Χαιρετισμός του Προέδρου
του ΣΥΡΙΖΑ και Πρωθυπουργού, Αλ. Τσίπρα, στην εκδήλωση «Προοδευτική
συμμαχία και δημοκρατική και κοινωνική Ευρώπη – Όχι στον
νεοφιλελευθερισμό και ακροδεξιά οπισθοδρομηση – Η πρόκληση των
Ευρωεκλογών»
Φίλες και φίλοι,
Θέλω καταρχάς να ευχαριστήσω τον Δ. Παπαδημούλη, ήμουν σε μια αντίστοιχη παρουσίαση του έργου του και 2,5 χρόνια πριν.
Έχω την αίσθηση ότι ζούμε το τελευταίο διάστημα την απίστευτη σύμπτωση πολύ σημαντικών εξελίξεων, με το πέρασμα του χρόνου, που σηματοδοτεί την ολοκλήρωση ενός πολύ σημαντικού κύκλου και στο πολιτικό σύστημα και στην πολιτική ζωή του τόπου, αλλά και στην προσπάθεια που ξεκινήσαμε από το 2015 και την ανάληψη της κυβερνητικής ευθύνης ως σήμερα.
Είχα σκοπό να ξεκινήσω κάνοντας μια διαδρομή στην κατάσταση που επικρατούσε πριν τις ευρωεκλογές του 2014 στην Ελλάδα, εντούτοις, θα αρκεστώ στο να επισημάνω αυτή την απίστευτη σύμπτωση να ολοκληρωθεί πριν από 3 ημέρες στο κοινοβούλιο της χώρας μας μια ιστορικής σημασίας συμφωνία, η κύρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών, με την επέτειο της 4ετίας από την ανάληψη της διακυβέρνησης από τον ΣΥΡΙΖΑ.
Ήταν μια σύμπτωση που προφανώς δεν την επιδιώξαμε, ούτε εγώ ούτε ο ΠτΒ, άλλωστε πολλοί ήταν αυτοί που είχαν προκαταβάλει ότι θα επιχειρήσουμε να ολοκληρώσουμε τις διαδικασίες όπως- όπως και χωρίς τον άνετο διάλογο και την άνετη κοινοβουλευτική διαδικασία. Νομίζω ότι τους εκπλήξαμε. Την ελληνική κοινωνία θετικά, αυτούς που το περίμεναν αυτό αρνητικά και ήταν μια σύμπτωση, μια συγκυρία, η κύρωση αυτής της ιστορικής συμφωνίας να γίνει την 25η Γενάρη, 4 χρόνια μετά.
Επιτρέψτε μου λοιπόν να πω δυο λόγια για τη συμφωνία και δυο λόγια για το τι σηματοδοτεί αυτή η 4ετία για τη χώρα και για το πολιτικό σύστημα συνολικά. Άκουσα πριν ανέβω στο βήμα, το μαγνητοσκοπημένο μήνυμα του Στ. Κούλογλου από την μακρινή Νικαράγουα, καθ’ ότι προτίμησε την επανάσταση από την αγάπη του προς εμάς και τον έρωτα προς τους συντρόφους του, άκουσα να ομιλεί για την πρωτοβουλία την οποία έχει προωθήσει και ο ίδιος και ο Δ. Παπαδημούλης εδώ και λίγο καιρό και αφορά την πρόταση προς το δικό μου πρόσωπο και του Ζόραν Ζάεφ σε ότι αφορά ένα σημαντικό βραβείο, δεν αντιλέγω σε αυτό, το Νόμπελ Ειρήνης, που δίνεται κάθε χρόνο, το 2019 να δοθεί σε μένα και στον Ζόραν Ζάεφ.
Όταν λοιπόν ήρθαν στο γραφείο μου μαζί με την τυνήσια κάτοχο του βραβείου το 2015, που είχε την πρωτοβουλία να μας προτείνει, απάντησα, και έγραψα και στον Ζόραν Ζάεφ ένα μήνυμα. Ότι για εμάς, και για μένα -αλλά πιστεύω και για τον πρωθυπουργό της Βόρειας Μακεδονίας- το σημαντικότερο βραβείο όλων των βραβείων είναι το γεγονός ότι μέσα από αυτή τη συμφωνία, βάζουμε ένα σημαντικό λιθαράκι για να θεμελιώσουμε την ειρηνική συνύπαρξη, την αλληλεγγύη, την συνεργασία, την φιλία και την ειρήνη στην ευρύτερη περιοχή, αλλά και μεταξύ των λαών. Και αυτό το βραβείο δεν μπορεί να συγκριθεί με κανένα άλλο βραβείο και καμία άλλη τιμή.
Γιατί πιστεύω πραγματικά ότι η κύρωση αυτής της συμφωνίας και από το ελληνικό κοινοβούλιο δείχνει τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίστηκε αυτή η προσπάθεια στη χώρα μας από επαγγελματίες πολιτικούς, κήρυκες του μίσους, ρήτορες της μισαλλοδοξίας και της εθνικιστικής ρητορικής, από επαγγελματίες πατριδοκάπηλους πολιτικούς, αλλά και πολιτικούς που για άλλη μια φορά προέταξαν το συγκυριακό μικροκομματικό όφελος έναντι του εθνικού οφέλους.
Η επιτυχία λοιπόν αυτή σηματοδοτεί κατά τη γνώμη μου μια μεγάλη τομή που δεν αφορά μονάχα την Ελλάδα και την Βόρεια Μακεδονία, αλλά αφορά, κατά την εκτίμησή μου, συνολικότερα την ταλαιπωρημένη, βασανισμένη από τις εχθρότητες, τις αντιπαλότητες, το μίσος, τους πολέμους, το αίμα, περιοχή των Βαλκανίων. Σε μια περιοχή που η κυρίαρχη λογική των πραγμάτων ήταν όχι οι συμβιβασμοί και οι συναινέσεις αλλά το εθνικιστικό μίσος, οι συγκρούσεις και, σε τελική ανάλυση, το πρόταγμα του πρόσκαιρου οφέλους έναντι του μακροπρόθεσμου οφέλους, που αφορά του ίδιους τους λαούς.
Και ερχόμαστε εμείς σήμερα -και όταν λέω εμείς δεν εννοώ τα πρόσωπα. Εννοώ τις πολιτικές δυνάμεις και στην Ελλάδα και στην Βόρεια Μακεδονία, που αθροίστηκαν σε αυτή τη προσπάθεια, προκειμένου να συγκρουστούν με τη κυρίαρχη ρητορική του εθνικισμού, της πατριδοκαπηλείας, του εντυπωσιασμού, του συναισθηματισμού, για να δώσουν μια λύση προοπτικής για τους λαούς, για το μέλλον. Ερχόμαστε λοιπόν σήμερα εμείς και αποδεικνύουμε κάτι πάρα πολύ σημαντικό κατά την άποψή μου. Αποδεικνύουμε έμπρακτα ότι, όταν υπάρχουν προοδευτικές κυβερνήσεις και δυνάμεις οι οποίες τολμούν και δεν δειλιάζουν μπροστά στο πολιτικό κόστος να υπερασπιστούν αξίες, τότε, όλη αυτή η ιστορία των Βαλκανίων, που είναι γνωστή, μπορεί να μπει στο περιθώριο, και να γραφτεί ιστορία που αφορά και το χθες, κυρίως όμως αφορά το σήμερα και το αύριο.
