Χαιρετισμός του Προέδρου
της Νέας Δημοκρατίας, κ. Κυριάκου Μητσοτάκη, στην εκδήλωση της
Γραμματείας Στρατηγικού Σχεδιασμού & Επικοινωνίας του κόμματος, με
θέμα: «Τεχνητή νοημοσύνη στη διακυβέρνηση»
«Κυρίες και κύριοι, καταρχάς θέλω να σας ευχαριστήσω για την παρουσία σας σήμερα εδώ, στην εξαιρετικά ενδιαφέρουσα εκδήλωση, την οποία έχει διοργανώσει η Γραμματεία Στρατηγικού Σχεδιασμού και Επικοινωνίας, με πρωτοβουλία του καλού μου φίλου, του Χρήστου Ταραντίλη. Ξέρω ότι είναι μια δύσκολη ημέρα για τις μετακινήσεις σήμερα στην Αθήνα, οπότε σας ευχαριστώ πάρα πολύ που κάνατε τον κόπο να έρθετε και να ακούσετε τα πολύ ενδιαφέροντα τα οποία θα σας πουν οι εξαιρετικοί ομιλητές τους οποίους έχουμε καλέσει στο πάνελ μας.
Σήμερα είναι μια ξεχωριστή μέρα για εμένα προσωπικά. Πριν από τρία ακριβώς χρόνια εκλέχθηκα, μέσα από μια ανοιχτή δημοκρατική διαδικασία, Πρόεδρος της μεγάλης μας Παράταξης, της Νέας Δημοκρατίας. Δεν θα σας πω πολλά πράγματα για το τι έγιναν αυτά τα τελευταία τρία χρόνια, θα σας πω μόνο ότι σήμερα η Νέα Δημοκρατία είναι ανανεωμένη, ενωμένη, έτοιμη και δυνατή, για να αλλάξει την Ελλάδα. Και αυτή η πρόκληση την οποία καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε, αντανακλάται στη δυνατότητά μας να μπορέσουμε να μιλήσουμε για τις μεγάλες προκλήσεις του μέλλοντος. Διότι στο δημόσιο διάλογο έχουμε δύο επιλογές. Είτε να ανακυκλώνουμε τα προβλήματα του παρελθόντος, να βουλιάζουμε στην εσωστρέφεια, να οξύνουμε τους τόνους, να προσπαθούμε να συσπειρώσουμε το πολιτικό μας ακροατήριο μέσα από επιθέσεις -οι οποίες απευθύνονται τελικά σε ένα πολύ περιορισμένο εκλογικό κοινό- ή να μιλήσουμε για τις μεγάλες ευκαιρίες, τις μεγάλες προκλήσεις που ανοίγονται μπροστά μας, ως χώρα και για το πώς θα αδράξουμε αυτές τις ευκαιρίες.
Σκέφτηκα, λοιπόν, ότι δεν υπάρχει καλύτερος τρόπος από το να γιορτάσω και εγώ προσωπικά τα τρίτα μου γενέθλια ως Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας από το να συμμετέχω σε μια εκδήλωση που μιλάει για το μέλλον. Ένα μέλλον, όμως, το οποίο είναι ήδη εδώ. Διότι η τέταρτη βιομηχανική επανάσταση, η τεχνητή νοημοσύνη, το internet of things, το machine learning, το 3D printing, η εικονική πραγματικότητα ή augmented reality δεν είναι πράγματα τα οποία αναφέρονται σε ένα μακρινό μέλλον επιστημονικής φαντασίας. Η τέταρτη βιομηχανική επανάσταση είναι ήδη εδώ και θα διαμορφώσει, με τελείως διαφορετικό τρόπο την οργάνωση της κοινωνίας και την οικονομία σε σχέση με αυτά τα οποία γνωρίζουμε μέχρι σήμερα.
Ας πάρουμε ένα παράδειγμα μόνο: τα λεγόμενα αυτοκίνητα χωρίς οδηγό, τα autonomous vehicles. Μας φαίνεται δύσκολο να το φανταστούμε, τι σημαίνει ένα αυτοκίνητο το οποίο δεν έχει οδηγό, δεν τα έχουμε δει ακόμα στην Ελλάδα. Πλην όμως, αυτή είναι μια πραγματικότητα η οποία υπάρχει ήδη, δοκιμάζεται, όχι απλά σε πειραματικό στάδιο, αλλά σε στάδιο εφαρμογής, σε πολλές χώρες του κόσμου. Και είναι περίπου βέβαιο ότι εντός μιας δεκαετίας ένας σημαντικός αριθμός των οχημάτων που θα κινούνται στους δρόμους, τουλάχιστον των δυτικών χωρών, θα είναι αυτόνομα οχήματα. Θα είναι οχήματα χωρίς οδηγό. Θυμίζω ότι η επανάσταση των αυτόνομων οχημάτων ξεκίνησε μέσα από την επιθυμία των μεγάλων εταιρειών τεχνολογίας, όχι να αντικαταστήσουν δουλειές, αλλά να μειώσουν τους θανάτους από τροχαία ατυχήματα. Σκεπτόμενοι ότι η τεχνολογία και τα αυτοκίνητα αυτά, τα οποία θα κινούνται χωρίς οδηγό, θα μπορούν να είναι τόσο εξελιγμένα και τόσο προηγμένα που θα μειώνουν τον παράγοντα του ανθρώπινου λάθους. Άρα, θα είναι πολύ πιο ασφαλή και θα μειώσουμε σημαντικά τα τροχαία ατυχήματα, τους θανάτους και τους τραυματισμούς.
