσω κ. Τσίπρα, είναι λίγα;



Όχι, είναι πάρα πολλά για να πηγαίνουν στις τσέπες της ιδιωτικοποιημένης ΔΕΗ και τεσσάρων ακόμα μεγάλων ιδιωτικών ομίλων στην ενέργεια. Με αυτά τα χρήματα θα είχαμε αγοράσει πέντε φορές το σύνολο των μετοχών της ΔΕΗ. Άρα η κυβέρνηση συνειδητά επέλεξε να σπαταλήσει δημόσιο χρήμα προκειμένου να αφήνει αλώβητο το μηχανισμό της αισχροκέρδειας και ταυτόχρονα να μην λύνει το πρόβλημα για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις που έχουν γονατίσει.



Δηλαδή θεωρείτε ότι το ράλι των τιμών και η αισχροκέρδεια ήταν μια συνειδητή επιλογή;



Ναι, και θα σας το τεκμηριώσω με στοιχεία. Πολύ πριν καν ξεσπάσει η ενεργειακή κρίση, ο κ. Μητσοτάκης είχε δώσει σαφή δείγματα γραφής για τις προτεραιότητές του. Ήδη από τον Αύγουστο του 2019, μόλις λίγες μέρες μετά την ανάληψη της διακυβέρνησης, ο κ. Χατζηδάκης τότε ως υπουργός ανακοίνωσε αύξηση 500 εκατ. ευρώ στα τιμολόγια της ΔΕΗ. Με τον τρόπο αυτό ήδη από το 2019 ξεκίνησε ένα ράλι ανόδου στις τιμές ρεύματος, καθώς η ΔΕΗ άνοιξε την όρεξη και για τους ιδιώτες παρόχους. Τότε ξεκίνησε επί της ουσίας τις εναρμονισμένες πρακτικές του το καρτέλ της ενέργειας, με τη ΔΕΗ δυστυχώς σε ρόλο πρωταγωνιστή και με τη μερίδα του λέοντος των υπερκερδών.

Αργότερα, από το ξέσπασμα της ενεργειακής κρίσης, η κυβέρνηση το μόνο που κάνει είναι να επιδοτεί την αισχροκέρδεια. Να παίρνει δηλαδή χρήματα από τις τσέπες των φορολογουμένων μέσα από τα δημόσια ταμεία και τους λογαριασμούς και να τα δίνει στις τσέπες των παρόχων ενέργειας. Προσέξτε, το κόστος των τιμολογίων δεν έχει αλλάξει, αντίθετα αυξάνεται ακόμη περισσότερο. Το μόνο που αλλάζει είναι ότι οι πολίτες πληρώνουν ένα μέρος του σε αυτό που αναγράφεται στους λογαριασμούς και ένα άλλο μεγάλο μέρος τους μέσα από τις φορολογικές επιβαρύνσεις τους, που ακριβώς λόγω της ακρίβειας και του πληθωρισμού έχουν εκτοξευθεί και τις άδικες χρεώσεις προηγούμενων μηνών που θα μπορούσαν να έχουν αποφευχθεί, Μόνο στο τελευταίο 8μηνο σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία οι πολίτες έχουν πληρώσει 7 δις. περισσότερα στο Δημόσιο. Αυτά τα 7 δις. περισσότερα φορολογικά έσοδα, για τα οποία επαίρεται η κυβέρνηση, είναι τα χρήματα που φεύγουν από τις τσέπες των πολιτών κυρίως μέσα από τον ΦΠΑ και τον ΕΦΚ στα καύσιμα που έχουν εκτοξευθεί λόγω της διαρκούς ανόδου των τιμών, και πηγαίνουν στις τσέπες των παρόχων.