Αποδεικνύουμε ότι όταν προοδευτικές κυβερνήσεις αναλαμβάνουν αυτή την ευθύνη, ότι μπορούμε να σχεδιάσουμε μαζί ένα μέλλον διαφορετικό, που θα αφορά την ειρηνική συμβίωση, και που θα αφορά και την επίλυση των ανοιχτών κρίσεων και των ανοιχτών ζητημάτων της περιοχής μας.
Φίλες και φίλοι, θα ήθελα σε αυτό το σημείο να μου επιτρέψετε να σας πω ότι η σύμπτωση της 25ης Γενάρη με οδηγεί σε ένα συμπέρασμα: ότι με τη Συμφωνία των Πρεσπών ολοκληρώνεται ένας πολύ σημαντικός κύκλος σε ότι αφορά και την διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και τα πολιτικά πράγματα στη χώρα. Είναι μια σύμπτωση που παρόλα αυτά μας οδηγεί σε συνειρμούς και σε συμπεράσματα.
Πριν από 4 χρόνια αναλάβαμε την διακυβέρνηση με έναν στόχο. Να σταματήσουμε την καταστροφή, να βγάλουμε την χώρα από τα μνημόνια, να υπερασπιστούμε αξίες. Πιστεύω ότι, παρά τα λάθη που μπορεί να κάναμε όλα αυτά τα χρόνια, δεν υπάρχει σήμερα ούτε ένας που μπορεί να μας κατηγορήσει ότι δεν υπερασπιστήκαμε αξίες και αρχές, και ότι δεν βάλαμε ένα λιθαράκι να προχωρήσει μπροστά ο τόπος, και σε ότι αφορά τις εξελίξεις στην οικονομία, και σε ότι αφορά, όμως, την ενδυνάμωση του ρόλου της χώρας στην διεθνή σκηνή.
Πιστεύω ότι καταφέραμε να οδηγήσουμε τη χώρα έξω από τη μνημονιακή περιπέτεια, καταφέραμε να νοικοκυρέψουμε τα δημόσια οικονομικά και ταυτόχρονα να δημιουργήσουμε το αναγκαίο εκείνο δίχτυ προστασίας για την κοινωνική πλειοψηφία. Και σήμερα να προχωράμε, για να νιώσει ο λαός μας, κάθε μέρα που περνά, τα θετικά αποτελέσματα αυτής της κερδισμένης μάχης.
Άλλη μια θετική συγκυρία: Σήμερα που βρίσκομαι εδώ να χαιρετήσω την εκδήλωση του απολογισμού του έργου του Δ. Παπαδημούλη, λίγες ώρες πριν, προχωρήσαμε σε ένα ακόμα σημαντικό και ιστορικό βήμα στο υπουργικό συμβούλιο. Μετά από σχεδόν 10 χρόνια μείωσης των μισθών αλλά και του βιοτικού επιπέδου ζωής των εργαζόμενων στην πατρίδα μας, προχωρήσαμε στην απόφαση να αυξήσουμε τον κατώτατο μισθό και να καταργήσουμε αυτή την θεσμική αθλιότητα του υποκατώτατου μισθού για τους νέους εργαζόμενους.
Αυτή η απόφαση, σε συνδυασμό με μια σειρά από θετικές εξελίξεις και πρωτοβουλίες, δηλαδή με τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, με τη μείωση του ΕΝΦΙΑ, η προστασία της πρώτης κατοικίας, το Κοινωνικό Εισόδημα Αλληλεγγύης, το ετήσιο κοινωνικό μέρισμα, ακόμα και σε περιόδους που δεν ήταν προφανές ότι η οικονομία είχε την δυνατότητα έστω αυτής της μικρής αναδιανομής. Η σημαντικότατη εξέλιξη, αντίστοιχης σημασίας με την αύξηση του κατώτατου μισθού, που ήταν η μη περικοπή των συντάξεων, ως αποτέλεσμα της διαρκούς ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας και της εξασφάλισης των δημόσιων οικονομικών.
Σε συνδυασμό με μια σειρά από πρωτοβουλίες, μέσα στην περίοδο της κρίσης, που αναδείκνυαν όμως την προσπάθειά μας διαρκώς να βρίσκουμε ρωγμές προκειμένου να υλοποιούμε μια πολιτική που έχει μοναδικό πρόσημο και γνώμονα την προστασία των δικαιωμάτων των πολλών, όπως, για παράδειγμα, οι προσλήψεις εκπαιδευτικών, γιατρών και άλλων απαραίτητων δημόσιων λειτουργών σε νευραλγικές υπηρεσίες, η καθολική πρόσβαση στη δημόσια υγεία για 2,5 εκατομμύρια ανασφάλιστους, οι θετικές τομές στο χώρο της παιδείας, η αύξηση των δαπανών για την έρευνα, συγκροτούν ένα συνολικό καθαρό πια αφήγημα, το οποίο θέλω να ομολογήσω ότι πριν από ένα χρόνο, πόσο δε μάλλον πριν 2,5 χρόνια που έκανε ο Δημ. Παπαδημούλης τον απολογισμό της μέσης θητείας του, παρά το γεγονός ότι δίναμε αυτές τις μάχες, δεν ήταν καθαρό στην ελληνική κοινωνία και στην κοινή γνώμη.
Σήμερα λοιπόν πιστεύω ότι με την ολοκλήρωση αυτού του κύκλου καθώς και με την επιμονή μας να υπερασπιστούμε τις αξίες μας και προπάντων το αξιακό μας πρόσημο ως δύναμη της προόδου και να αντισταθούμε στα κελεύσματα όλων όσων μας έλεγαν ότι θα έχουμε μεγάλο πολιτικό κόστος, και να υπερασπιστούμε τις αξίες μας, απέναντι σε όλους όσους μας έλεγαν: «Μα δεν βλέπετε; Στην Ευρώπη είναι κυρίαρχη η αντίληψη του εθνολαϊκισμού ή της ακροδεξίας ρητορικής». Αυτές οι δυο λοιπόν επιλογές, να μείνουμε σταθεροί σε αυτή τη προσπάθεια που ήταν πάντοτε εξαιρετικά δύσκολη, σχεδόν όλοι όσοι προσπαθήσαμε αυτή τη πολύ δύσκολη πολλές φορές προσπάθεια, που άλλες φορές φαινόταν και μάταιη, αισθανόμαστε σήμερα, 3 μέρες μετά την ιστορική 25η Γεναρη του 2019 και 4 χρόνια μετά την ιστορική 25η Γενάρη του 2015, αισθανόμαστε δικαιωμένοι. Είμαστε δικαιωμένοι γιατί το προσπαθήσαμε, γιατί αγωνιστήκαμε, επειδή πήγαμε κόντρα στο ρεύμα, γιατί αντιπαρατεθήκαμε με την κυρίαρχη πολλές φορές ρητορική και πετύχαμε κάτι που λίγους μήνες, λίγα χρόνια πριν, φαινόταν σχεδόν ακατόρθωτο.
Φίλες και φίλοι, θα ήθελα, καθώς υποσχέθηκα ότι δεν θα απευθύνω ομιλία αλλά χαιρετισμό στη σημερινή εκδήλωση, να αναφερθώ στην επικείμενη μάχη των ευρωεκλογών και να μη μακρηγορήσω.
Παρά το γεγονός, όπως προείπα, ότι αισθανόμαστε δικαιωμένοι επειδή αντέξαμε, γιατί τώρα το αφήγημά μας είναι ξεκάθαρο, γιατί αποκαθιστούμε πληγές που ήταν βάναυσες σχεδόν στο σώμα της ελληνικής κοινωνίας και γιατί ανοίγουμε έναν θετικό δρόμο στα Βαλκάνια και έναν θετικό δρόμο για τον ρόλο της Ελλάδας στη περιοχή της αλλά και στο διεθνές στερέωμα, έχουμε πλήρη την επίγνωση ότι μπροστά μας έχουμε ακόμα σκληρές μάχες, έχουμε όμως τη δύναμη, κυρίως την ηθική, αλλά και την πολιτική, να ολοκληρώσουμε τη συνταγματικά προβλεπόμενη θητεία και να προχωρήσουμε σε μια σειρά από σημαντικές τομές, κοινωνικές αλλά και θεσμικές, που έχουμε ήδη προαναγγείλει για το επόμενο διάστημα.
Όμως δεν μπορώ παρά να σας πω την πλήρη αλήθεια έτσι όπως αισθάνομαι βλέποντας συνολικά την εικόνα της Ευρώπης. Και η αίσθησή μου είναι ότι ο ευρωπαϊκός Νότος, όχι όλος ο ευρωπαϊκός νότος αλλά η Ισπανία, η Πορτογαλία και η Ελλάδα, αποτελούν σημαντικές οάσεις σε μια πολιτική έρημο. Η Ευρώπη οδηγείται δυστυχώς, αυτή είναι η αίσθηση που έχω και οφείλω να την μοιραστώ μαζί σας, σε λάθος κατεύθυνση. Σε επικίνδυνους δρόμους. Όχι γιατί απλά κινδυνεύουμε, όπως παλιότερα, να χάσουμε τους συσχετισμούς, και η Αριστερά, σε όλες τις εκδοχές να χάσει τους συσχετισμούς έναντι της Δεξιάς, αλλά γιατί για πρώτη φορά, αυτό το οποίο διακυβεύεται δεν είναι απλά οι πολιτικές ισορροπίες, δεν είναι απλά η κοινωνική συνοχή, εξαιτίας της ηγεμονίας των νεοφιλελεύθερων ιδεών στο στρατόπεδο της Δεξιάς και, εν μέρει, σε ένα μεγάλο κομμάτι, το προηγούμενο διάστημα, της Σοσιαλδημοκρατίας, αλλά αυτό που διακυβεύεται είναι υπαρξιακό για την ίδια την Ευρώπη, καθ’ ότι υπάρχει ο μεγάλος κίνδυνος, το επόμενο διάστημα, οι δυνάμεις του ευρωπαϊκού ακροδεξιού λαϊκισμού να πάρουν σημαντικό προβάδισμα, να πάρουν κεφάλι και στις επικείμενες ευρωπαϊκές εκλογές. Και αυτό θα είναι υπαρξιακό για μια Ευρώπη που βρίσκεται μπροστά σε τόσες μεγάλες και πολύπλοκες αντιθέσεις.
Έχουμε λοιπόν μπροστά μας ένα φαινόμενο το οποίο πρέπει να το εξηγήσουμε. Έχουμε μια νέα Δεξιά. Τη νέα Δεξιά της Λεπέν, του Σαλβίνι, του Όρμπαν, του Κουρτς και άλλων. Μια νέα Δεξιά που έχει τα δικά της ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και πολύ υψηλές φιλοδοξίες εν όψει της 26ης Μαΐου. Και αυτή η νέα Δεξιά δίνει στίγμα μέσα στο Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα. Δεν είναι μόνο οι δυνάμεις εκείνες οι οποίες βρίσκονται στο κομμάτι της περιθωριακής ακροδεξιάς. Δίνει στίγμα στο Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, είτε μέσα από κόμματα που έχουν ηγέτες όπως περιέγραψα πιο πριν, είτε μέσα από κόμματα που διαμορφώνουν την ρητορική τους με βάση τον φόβο ότι θα χάσουν ψήφους από την άνοδο των περιθωριακών και ακραίων δεξιών πολιτικών κομμάτων στις χώρες τους. Και πιστεύω ακράδαντα ότι αυτό συμβαίνει με απόλυτα καθαρό και φανερό τρόπο στην Ελλάδα. Η ΝΔ του Κ. Μητσοτάκη αλλά και του αντιπροέδρου Γεωργιάδη, του κ. Βορίδη και του κ. Σαμαρά που είναι ο ιδεολογικός ινστρούχτορας αυτής της μετατόπισης, είναι ένα διαφορετικό κόμμα από αυτό το οποίο είχαμε γνωρίσει όλο αυτά τα προηγούμενα χρόνια και με το οποίο αντιπαρατεθήκαμε σφοδρά με ιδεολογικό και πολιτικό τρόπο. Και αυτό είναι αποτέλεσμα των εξελίξεων που παρακολουθούμε στο ευρωπαϊκό πεδίο. Δεν είναι άσχετες αυτές οι εξελίξεις μεταξύ τους.
Αυτή η Νέα Δεξιά, λοιπόν, με μια στροφή στην εθνική περιχαράκωση και στην εθνικιστική ρητορική, αναλαμβάνει κυβερνητικές ευθύνες και στοχεύει στην καθιέρωσή της ως πολιτικού ρυθμιστή στο νέο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Ειδικά σε μια ευρωπαϊκή προεκλογική περίοδο που μοιραία χαρακτηρίζεται από αντιφάσεις και πολυπλοκότητα, από ένα κορυφαίο αποσυνθετικό φαινόμενο, το επικείμενο Brexit, αλλά και την ανικανότητα της Ε.Ε. να προχωρήσει σε ριζικές αλλαγές των πολιτικών της για τον τερματισμό της στρατηγικής της λιτότητας, που αποτελεί βασική αιτία, κατά την γνώμη μου, για την εξάπλωση και την άνοδο αυτών των δυνάμεων, αλλά, βεβαίως, και για την τόνωση της κοινωνικής συνοχής, τη μείωση των κοινωνικών ανισοτήτων, τη συλλογική διαχείριση των μεταναστευτικών ρευμάτων μέσα στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών αξιών.
Σ’ αυτό λοιπόν το πολιτικό περιβάλλον για άλλη μια φορά αναμένεται να αναδειχθεί βεβαίως κυρίαρχη δύναμη το ΕΛΚ αλλά με απώλειες, τις οποίες δεν αναμένεται να κερδίσει ούτε η ευρωπαϊκή Σοσιαλδημοκρατία, ούτε η ευρωπαϊκή Αριστερά, αλλά η ακροδεξιά. Κι εδώ, αν θέλετε, έγκειται το μεγάλο στοίχημα για τις προοδευτικές και φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις. Κι αναφέρομαι ιδιαίτερα στην ευρωπαϊκή Αριστερά, που είναι η πολιτική μας οικογένεια, τους ευρωπαίους Πράσινους που ίσως είναι η μόνη ευρωπαϊκή οικογένεια του προοδευτικού χώρου που εξαιτίας, κατά τη γνώμη μου, της ξεκάθαρης θέσης τους πάνω στο κρίσιμο θέμα του μεταναστευτικού δεν χάνουν δυνάμεις, αλλά φαίνεται να κερδίζουν, και βεβαίως των ευρωπαίων Σοσιαλιστών οι οποίοι είχαν μια τεράστια φθορά όλα τα προηγούμενα χρόνια, κατά τη δική μου εκτίμηση εξ αιτίας του φαινομένου που ονομάστηκε και στην ευρωπαϊκή αργκό «πασοκοποίηση», δηλαδή του φαινομένου της μετάλλαξης των κομμάτων τους προς νεοφιλελεύθερες θέσεις και συντηρητικές απόψεις.