Με λίγα λόγια, η κυβέρνηση εδώ και ένα χρόνο «ταΐζει» το μηχανισμό της αισχροκέρδειας με τη φορολογική αφαίμαξη των πολιτών από τους έμμεσους φόρους. Πρόκειται για μία συνειδητή, στρατηγική επιλογή του κ. Μητσοτάκη, ακριβώς επειδή δεν τολμά να προχωρήσει στις απαιτούμενες κινήσεις που θα μειώσουν πραγματικά το κόστος της ενέργειας, αλλά έρχονται σε σύγκρουση με τα συμφέροντα του καρτέλ.

Πριν από ένα χρόνο ακριβώς από το βήμα της ΔΕΘ είχα προειδοποιήσει για το επερχόμενο τσουνάμι ακρίβειας και ενεργειακού κόστους και την άμεση από τότε ανάγκη λήψης μίας δέσμη μέτρων: ρυθμιστικών – δημοσιονομικών – ελεγκτικών. Η απάντηση της Κυβέρνησης τότε και για τους επόμενους μήνες ήταν ότι οι αγορές λειτουργούν τέλεια, ουδέν μέτρο χρειάζεται, και ότι το φαινόμενο της ακρίβειας είναι εντελώς παροδικό. Η Κυβέρνηση όχι μόνο δεν προχώρησε στη λήψη μέτρων αλλά αντίθετα: Πρώτον, ενεργοποίησε στη ΔΕΗ τη «ρήτρα αναπροσαρμογής» με αναφορά στις χονδρεμπορικές τιμές που στη συνέχεια πήρε φωτιά, την οποία ακολούθησε και η υπόλοιπη αγορά. Δεύτερον, προχώρησε σε μείωση της συμμετοχής του Δημοσίου στη ΔΕΗ. Τρίτον, συνήψε ομολογιακό δάνειο της ΔΕΗ με ρήτρα (penalty) χρήσης λιγνίτη. Τέταρτον, απαξίωσε τις Ανεξάρτητες Αρχές. Πέμπτον, αρνιόταν να ενεργοποιήσει τις λιγνιτικές μονάδες για να μειώσει τις τιμές δηλώνοντας ψευδώς ότι οι αντίστοιχες μονάδες φυσικού αερίου παράγουν φθηνότερο ηλεκτρικό ρεύμα. Έκτον, συνέδεσε τη τιμή εισαγωγής του ρωσικού φυσικού αερίου με τον Ολλανδικό Χρηματιστηριακό Κόμβο TTF κατά 80% - άρα απέτυχε στη διαπραγμάτευση σε αντίθεση με τη Βουλγαρία που πέτυχε καλύτερη αναλογία πετρελαίου – χρηματιστηριακών κόμβων με αποτέλεσμα να πληρώνουμε κατά 30% ακριβότερα το ρωσικό φυσικό αέριο. Και έβδομον, αρνήθηκε την ύπαρξη των υπερκερδών των ενεργειακών εταιρειών, ενώ ακόμη και μετά την κατακραυγή και το πόρισμα της ΡΑΕ προσπάθησε να μειώσει όσο το δυνατόν τη φορολογητέα ύλη για να μην επιβαρυνθούν όσοι καρπώθηκαν δυσθεώρητα οφέλη μέσα στην κρίση.



Στη ΔΕΘ παρουσιάσατε μία σειρά από μέτρα για τη «δραστική μείωση των λογαριασμών». Είναι ρεαλιστικές και κοστολογημένες οι προτάσεις σας, όπως η αποσύνδεση της τιμής του ρεύματος από αυτήν του φυσικού αερίου ή η επανακρατικοποίηση της ΔΕΗ; Και αν είναι, γιατί δεν τις υιοθετεί η κυβέρνηση;