Εμείς, και κυρίως ο Δημήτρης ο Παπαδημούλης και η Ομάδα μας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, έχοντας δει εδώ και αρκετό καιρό αυτές τις τάσεις, διότι ήταν ευδιάκριτες, όχι στη μορφή που είναι σήμερα, αλλά ήταν ευδιάκριτες, δουλέψαμε πάνω στη στρατηγική στόχευση να αναζητήσουμε τη συμπόρευση και τη συμμαχία αυτών των δυνάμεων απέναντι στην ανησυχητική, στην απειλητική άνοδο της ακροδεξιάς αλλά και απέναντι στην κυριαρχία νεοφιλελεύθερων πολιτικών που ευνοεί, που τρέφει αυτή την άνοδο. Και δουλέψαμε πάνω στην ιδέα να προχωρήσουμε από κοινού ως ο πόλος εκείνος που θα αναχαιτίσει την επικράτηση του νεοφιλελευθερισμού αλλά και την άνοδο της ακροδεξιάς. Να συγκροτήσουμε δηλαδή το πολιτικό εκείνο μέτωπο που θα διεκδικήσει να έχει έναν ουσιαστικό και ρυθμιστικό ρόλο στο νέο Ευρωκοινοβούλιο.
Θα μου πείτε, στην πολιτική δεν μπορείς να κάνεις αθροίσεις περίεργες ή παράξενες. Αλλά έχει μια σημασία για να δει κανείς μέχρι πού μπορεί να φτάσει το όραμά σου και το σχέδιό σου. Το άθροισμα των σημερινών δυνάμεων της ευρωπαϊκής Σοσιαλδημοκρατίας, της ευρωπαϊκής Αριστεράς και των Πρασίνων είναι ένα άθροισμα που δυνάμει είναι η πρώτη και ηγεμονική ευρωομάδα μέσα στο Ε.Κ. ή θα μπορούσε να είναι. Προφανώς και δεν πιστεύω, επαναλαμβάνω, ότι μπορεί κανείς να κάνει τέτοια αθροίσματα. Όμως, οφείλουμε να αναλογιστούμε τους κινδύνους από τον κατακερματισμό, την πολυδιάσπαση και την αδυναμία προτεραιοποίησης των μετώπων που έχουμε να αντιμετωπίσουμε μπροστά μας. Ισχυρίζομαι ότι οι διαφορές μας είναι υπαρκτές, αλλά ισχυρίζομαι ότι ο κίνδυνος, αν δεν συμπορευτούμε και αν δεν συνεργαστούμε για να αναχαιτίσουμε την ακροδεξιά και την ηγεμονία του νεοφιλελευθερισμού, θα είναι πολύ μεγαλύτερος για όλους και για τον καθένα ξεχωριστά.
Πιστεύω λοιπόν ότι ο Δημήτρης ο Παπαδημούλης και η ευρωκοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ με την Προοδευτική Συμμαχία στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αλλά και τα δύο ευρωπαϊκά φόρα προοδευτικών δυνάμεων στη Μασσαλία και το Μπιλμπάο που στήριξαν, είχαν μια ουσιαστική συμβολή και έκαναν κάποια πρώτα βήματα σ’ αυτή την κατεύθυνση. Και, βεβαίως, πιστεύω ότι αυτές οι πρωτοβουλίες είχαν ως αποτέλεσμα ταυτόχρονα οι ελληνικές θέσεις, οι προσπάθειες της ελληνικής κυβέρνησης, αλλά και οι ελληνικές θέσεις για κρίσιμα ζητήματα, είτε αφορούσαν και αφορούν την οικονομική κρίση, είτε την μεταναστευτική κρίση, βοηθήθηκαν εξαιρετικά απ’ αυτή την προσπάθεια, γιατί έγιναν κτήμα μιας δυνάμει πλειοψηφικής συμπαράταξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Τα πέντε λοιπόν τελευταία χρόνια δείξαμε εξαιρετικά δείγματα γραφής μέσα στο Ευρωκοινοβούλιο, και πιστεύω ότι έχει έρθει η ώρα αυτή η προοδευτική συμμαχία που αναζητεί, διεκδικεί και παλεύει τα τελευταία χρόνια ο Δημήτρης και οι άλλοι ευρωβουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ στο Ε.Κ., να επιχειρήσει να την εκφράσει εν όψει των ευρωεκλογών στην Ελλάδα το ψηφοδέλτιο του ΣΥΡΙΖΑ και των συμμάχων του στις επικείμενες ευρωπαϊκές εκλογές.
Η συμφωνία των Πρεσπών έχει ούτως ή άλλως διαδραματίσει –το βλέπουμε όλοι- ρόλο καταλυτικό στα πολιτικά πράγματα της χώρας. Ο ΣΥΡΙΖΑ λοιπόν πιστεύω ότι πρέπει να αναζητήσει, και θα αναζητήσει, και εν όψει των ευρωπαϊκών εκλογών, τη δυνατότητα διαμόρφωσης μιας πλατιάς προοδευτικής συμμαχίας με δυνάμεις και πρόσωπα που αντιλαμβάνονται την ανάγκη, για τους λόγους που ανέλυσα πρωτύτερα, μιας ευρύτερης συμπόρευσης. Με ξεκάθαρο μέτωπο στον εθνικισμό και την ακροδεξιά. Με ξεκάθαρο μέτωπο στο νεοφιλελευθερισμό και τις πολιτικές που τρέφουν τον ακροδεξιό και αντιευρωπαϊκό λαϊκισμό. Αλλά και με ξεκάθαρη θέση υπέρ της Ευρώπης, αλλά υπέρ της Ευρώπης της δημοκρατίας, της Ευρώπης της κοινωνικής συνοχής, της Ευρώπης των πολιτικών και κοινωνικών δικαιωμάτων.
Κι επειδή το τελευταίο που θα θέλαμε να ζήσουμε ως αριστεροί, προοδευτικοί είναι να αισθανόμαστε δικαιωμένοι για όσα πετύχαμε στην Ελλάδα, αλλά το βράδυ της 26ης Μαΐου, μετά τις ευρωπαϊκές εκλογές να βρισκόμαστε σε συσχετισμούς και σε ένα Ευρωκοινοβούλιο, που όχι μόνο δεν θα είναι ικανό να αντιστρέψει την αποσάθρωση του ευρωπαϊκού οικοδομήματος, αλλά που, αντιθέτως, η νέα πολιτική σύνθεσή του θα είναι αυτή που θα εντείνει αυτή την αποσάθρωση, γι’ αυτό το λόγο πιστεύω ότι έχουμε έναν ακόμα σημαντικό λόγο να δουλέψουμε με πείσμα το επόμενο διάστημα, ώστε ο ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα με τους συμμάχους του, αλλά και οι προοδευτικές φιλοευρωπαϊκές και αντινεοφιλελεύθερες δυνάμεις στην Ευρώπη, να βγουν ισχυρές και ενισχυμένες στην επόμενη ευρωπαϊκή μάχη των ευρωπαϊκών εκλογών στις 26 του Μάη. Για να είναι την επόμενη μέρα ο βασικός πολιτικός πυλώνας, η μαγιά εκείνη όλες αυτές οι δυνάμεις της ενωτικής ανασύνθεσης των προοδευτικών δυνάμεων μέσα στο Ε.Κ. που θέλουν και μπορούν να πορευτούν μαζί για μια ριζική αλλαγή πορείας για την Ευρώπη.
Με αυτές λοιπόν τις σκέψεις, θέλω να ευχαριστήσω τον Δημήτρη που μου έδωσε την ευκαιρία να βρεθώ σήμερα εδώ μαζί σας, αλλά, κυρίως, να τον συγχαρώ για την εξαιρετική πολιτική δουλειά που έκανε όλα αυτά τα χρόνια.
28/01/2019
ΤΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ
Φίλες και φίλοι,
Θέλω καταρχάς να ευχαριστήσω τον Δ. Παπαδημούλη, ήμουν σε μια αντίστοιχη παρουσίαση του έργου του και 2,5 χρόνια πριν.
Έχω την αίσθηση ότι ζούμε το τελευταίο διάστημα την απίστευτη σύμπτωση πολύ σημαντικών εξελίξεων, με το πέρασμα του χρόνου, που σηματοδοτεί την ολοκλήρωση ενός πολύ σημαντικού κύκλου και στο πολιτικό σύστημα και στην πολιτική ζωή του τόπου, αλλά και στην προσπάθεια που ξεκινήσαμε από το 2015 και την ανάληψη της κυβερνητικής ευθύνης ως σήμερα.
Είχα σκοπό να ξεκινήσω κάνοντας μια διαδρομή στην κατάσταση που επικρατούσε πριν τις ευρωεκλογές του 2014 στην Ελλάδα, εντούτοις, θα αρκεστώ στο να επισημάνω αυτή την απίστευτη σύμπτωση να ολοκληρωθεί πριν από 3 ημέρες στο κοινοβούλιο της χώρας μας μια ιστορικής σημασίας συμφωνία, η κύρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών, με την επέτειο της 4ετίας από την ανάληψη της διακυβέρνησης από τον ΣΥΡΙΖΑ.
Ήταν μια σύμπτωση που προφανώς δεν την επιδιώξαμε, ούτε εγώ ούτε ο ΠτΒ, άλλωστε πολλοί ήταν αυτοί που είχαν προκαταβάλει ότι θα επιχειρήσουμε να ολοκληρώσουμε τις διαδικασίες όπως- όπως και χωρίς τον άνετο διάλογο και την άνετη κοινοβουλευτική διαδικασία. Νομίζω ότι τους εκπλήξαμε. Την ελληνική κοινωνία θετικά, αυτούς που το περίμεναν αυτό αρνητικά και ήταν μια σύμπτωση, μια συγκυρία, η κύρωση αυτής της ιστορικής συμφωνίας να γίνει την 25η Γενάρη, 4 χρόνια μετά.
Επιτρέψτε μου λοιπόν να πω δυο λόγια για τη συμφωνία και δυο λόγια για το τι σηματοδοτεί αυτή η 4ετία για τη χώρα και για το πολιτικό σύστημα συνολικά. Άκουσα πριν ανέβω στο βήμα, το μαγνητοσκοπημένο μήνυμα του Στ. Κούλογλου από την μακρινή Νικαράγουα, καθ’ ότι προτίμησε την επανάσταση από την αγάπη του προς εμάς και τον έρωτα προς τους συντρόφους του, άκουσα να ομιλεί για την πρωτοβουλία την οποία έχει προωθήσει και ο ίδιος και ο Δ. Παπαδημούλης εδώ και λίγο καιρό και αφορά την πρόταση προς το δικό μου πρόσωπο και του Ζόραν Ζάεφ σε ότι αφορά ένα σημαντικό βραβείο, δεν αντιλέγω σε αυτό, το Νόμπελ Ειρήνης, που δίνεται κάθε χρόνο, το 2019 να δοθεί σε μένα και στον Ζόραν Ζάεφ.
Όταν λοιπόν ήρθαν στο γραφείο μου μαζί με την τυνήσια κάτοχο του βραβείου το 2015, που είχε την πρωτοβουλία να μας προτείνει, απάντησα, και έγραψα και στον Ζόραν Ζάεφ ένα μήνυμα. Ότι για εμάς, και για μένα -αλλά πιστεύω και για τον πρωθυπουργό της Βόρειας Μακεδονίας- το σημαντικότερο βραβείο όλων των βραβείων είναι το γεγονός ότι μέσα από αυτή τη συμφωνία, βάζουμε ένα σημαντικό λιθαράκι για να θεμελιώσουμε την ειρηνική συνύπαρξη, την αλληλεγγύη, την συνεργασία, την φιλία και την ειρήνη στην ευρύτερη περιοχή, αλλά και μεταξύ των λαών. Και αυτό το βραβείο δεν μπορεί να συγκριθεί με κανένα άλλο βραβείο και καμία άλλη τιμή.
Γιατί πιστεύω πραγματικά ότι η κύρωση αυτής της συμφωνίας και από το ελληνικό κοινοβούλιο δείχνει τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίστηκε αυτή η προσπάθεια στη χώρα μας από επαγγελματίες πολιτικούς, κήρυκες του μίσους, ρήτορες της μισαλλοδοξίας και της εθνικιστικής ρητορικής, από επαγγελματίες πατριδοκάπηλους πολιτικούς, αλλά και πολιτικούς που για άλλη μια φορά προέταξαν το συγκυριακό μικροκομματικό όφελος έναντι του εθνικού οφέλους.
Η επιτυχία λοιπόν αυτή σηματοδοτεί κατά τη γνώμη μου μια μεγάλη τομή που δεν αφορά μονάχα την Ελλάδα και την Βόρεια Μακεδονία, αλλά αφορά, κατά την εκτίμησή μου, συνολικότερα την ταλαιπωρημένη, βασανισμένη από τις εχθρότητες, τις αντιπαλότητες, το μίσος, τους πολέμους, το αίμα, περιοχή των Βαλκανίων. Σε μια περιοχή που η κυρίαρχη λογική των πραγμάτων ήταν όχι οι συμβιβασμοί και οι συναινέσεις αλλά το εθνικιστικό μίσος, οι συγκρούσεις και, σε τελική ανάλυση, το πρόταγμα του πρόσκαιρου οφέλους έναντι του μακροπρόθεσμου οφέλους, που αφορά του ίδιους τους λαούς.
Και ερχόμαστε εμείς σήμερα -και όταν λέω εμείς δεν εννοώ τα πρόσωπα. Εννοώ τις πολιτικές δυνάμεις και στην Ελλάδα και στην Βόρεια Μακεδονία, που αθροίστηκαν σε αυτή τη προσπάθεια, προκειμένου να συγκρουστούν με τη κυρίαρχη ρητορική του εθνικισμού, της πατριδοκαπηλείας, του εντυπωσιασμού, του συναισθηματισμού, για να δώσουν μια λύση προοπτικής για τους λαούς, για το μέλλον. Ερχόμαστε λοιπόν σήμερα εμείς και αποδεικνύουμε κάτι πάρα πολύ σημαντικό κατά την άποψή μου. Αποδεικνύουμε έμπρακτα ότι, όταν υπάρχουν προοδευτικές κυβερνήσεις και δυνάμεις οι οποίες τολμούν και δεν δειλιάζουν μπροστά στο πολιτικό κόστος να υπερασπιστούν αξίες, τότε, όλη αυτή η ιστορία των Βαλκανίων, που είναι γνωστή, μπορεί να μπει στο περιθώριο, και να γραφτεί ιστορία που αφορά και το χθες, κυρίως όμως αφορά το σήμερα και το αύριο.
Αποδεικνύουμε ότι όταν προοδευτικές κυβερνήσεις αναλαμβάνουν αυτή την ευθύνη, ότι μπορούμε να σχεδιάσουμε μαζί ένα μέλλον διαφορετικό, που θα αφορά την ειρηνική συμβίωση, και που θα αφορά και την επίλυση των ανοιχτών κρίσεων και των ανοιχτών ζητημάτων της περιοχής μας.