Στη ΔΕΘ πρότεινα - με συνέχεια και συνέπεια - την υιοθέτηση μιας ολοκληρωμένης, κοστολογημένης και συνεκτικής δέσμης μέτρων: δημοσιονομικών, ρυθμιστικών και μέτρων ελέγχου και εποπτείας. Μεταξύ αυτών, η ανάκτηση του ποσοστού του Δημοσίου στο μετοχικό κεφάλαιο της ΔΕΗ, η θέσπιση ανώτατου συντελεστή κέρδους 5% στην παραγωγή ενέργειας, η φορολόγηση 90% - πραγματική και όχι πλασματική - των υπερκερδών των ενεργειακών εταιρειών και μία διπλή ρυθμιστική παρέμβαση στη λειτουργία της αγοράς και στα δύο επίπεδα χονδρεμπορικής – λιανικής. Παρέμβαση στην λειτουργία του Χρηματιστηρίου Ενέργειας με αποσύνδεση της υψηλής τιμής χονδρεμπορικής ρεύματος από το φυσικό αέριο και προώθηση σταθερών συμβολαίων, κατ’ αντιστοιχία όπως διεκδίκησαν και πέτυχαν η Ισπανία και η Πορτογαλία σε κοινοτικό επίπεδο αλλά όχι ο κ. Μητσοτάκης. Και φυσικά, η προστασία από τις αποκοπές ειδικά για τους ευάλωτους καταναλωτές καθώς έχουμε έκρηξη των αιτημάτων αποκοπών που ανέρχονται σε πάνω από 300.000, καθώς και επιβολή διατίμησης και μείωση του ΕΦΚ καυσίμων και ΦΠΑ στα βασικά τρόφιμα.

Ο μηχανισμός για τη δήθεν παρακράτηση των υπερκερδών «στην πηγή» που θέσπισε όψιμα μετά από ένα χρόνο η Κυβέρνηση τον περασμένο Ιούλιο εξακολουθεί να επιτρέπει τεράστιο περιθώριο κέρδους στη ΔΕΗ και στους άλλους ηλεκτροπαραγωγούς. Στην πραγματικότητα μέσω του ανεπαρκούς αυτού μηχανισμού νομιμοποιούνται τα υπερκέρδη των εταιρειών. Επιπλέον, η Κυβέρνηση αποκρύπτει ότι κάποιοι σήμερα εξακολουθούν να καρπώνονται υπερκέρδη στη λιανική απολαμβάνοντας μεγαλύτερο profit και σε σύγκριση με τη «ρήτρα αναπροσαρμογής» που υποτίθεται θα καταργούσε. Μια στιβαρή ρυθμιστική παρέμβαση περιορισμού των κερδών και διατίμησης δεν βασίζεται στην κάλυψη και τη χρηματοδότηση ολόκληρου του ρίσκου και των κερδοσκοπικών χρηματιστηριακών παιχνιδιών από το Κράτος. Αυτή είναι η διαφορά μας σε σχέση με τα μέτρα της Κυβέρνησης: η δίκαιη πρόταση δεν βασίζεται στην χρηματοδότηση από το δημόσιο κορβανά, αλλά από την δικαιότερη και αναλογικότερη κατανομή των βαρών σε αυτούς που μπορούν και οφείλουν να περιορίζουν τα κέρδη τους και να προχωρήσουν σε διαχείριση ρίσκου, αντί να μετακυλίουν όλους τους κινδύνους και τις επιπλέον προσαυξήσεις στον τελευταίο και πλέον ευάλωτο κρίκο, τον Έλληνα καταναλωτή και τη μικρομεσαία επιχείρηση. Είπαμε: δικαιοσύνη παντού. Και στο ενεργειακό κόστος.

Να το πούμε απλά, η Πολιτεία οφείλει να ελέγχει και να ρυθμίζει την αγορά ενέργειας και να εξασφαλίζει πρόσβαση σε φτηνή και καθαρή ενέργεια σε όλους τους καταναλωτές, κάτι που σημαίνει ότι η ενέργεια ως κοινωνικό και παραγωγικό αγαθό δεν διατίθεται για κερδοσκοπία, πολύ περισσότερο εφόσον είμαστε στο μέσο μιας μείζονος ενεργειακής κρίσης που φέρνει ενεργειακή φτώχεια

Αναφορικά με τη ΔΕΗ, η επαναφορά του δημοσίου χαρακτήρα της με κοινωνικό και αναπτυξιακό ρόλο είναι βασική προτεραιότητά μας. Η ΔΕΗ θα επανακρατικοποιηθεί, αυτή τη φορά θα χάσουν τα συμφέροντα, οι πολίτες έχουν ήδη χάσει πολλά. Θα κληθεί να παίξει το ρόλο που της αρμόζει από το καταστατικό και το νόμο ως πυλώνας ενεργειακής ασφάλειας αλλά και ως εταιρεία κοινής ωφέλειας χωρίς υπερκέρδη και χρηματιστηριακά παιχνίδια. Δεν νοούνται υπερ-κέρδη - ούτε καν κέρδη – για μία δημόσια επιχείρηση εν μέσω κρίσης. Γαλλία και Γερμανία προχώρησαν ήδη την πλήρη κρατικοποίηση των ενεργειακών εταιρειών EDF και Uniper και εδώ ο Μητσοτάκης ομνύει στην αυτορρύθμιση της ελεύθερης αγοράς. Πλέον όλοι έχουν καταλάβει ότι η αυτορρύθμιση της αγοράς του κ. Μητσοτάκη στην ενέργεια μυρίζει βίαιη φτωχοποίηση, μείωση εισοδημάτων και κέρδη δισεκατομμυρίων για πολύ λίγους.



Γιατί επιμένετε – και με τι δημοσιονομικό κόστος - στην επανακρατικοποίηση της ΔΕΗ; Με το 34% που έχει σήμερα το Δημόσιο δεν μπορεί να επιβάλλει τις πολιτικές της η εκάστοτε κυβέρνηση;



Πραγματικά Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού και Αερίου δεν σημαίνει ούτε κακοδιοίκηση, ούτε κακοδιαχείριση. Σημαίνει χρηστή λειτουργία χάριν του δημοσίου συμφέροντος με εξορθολογισμό δαπανών αλλά και κερδών. Σας το είπα και πριν. Δεν γίνεται σε όλο τον κόσμο να κρατικοποιούνται ενεργειακοί κολοσσοί για να συγκρατηθούν οι τιμές και εδώ να ξεπουλάμε όσο-όσο σε διάφορα funds φίλων μας. Ούτε γίνεται να πανηγυρίζουμε για μια αποκρατικοποίηση για την οποία το Δημόσιο έβαλε 100 εκατομμύρια στην ΑΜΚ για να χάσει το 17% της πιο σημαντικής του εταιρείας. Αυτό είναι πρωτοφανές σε παγκόσμια κλίμακα. Ούτε επίσης να πανηγυρίζουμε για τα δήθεν 2 δις που θα απέφερε η αποκρατικοποίηση όταν το Δημόσιο έχει δώσει ήδη πάνω από 10 δις. για να συγκρατήσει τους λογαριασμούς. Είναι ο απόλυτος παραλογισμός. Και οικονομικά, και κοινωνικά και πολιτικά.

Εμείς λοιπόν πιστεύουμε στην κρατική παρέμβαση. Το λέω ξεκάθαρα. Πιστεύουμε, μπορούμε και θα το κάνουμε, να υπηρετήσουμε ένα εντελώς διαφορετικό μοντέλο. Που θα επαναφέρει το «Δ» στη ΔΕΗ και μαζί με αυτό και τον κοινωνικό σκοπό της λειτουργίας της για το δημόσιο συμφέρον. Δεν είναι δυνατόν η ΔΕΗ να καταγράφει ακραία υπερκέρδη εν μέσω ενεργειακής κρίσης. Δεν είναι δυνατόν τα γαλάζια goldenboys που τη διοικούν να μοιράζονται ιλιγγιώδεις μισθούς και bonus εκατομμυρίων. Δεν είναι δυνατόν να επιχειρείται επανειλημμένως η χειραγώγηση της τιμής της εταιρείας στο χρηματιστήριο με προγράμματα αγοράς ιδίων μετοχών. Γιατί όλα αυτά τα πληρώνει ο καταναλωτής μέσα σε μία κρίση που καθιστά υπαρξιακό πλέον το πρόβλημα τόσο για τα νοικοκυριά όσο και για τις επιχειρήσεις.