Φίλες και φίλοι, θα ήθελα σε αυτό το σημείο να μου επιτρέψετε να σας πω ότι η σύμπτωση της 25ης Γενάρη με οδηγεί σε ένα συμπέρασμα: ότι με τη Συμφωνία των Πρεσπών ολοκληρώνεται ένας πολύ σημαντικός κύκλος σε ότι αφορά και την διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και τα πολιτικά πράγματα στη χώρα. Είναι μια σύμπτωση που παρόλα αυτά μας οδηγεί σε συνειρμούς και σε συμπεράσματα.
Πριν από 4 χρόνια αναλάβαμε την διακυβέρνηση με έναν στόχο. Να σταματήσουμε την καταστροφή, να βγάλουμε την χώρα από τα μνημόνια, να υπερασπιστούμε αξίες. Πιστεύω ότι, παρά τα λάθη που μπορεί να κάναμε όλα αυτά τα χρόνια, δεν υπάρχει σήμερα ούτε ένας που μπορεί να μας κατηγορήσει ότι δεν υπερασπιστήκαμε αξίες και αρχές, και ότι δεν βάλαμε ένα λιθαράκι να προχωρήσει μπροστά ο τόπος, και σε ότι αφορά τις εξελίξεις στην οικονομία, και σε ότι αφορά, όμως, την ενδυνάμωση του ρόλου της χώρας στην διεθνή σκηνή.
Πιστεύω ότι καταφέραμε να οδηγήσουμε τη χώρα έξω από τη μνημονιακή περιπέτεια, καταφέραμε να νοικοκυρέψουμε τα δημόσια οικονομικά και ταυτόχρονα να δημιουργήσουμε το αναγκαίο εκείνο δίχτυ προστασίας για την κοινωνική πλειοψηφία. Και σήμερα να προχωράμε, για να νιώσει ο λαός μας, κάθε μέρα που περνά, τα θετικά αποτελέσματα αυτής της κερδισμένης μάχης.
Άλλη μια θετική συγκυρία: Σήμερα που βρίσκομαι εδώ να χαιρετήσω την εκδήλωση του απολογισμού του έργου του Δ. Παπαδημούλη, λίγες ώρες πριν, προχωρήσαμε σε ένα ακόμα σημαντικό και ιστορικό βήμα στο υπουργικό συμβούλιο. Μετά από σχεδόν 10 χρόνια μείωσης των μισθών αλλά και του βιοτικού επιπέδου ζωής των εργαζόμενων στην πατρίδα μας, προχωρήσαμε στην απόφαση να αυξήσουμε τον κατώτατο μισθό και να καταργήσουμε αυτή την θεσμική αθλιότητα του υποκατώτατου μισθού για τους νέους εργαζόμενους.
Αυτή η απόφαση, σε συνδυασμό με μια σειρά από θετικές εξελίξεις και πρωτοβουλίες, δηλαδή με τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, με τη μείωση του ΕΝΦΙΑ, η προστασία της πρώτης κατοικίας, το Κοινωνικό Εισόδημα Αλληλεγγύης, το ετήσιο κοινωνικό μέρισμα, ακόμα και σε περιόδους που δεν ήταν προφανές ότι η οικονομία είχε την δυνατότητα έστω αυτής της μικρής αναδιανομής. Η σημαντικότατη εξέλιξη, αντίστοιχης σημασίας με την αύξηση του κατώτατου μισθού, που ήταν η μη περικοπή των συντάξεων, ως αποτέλεσμα της διαρκούς ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας και της εξασφάλισης των δημόσιων οικονομικών.
Σε συνδυασμό με μια σειρά από πρωτοβουλίες, μέσα στην περίοδο της κρίσης, που αναδείκνυαν όμως την προσπάθειά μας διαρκώς να βρίσκουμε ρωγμές προκειμένου να υλοποιούμε μια πολιτική που έχει μοναδικό πρόσημο και γνώμονα την προστασία των δικαιωμάτων των πολλών, όπως, για παράδειγμα, οι προσλήψεις εκπαιδευτικών, γιατρών και άλλων απαραίτητων δημόσιων λειτουργών σε νευραλγικές υπηρεσίες, η καθολική πρόσβαση στη δημόσια υγεία για 2,5 εκατομμύρια ανασφάλιστους, οι θετικές τομές στο χώρο της παιδείας, η αύξηση των δαπανών για την έρευνα, συγκροτούν ένα συνολικό καθαρό πια αφήγημα, το οποίο θέλω να ομολογήσω ότι πριν από ένα χρόνο, πόσο δε μάλλον πριν 2,5 χρόνια που έκανε ο Δημ. Παπαδημούλης τον απολογισμό της μέσης θητείας του, παρά το γεγονός ότι δίναμε αυτές τις μάχες, δεν ήταν καθαρό στην ελληνική κοινωνία και στην κοινή γνώμη.
Σήμερα λοιπόν πιστεύω ότι με την ολοκλήρωση αυτού του κύκλου καθώς και με την επιμονή μας να υπερασπιστούμε τις αξίες μας και προπάντων το αξιακό μας πρόσημο ως δύναμη της προόδου και να αντισταθούμε στα κελεύσματα όλων όσων μας έλεγαν ότι θα έχουμε μεγάλο πολιτικό κόστος, και να υπερασπιστούμε τις αξίες μας, απέναντι σε όλους όσους μας έλεγαν: «Μα δεν βλέπετε; Στην Ευρώπη είναι κυρίαρχη η αντίληψη του εθνολαϊκισμού ή της ακροδεξίας ρητορικής». Αυτές οι δυο λοιπόν επιλογές, να μείνουμε σταθεροί σε αυτή τη προσπάθεια που ήταν πάντοτε εξαιρετικά δύσκολη, σχεδόν όλοι όσοι προσπαθήσαμε αυτή τη πολύ δύσκολη πολλές φορές προσπάθεια, που άλλες φορές φαινόταν και μάταιη, αισθανόμαστε σήμερα, 3 μέρες μετά την ιστορική 25η Γεναρη του 2019 και 4 χρόνια μετά την ιστορική 25η Γενάρη του 2015, αισθανόμαστε δικαιωμένοι. Είμαστε δικαιωμένοι γιατί το προσπαθήσαμε, γιατί αγωνιστήκαμε, επειδή πήγαμε κόντρα στο ρεύμα, γιατί αντιπαρατεθήκαμε με την κυρίαρχη πολλές φορές ρητορική και πετύχαμε κάτι που λίγους μήνες, λίγα χρόνια πριν, φαινόταν σχεδόν ακατόρθωτο.
Φίλες και φίλοι, θα ήθελα, καθώς υποσχέθηκα ότι δεν θα απευθύνω ομιλία αλλά χαιρετισμό στη σημερινή εκδήλωση, να αναφερθώ στην επικείμενη μάχη των ευρωεκλογών και να μη μακρηγορήσω.
Παρά το γεγονός, όπως προείπα, ότι αισθανόμαστε δικαιωμένοι επειδή αντέξαμε, γιατί τώρα το αφήγημά μας είναι ξεκάθαρο, γιατί αποκαθιστούμε πληγές που ήταν βάναυσες σχεδόν στο σώμα της ελληνικής κοινωνίας και γιατί ανοίγουμε έναν θετικό δρόμο στα Βαλκάνια και έναν θετικό δρόμο για τον ρόλο της Ελλάδας στη περιοχή της αλλά και στο διεθνές στερέωμα, έχουμε πλήρη την επίγνωση ότι μπροστά μας έχουμε ακόμα σκληρές μάχες, έχουμε όμως τη δύναμη, κυρίως την ηθική, αλλά και την πολιτική, να ολοκληρώσουμε τη συνταγματικά προβλεπόμενη θητεία και να προχωρήσουμε σε μια σειρά από σημαντικές τομές, κοινωνικές αλλά και θεσμικές, που έχουμε ήδη προαναγγείλει για το επόμενο διάστημα.