Η επαναφορά, λοιπόν, του πλειοψηφικού 51% στο Δημόσιο καθιστά αδιαμφισβήτητη και ουσιαστική την ισχύ του Δημοσίου και μπορεί να βάλει τη Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού στη ρότα της λειτουργίας υπέρ του δημοσίου συμφέροντος. Μία τέτοια εμβληματική πρωτοβουλία στέλνει ένα καθαρό μήνυμα και υπογραμμίζει εμφατικά την ισχυρή βούλησή μας για το ποιος θα κάνει κουμάντο στην εταιρία, για το ποιες θα είναι οι προτεραιότητές της. Και πιστέψτε με, τα μερίσματα των μετόχων και το ρεσάλτο στα ταμεία της από τους εκατοντάδες χρυσοκάνθαρους, δεν θα είναι σε αυτές.



Βλέπουμε ότι παρά τις αρχικές επιλογές της κυβέρνησης για επίσπευση στο θέμα της απολιγνιτοποίησης, αυτή τη στιγμή υπάρχει μία μεγάλη συζήτηση για επιστροφή στο λιγνίτη λόγω της έκρηξης της τιμής του φυσικού αερίου. Είστε υπέρ της επιστροφής στο λιγνίτη;


Είμαι υπέρ της απανθρακοποίησης και βεβαίως υπέρ της σταδιακής, προγραμματισμένης και με σχέδιο πραγματικής μετάβασης σε καθαρά καύσιμα, όπως προέβλεπε και το σχέδιο μας το ΕΣΕΚ του 2018, που ήταν σύμφωνο με τους ευρωπαϊκούς στόχους εκείνης της περιόδου. Χωρίς οικονομικούς και κοινωνικούς κραδασμούς και με την κοινωνία συμμέτοχο στον σχεδιασμό και την υλοποίηση της κλιματικής μετάβασης. Χωρίς να μετατρέψουμε τη Δυτική Μακεδονία σε μαύρη τρύπα της Ευρώπης και σίγουρα χωρίς να θέσουμε σε κίνδυνο την ίδια την ενεργειακή ασφάλεια της χώρας μας, όπως έχει καταφέρει να κάνει σήμερα ο κ. Μητσοτάκης. Η βεβιασμένη απολιγνιτοποίηση Μητσοτάκη-Χατζηδάκη που αρχικά την προσδιόρισαν στο 2028 για να την φέρουν μετά ακόμα πιο σύντομα, στο 2023, παρά τις προειδοποιήσεις μας και ανεξάρτητα από τον πόλεμο, αποδείχθηκε πρόχειρη, επικοινωνιακή και εν τέλει καταστροφική. Χωρίς ανάλυση επιπτώσεων και χωρίς σχέδιο για την επόμενη μέρα. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη επέλεξε να αντικαταστήσει με το πάτημα «ενός κουμπιού» εγχώριους ορυκτούς πόρους από το φυσικό αέριο, επίσης ορυκτό αλλά επιπλέον και εισαγόμενο. Και βλέπουμε σήμερα τις επιπτώσεις. Το Φεβρουάριο στη Βουλή ο κ Μητσοτάκης διαβεβαίωνε ψευδώς το σώμα αλλά και τον ελληνικό λαό ότι η παραγωγή ηλεκτρισμού από φυσικό αέριο κοστίζει φθηνότερα σε σχέση με τον λιγνίτη. Αποδείχθηκε ότι ήταν πολλαπλάσιου κόστους σε σχέση με τις λιγνιτικές μονάδες συμπεριλαμβανομένων και των φόρων για τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα. Στη συνέχεια υπό το βάρος των αποκαλύψεων και της κοινωνικής και οικονομικής πραγματικότητας, αναγκάστηκε να ενεργοποιήσει τις λιγνιτικές μονάδες, χωρίς όμως να υπάρχει ούτε ικανή πρώτη ύλη ούτε τα εργοστάσια να μπορούν να αποδώσουν στο μέγιστο τις λειτουργικότητάς τους λόγω τις τριετούς απαξίωσης.