Όμως δεν μπορώ παρά να σας πω την πλήρη αλήθεια έτσι όπως αισθάνομαι βλέποντας συνολικά την εικόνα της Ευρώπης. Και η αίσθησή μου είναι ότι ο ευρωπαϊκός Νότος, όχι όλος ο ευρωπαϊκός νότος αλλά η Ισπανία, η Πορτογαλία και η Ελλάδα, αποτελούν σημαντικές οάσεις σε μια πολιτική έρημο. Η Ευρώπη οδηγείται δυστυχώς, αυτή είναι η αίσθηση που έχω και οφείλω να την μοιραστώ μαζί σας, σε λάθος κατεύθυνση. Σε επικίνδυνους δρόμους. Όχι γιατί απλά κινδυνεύουμε, όπως παλιότερα, να χάσουμε τους συσχετισμούς, και η Αριστερά, σε όλες τις εκδοχές να χάσει τους συσχετισμούς έναντι της Δεξιάς, αλλά γιατί για πρώτη φορά, αυτό το οποίο διακυβεύεται δεν είναι απλά οι πολιτικές ισορροπίες, δεν είναι απλά η κοινωνική συνοχή, εξαιτίας της ηγεμονίας των νεοφιλελεύθερων ιδεών στο στρατόπεδο της Δεξιάς και, εν μέρει, σε ένα μεγάλο κομμάτι, το προηγούμενο διάστημα, της Σοσιαλδημοκρατίας, αλλά αυτό που διακυβεύεται είναι υπαρξιακό για την ίδια την Ευρώπη, καθ’ ότι υπάρχει ο μεγάλος κίνδυνος, το επόμενο διάστημα, οι δυνάμεις του ευρωπαϊκού ακροδεξιού λαϊκισμού να πάρουν σημαντικό προβάδισμα, να πάρουν κεφάλι και στις επικείμενες ευρωπαϊκές εκλογές. Και αυτό θα είναι υπαρξιακό για μια Ευρώπη που βρίσκεται μπροστά σε τόσες μεγάλες και πολύπλοκες αντιθέσεις.
Έχουμε λοιπόν μπροστά μας ένα φαινόμενο το οποίο πρέπει να το εξηγήσουμε. Έχουμε μια νέα Δεξιά. Τη νέα Δεξιά της Λεπέν, του Σαλβίνι, του Όρμπαν, του Κουρτς και άλλων. Μια νέα Δεξιά που έχει τα δικά της ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και πολύ υψηλές φιλοδοξίες εν όψει της 26ης Μαΐου. Και αυτή η νέα Δεξιά δίνει στίγμα μέσα στο Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα. Δεν είναι μόνο οι δυνάμεις εκείνες οι οποίες βρίσκονται στο κομμάτι της περιθωριακής ακροδεξιάς. Δίνει στίγμα στο Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, είτε μέσα από κόμματα που έχουν ηγέτες όπως περιέγραψα πιο πριν, είτε μέσα από κόμματα που διαμορφώνουν την ρητορική τους με βάση τον φόβο ότι θα χάσουν ψήφους από την άνοδο των περιθωριακών και ακραίων δεξιών πολιτικών κομμάτων στις χώρες τους. Και πιστεύω ακράδαντα ότι αυτό συμβαίνει με απόλυτα καθαρό και φανερό τρόπο στην Ελλάδα. Η ΝΔ του Κ. Μητσοτάκη αλλά και του αντιπροέδρου Γεωργιάδη, του κ. Βορίδη και του κ. Σαμαρά που είναι ο ιδεολογικός ινστρούχτορας αυτής της μετατόπισης, είναι ένα διαφορετικό κόμμα από αυτό το οποίο είχαμε γνωρίσει όλο αυτά τα προηγούμενα χρόνια και με το οποίο αντιπαρατεθήκαμε σφοδρά με ιδεολογικό και πολιτικό τρόπο. Και αυτό είναι αποτέλεσμα των εξελίξεων που παρακολουθούμε στο ευρωπαϊκό πεδίο. Δεν είναι άσχετες αυτές οι εξελίξεις μεταξύ τους.
Αυτή η Νέα Δεξιά, λοιπόν, με μια στροφή στην εθνική περιχαράκωση και στην εθνικιστική ρητορική, αναλαμβάνει κυβερνητικές ευθύνες και στοχεύει στην καθιέρωσή της ως πολιτικού ρυθμιστή στο νέο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Ειδικά σε μια ευρωπαϊκή προεκλογική περίοδο που μοιραία χαρακτηρίζεται από αντιφάσεις και πολυπλοκότητα, από ένα κορυφαίο αποσυνθετικό φαινόμενο, το επικείμενο Brexit, αλλά και την ανικανότητα της Ε.Ε. να προχωρήσει σε ριζικές αλλαγές των πολιτικών της για τον τερματισμό της στρατηγικής της λιτότητας, που αποτελεί βασική αιτία, κατά την γνώμη μου, για την εξάπλωση και την άνοδο αυτών των δυνάμεων, αλλά, βεβαίως, και για την τόνωση της κοινωνικής συνοχής, τη μείωση των κοινωνικών ανισοτήτων, τη συλλογική διαχείριση των μεταναστευτικών ρευμάτων μέσα στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών αξιών.
Σ’ αυτό λοιπόν το πολιτικό περιβάλλον για άλλη μια φορά αναμένεται να αναδειχθεί βεβαίως κυρίαρχη δύναμη το ΕΛΚ αλλά με απώλειες, τις οποίες δεν αναμένεται να κερδίσει ούτε η ευρωπαϊκή Σοσιαλδημοκρατία, ούτε η ευρωπαϊκή Αριστερά, αλλά η ακροδεξιά. Κι εδώ, αν θέλετε, έγκειται το μεγάλο στοίχημα για τις προοδευτικές και φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις. Κι αναφέρομαι ιδιαίτερα στην ευρωπαϊκή Αριστερά, που είναι η πολιτική μας οικογένεια, τους ευρωπαίους Πράσινους που ίσως είναι η μόνη ευρωπαϊκή οικογένεια του προοδευτικού χώρου που εξαιτίας, κατά τη γνώμη μου, της ξεκάθαρης θέσης τους πάνω στο κρίσιμο θέμα του μεταναστευτικού δεν χάνουν δυνάμεις, αλλά φαίνεται να κερδίζουν, και βεβαίως των ευρωπαίων Σοσιαλιστών οι οποίοι είχαν μια τεράστια φθορά όλα τα προηγούμενα χρόνια, κατά τη δική μου εκτίμηση εξ αιτίας του φαινομένου που ονομάστηκε και στην ευρωπαϊκή αργκό «πασοκοποίηση», δηλαδή του φαινομένου της μετάλλαξης των κομμάτων τους προς νεοφιλελεύθερες θέσεις και συντηρητικές απόψεις.