Ακούσαμε ότι αναφερθήκατε εκτενώς στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας στο πρόγραμμα που παρουσιάσατε στη ΔΕΘ. Ποιο είναι το σχέδιό σας για την περαιτέρω ανάπτυξη των ΑΠΕ στην Ελλάδα, δεδομένων και των περιορισμών που μπαίνουν από το πεπερασμένο δίκτυο που υπάρχει;

Πιστεύουμε και το έχουμε αποδείξει στην ενεργειακή δημοκρατία: Στη διασπορά δηλαδή της παραγωγής ενέργειας σε όσο το δυνατόν περισσότερους, ένα πλουραλισμό παραγωγών που αποτελεί τη βάση της ενεργειακής δημοκρατίας. Το 2018 θεσπίσαμε τον εμβληματικό νόμο για τις Ενεργειακές Κοινότητες, τη συλλογική παραγωγή ενέργειας απ’ όσο το δυνατόν περισσότερους. Στηρίζουμε την ιδιοπαραγωγή και ιδιοκατανάλωση, την ενίσχυση των ενεργειακών κοινοτήτων και άλλων συλλογικών μορφών παραγωγής ενέργειας με μια προσέγγιση από τα κάτω προς τα πάνω (bottomup). Αυτό βεβαίως προϋποθέτει την αναβάθμιση των δικτύων κάτι το οποία αναδεικνύει επίσης την ανάγκη για ισχυρή παρουσία του Δημοσίου στον τομέα της ενέργειας.

Έχουμε δεσμευτεί στο πρόγραμμά μας και στο Συνέδριο ότι οι νέες άδειες των ΑΠΕ θα αφορούν κατά 50% αυτοπαραγωγή, αυτοκατανάλωση και ενεργειακές κοινότητες με επέκταση του netmetering, έτσι ώστε από τη μία να έχουν οι τοπικές κοινωνίες και οι ευάλωτες κοινωνικές ομάδες φτηνότερο ρεύμα και από την άλλη να επιτύχουμε τη μέγιστη δυνατή συναίνεση στη χωροθέτηση των ΑΠΕ με χωροταξικό σχέδιο και σεβασμό στις προστατευόμενες περιοχές της χώρας. Αλλά και για πρωτοβουλίες με αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης για τις ενεργοβόρες βιομηχανίες και τις επιχειρήσεις, καθώς και στα θέματα της αποθήκευσης ενέργειας, όπου η ΔΕΗ οφείλει να αναλάβει πρωτοβουλίες μεγάλων επενδύσεων, μιας και η αποθήκευση είναι απαραίτητη για τις ΑΠΕ και η κυβέρνηση παρά τις πράσινες υποκριτικές εξαγγελίες έχει παγώσει για 3 χρόνια ακόμα και το θεσμικό πλαίσιο της αποθήκευσης.