Εμείς, και κυρίως ο Δημήτρης ο Παπαδημούλης και η Ομάδα μας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, έχοντας δει εδώ και αρκετό καιρό αυτές τις τάσεις, διότι ήταν ευδιάκριτες, όχι στη μορφή που είναι σήμερα, αλλά ήταν ευδιάκριτες, δουλέψαμε πάνω στη στρατηγική στόχευση να αναζητήσουμε τη συμπόρευση και τη συμμαχία αυτών των δυνάμεων απέναντι στην ανησυχητική, στην απειλητική άνοδο της ακροδεξιάς αλλά και απέναντι στην κυριαρχία νεοφιλελεύθερων πολιτικών που ευνοεί, που τρέφει αυτή την άνοδο. Και δουλέψαμε πάνω στην ιδέα να προχωρήσουμε από κοινού ως ο πόλος εκείνος που θα αναχαιτίσει την επικράτηση του νεοφιλελευθερισμού αλλά και την άνοδο της ακροδεξιάς. Να συγκροτήσουμε δηλαδή το πολιτικό εκείνο μέτωπο που θα διεκδικήσει να έχει έναν ουσιαστικό και ρυθμιστικό ρόλο στο νέο Ευρωκοινοβούλιο.
Θα μου πείτε, στην πολιτική δεν μπορείς να κάνεις αθροίσεις περίεργες ή παράξενες. Αλλά έχει μια σημασία για να δει κανείς μέχρι πού μπορεί να φτάσει το όραμά σου και το σχέδιό σου. Το άθροισμα των σημερινών δυνάμεων της ευρωπαϊκής Σοσιαλδημοκρατίας, της ευρωπαϊκής Αριστεράς και των Πρασίνων είναι ένα άθροισμα που δυνάμει είναι η πρώτη και ηγεμονική ευρωομάδα μέσα στο Ε.Κ. ή θα μπορούσε να είναι. Προφανώς και δεν πιστεύω, επαναλαμβάνω, ότι μπορεί κανείς να κάνει τέτοια αθροίσματα. Όμως, οφείλουμε να αναλογιστούμε τους κινδύνους από τον κατακερματισμό, την πολυδιάσπαση και την αδυναμία προτεραιοποίησης των μετώπων που έχουμε να αντιμετωπίσουμε μπροστά μας. Ισχυρίζομαι ότι οι διαφορές μας είναι υπαρκτές, αλλά ισχυρίζομαι ότι ο κίνδυνος, αν δεν συμπορευτούμε και αν δεν συνεργαστούμε για να αναχαιτίσουμε την ακροδεξιά και την ηγεμονία του νεοφιλελευθερισμού, θα είναι πολύ μεγαλύτερος για όλους και για τον καθένα ξεχωριστά.
Πιστεύω λοιπόν ότι ο Δημήτρης ο Παπαδημούλης και η ευρωκοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ με την Προοδευτική Συμμαχία στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αλλά και τα δύο ευρωπαϊκά φόρα προοδευτικών δυνάμεων στη Μασσαλία και το Μπιλμπάο που στήριξαν, είχαν μια ουσιαστική συμβολή και έκαναν κάποια πρώτα βήματα σ’ αυτή την κατεύθυνση. Και, βεβαίως, πιστεύω ότι αυτές οι πρωτοβουλίες είχαν ως αποτέλεσμα ταυτόχρονα οι ελληνικές θέσεις, οι προσπάθειες της ελληνικής κυβέρνησης, αλλά και οι ελληνικές θέσεις για κρίσιμα ζητήματα, είτε αφορούσαν και αφορούν την οικονομική κρίση, είτε την μεταναστευτική κρίση, βοηθήθηκαν εξαιρετικά απ’ αυτή την προσπάθεια, γιατί έγιναν κτήμα μιας δυνάμει πλειοψηφικής συμπαράταξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Τα πέντε λοιπόν τελευταία χρόνια δείξαμε εξαιρετικά δείγματα γραφής μέσα στο Ευρωκοινοβούλιο, και πιστεύω ότι έχει έρθει η ώρα αυτή η προοδευτική συμμαχία που αναζητεί, διεκδικεί και παλεύει τα τελευταία χρόνια ο Δημήτρης και οι άλλοι ευρωβουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ στο Ε.Κ., να επιχειρήσει να την εκφράσει εν όψει των ευρωεκλογών στην Ελλάδα το ψηφοδέλτιο του ΣΥΡΙΖΑ και των συμμάχων του στις επικείμενες ευρωπαϊκές εκλογές.
Η συμφωνία των Πρεσπών έχει ούτως ή άλλως διαδραματίσει –το βλέπουμε όλοι- ρόλο καταλυτικό στα πολιτικά πράγματα της χώρας. Ο ΣΥΡΙΖΑ λοιπόν πιστεύω ότι πρέπει να αναζητήσει, και θα αναζητήσει, και εν όψει των ευρωπαϊκών εκλογών, τη δυνατότητα διαμόρφωσης μιας πλατιάς προοδευτικής συμμαχίας με δυνάμεις και πρόσωπα που αντιλαμβάνονται την ανάγκη, για τους λόγους που ανέλυσα πρωτύτερα, μιας ευρύτερης συμπόρευσης. Με ξεκάθαρο μέτωπο στον εθνικισμό και την ακροδεξιά. Με ξεκάθαρο μέτωπο στο νεοφιλελευθερισμό και τις πολιτικές που τρέφουν τον ακροδεξιό και αντιευρωπαϊκό λαϊκισμό. Αλλά και με ξεκάθαρη θέση υπέρ της Ευρώπης, αλλά υπέρ της Ευρώπης της δημοκρατίας, της Ευρώπης της κοινωνικής συνοχής, της Ευρώπης των πολιτικών και κοινωνικών δικαιωμάτων.
Κι επειδή το τελευταίο που θα θέλαμε να ζήσουμε ως αριστεροί, προοδευτικοί είναι να αισθανόμαστε δικαιωμένοι για όσα πετύχαμε στην Ελλάδα, αλλά το βράδυ της 26ης Μαΐου, μετά τις ευρωπαϊκές εκλογές να βρισκόμαστε σε συσχετισμούς και σε ένα Ευρωκοινοβούλιο, που όχι μόνο δεν θα είναι ικανό να αντιστρέψει την αποσάθρωση του ευρωπαϊκού οικοδομήματος, αλλά που, αντιθέτως, η νέα πολιτική σύνθεσή του θα είναι αυτή που θα εντείνει αυτή την αποσάθρωση, γι’ αυτό το λόγο πιστεύω ότι έχουμε έναν ακόμα σημαντικό λόγο να δουλέψουμε με πείσμα το επόμενο διάστημα, ώστε ο ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα με τους συμμάχους του, αλλά και οι προοδευτικές φιλοευρωπαϊκές και αντινεοφιλελεύθερες δυνάμεις στην Ευρώπη, να βγουν ισχυρές και ενισχυμένες στην επόμενη ευρωπαϊκή μάχη των ευρωπαϊκών εκλογών στις 26 του Μάη. Για να είναι την επόμενη μέρα ο βασικός πολιτικός πυλώνας, η μαγιά εκείνη όλες αυτές οι δυνάμεις της ενωτικής ανασύνθεσης των προοδευτικών δυνάμεων μέσα στο Ε.Κ. που θέλουν και μπορούν να πορευτούν μαζί για μια ριζική αλλαγή πορείας για την Ευρώπη.
Με αυτές λοιπόν τις σκέψεις, θέλω να ευχαριστήσω τον Δημήτρη που μου έδωσε την ευκαιρία να βρεθώ σήμερα εδώ μαζί σας, αλλά, κυρίως, να τον συγχαρώ για την εξαιρετική πολιτική δουλειά που έκανε όλα αυτά τα χρόνια.
28/01/2019
ΤΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