Ένα σοβαρό πρόβλημα που έχει προκύψει και αφορά 700.000 νοικοκυριά έχει να κάνει με τη θέρμανση ενόψει του χειμώνα, δεδομένου ότι έχουν φυσικό αέριο. Συμφωνείτε με την «παραίνεση», ακόμα και με κάποια επιδότηση, να προχωρήσουν σε νέα αλλαγή υποδομής ώστε να έχουν θέρμανση με πετρέλαιο;



Είναι απαράδεκτο η Πολιτεία να δημιουργεί συνθήκες πανικού και να μετακυλίει στους καταναλωτές και τα νοικοκυριά το βάρος της αδυναμίας της. Η ίδια η πολιτεία παρότρυνε τους καταναλωτές να στραφούν σε λιγότερο ρυπογόνες επιλογές και έρχεται τώρα έμμεσα να τους πει «γράψτε λάθος». Για να αντιληφθεί κανείς τον κυβερνητικό τραγέλαφο, αρκεί να επισημανθεί πως την ίδια ώρα που καλούν τους πολίτες να ξαναπληρώσουν για αντικατάσταση των καυστήρων φυσικού αερίου με άλλους πετρελαίου, το ίδιο το κράτος στον κλιματικό νόμο απαγορεύει παντελώς τους καυστήρες πετρελαίου από το 2025. Μέσα από το «Εξοικονομώ» επιδοτεί τα νοικοκυριά για να αλλάξουν καυστήρες και να μεταβούν στο φυσικό αέριο, ζητά απαραίτητα μελέτη για φυσικό αέριο προκειμένου να ολοκληρωθούν νέες οικοδομές και την ίδια ώρα η ΔΕΗ επιδοτεί την αντλία θερμότητας. Δεν μιλάμε λοιπόν για κάποιο σχέδιο αλλά για τρικυμία στο κρανίο, με τους πολίτες να πληρώνουν το μάρμαρο της ασυνεννοησίας.

Είναι λοιπόν δεδομένο ότι απαιτείται να γίνουν παρεμβάσεις ρυθμιστικές και δημοσιονομικές και να επιβληθεί διατίμηση ώστε ο καταναλωτής να γνωρίζει το εύρος των αυξήσεων που θα έχει. Και οι παρεμβάσεις πρέπει να μας πηγαίνουν στην πράσινη ενέργεια και στην ενεργειακή μετάβαση και όχι προς τα πίσω. Αλλά εδώ ο πράσινος κ. Μητσοτάκης δέχτηκε στην ΕΕ να θεωρείτε πράσινη ενέργεια η πυρηνική ενέργεια, τι άλλο να πούμε για την υποκρισία αλλά και για την ανεπάρκεια αυτής της κυβέρνησης…



Η Ευρώπη δεν έχει ευθύνες για την έκρηξη της ενεργειακής κρίσης αλλά και για την αδυναμία λήψης ουσιαστικών μέτρων για την ανάσχεσή της;



Τεράστιες ευθύνες. Ολιγωρία στην πρόβλεψη της κρίσης και αδυναμία χειρισμού τόσο των εξωτερικών θεμάτων (οικονομικές κυρώσεις, εμπάργκο κλπ), όσο και της λειτουργίας της εσωτερικές αγοράς ενέργειας.

Το πολιτικό έλλειμμα της διαδικασίας πολιτικής ενοποίησης της ΕΕ απεικονίζεται πλήρως στην ενεργειακή ανασφάλεια που ζούμε αλλά και στην καθυστέρηση παρεμβάσεων είτε στο μηχανισμό της ενεργειακής αγοράς είτε στην καταπολέμησης της αισχροκέρδειας που απαιτεί πλέον έναν έκτακτο δίκαιο φόρο στα άδικα κέρδη της ενέργειας μέσα στην κρίση. Η εναπόθεση της ενέργειας στο κριτήριο του κέρδους διαψεύστηκε ως πολιτική επιλογή και η Ευρώπη αναγκάζεται να επανέλθει στην ανάγκη εξασφάλισης της πρόσβασης στο αγαθό της ενέργειας. Ακόμα και σήμερα η ΕΕ καθυστερεί τις αποφάσεις μέσα σε ισορροπίες συμφερόντων και γραφειοκρατία.

Η αδυναμία συντονισμού όμως, δεν απαλλάσσει εμάς από την ευθύνη για την παντελή απουσία ρυθμιστικών παρεμβάσεων σε αντίθεση με άλλες χώρες.