Πλην όμως, προφανώς και αυτή η μεγάλη τεχνολογική επανάσταση θα έχει και άλλες πολύ σημαντικές συνέπειες. Μόνο στην Αμερική το 4% του εργατικού δυναμικού των Η.Π.Α. είναι επαγγελματίες οδηγοί. Πολλοί από αυτούς αισθάνονται ότι την επόμενη μέρα οι δουλειές τους μπορεί να απειληθούν. Με την ίδια, όμως, ταχύτητα με την οποία δουλειές μπορεί να απειλούνται, καινούργιες δουλειές μπορεί να δημιουργούνται. Και αυτή είναι η ιστορία όλων των μεγάλων τεχνολογικών επαναστάσεων μέχρι σήμερα. Πάντα αισθανόμασταν μια φοβία απέναντι στον καινούργιο κόσμο που έρχεται. Τελικά, όμως, η ίδια η ιστορία της ανθρωπότητας και του πολιτισμού είναι συνυφασμένη με την πρόοδο της τεχνολογίας, η οποία έκανε τη ζωή μας, τελικά, καλύτερη και πολύ ασφαλέστερη. Και νομίζω ότι μέσα από το ίδιο πρίσμα πρέπει να αντιμετωπίσουμε και τις προκλήσεις της τέταρτης βιομηχανικής επανάστασης, χωρίς φοβικότητα, με θάρρος, με τόλμη, αντιμετωπίζοντας, όμως, και με ευθύτητα τις μεγάλες προκλήσεις που η τέταρτη βιομηχανική επανάσταση προβάλλει ήδη ως ερωτήματα, τα οποία πρέπει να απαντηθούν σήμερα και όχι αύριο. Αναφέρω ενδεικτικά κάποιες:
- Σημαντικά, ηθικά διλήμματα: Το γνωστό ερώτημα -το οποίο είναι όμως πολύ ενδιαφέρον, από φιλοσοφικής πλευράς- πώς προγραμματίζεις τον αλγόριθμο ενός αυτοκινούμενου αυτοκινήτου εάν πρέπει να αποφασίσει σε μια συγκυρία αν θα πρέπει να χτυπήσει μια γυναίκα με το παιδί της ή να φύγει από το δρόμο και να σκοτώσει ενδεχομένως τους επιβάτες στο όχημα. Αυτό θα πρέπει να απαντηθεί με κάποιο τρόπο, και είναι ένα μόνο παράδειγμα από τα βαθιά ηθικά διλήμματα για το πώς αυτοματοποιημένα συστήματα πια θα κληθούν να πάρουν αποφάσεις, τις οποίες μέχρι σήμερα τις έπαιρναν άνθρωποι με τα δικά τους ξεχωριστά κριτήρια.
- Ζητήματα που αφορούν την προστασία των δεδομένων: Τα δεδομένα, τα data, είναι σήμερα ο μεγάλος πλούτος πάνω στον οποίο στηρίζονται όλα τα περίπλοκα συστήματα τεχνητής νοημοσύνης. Όσο περισσότερα δεδομένα έχουν στη διάθεση τους, τόσο πιο εξελιγμένα γίνονται. Άρα εμείς που οικειοθελώς προσφέρουμε τα δικά μας δεδομένα στα συστήματα αυτά θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι αυτά είναι ένας πλούτος τον οποίο κάποιες εταιρείες εκμεταλλεύονται για να δημιουργούν τις δικές τους εφαρμογές. Και θα πρέπει να γνωρίζουμε επίσης ότι αυτός ο πλούτος δεδομένων ενδεχομένως στα χέρια κάποιων καθεστώτων λιγότερο δημοκρατικών, πιο αυταρχικών, μπορούν να χρησιμοποιηθούν πραγματικά για να γίνει πράξη ο εφιάλτης του μεγάλου αδελφού τον οποίο περιέγραψε ο Τζ. Όργουελ πριν από τόσα χρόνια. Πώς δηλαδή θα μπορούμε να βαθμολογούμε τους πολίτες ανάλογα με τη συμμόρφωση τους με τις απαιτήσεις ενός καθεστώτος, ανάλογα με τη συμπεριφορά τους. Και με το ψηφιακό τους αποτύπωμα. Η ίδια η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει ήδη κάνει μια πολύ τολμηρή κίνηση με τον κανονισμό του GDPR ο οποίος θέτει συγκεκριμένους περιορισμούς στον τρόπο με τον οποίο επιτρέπεται να χρησιμοποιούμε δεδομένα. Επίσης, το τι θα κάνουμε με τις μεγάλες εταιρείες οι οποίες αποκτούν ολοένα και μεγαλύτερη ισχύ και έχουν τη δυνατότητα με αυτόν τον τρόπο να περιορίσουν τον ανταγωνισμό -καθώς είναι τόσο ισχυρές που εκ των πραγμάτων αποκτούν ηγετική θέση στις αγορές στις οποίες επιλέγουν να εισέλθουν- είναι και αυτό μία ακόμη από τις προκλήσεις τις οποίες θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε την επόμενη ημέρα.
Μπορεί, λοιπόν, να κάνουμε όσους υπολογισμούς θέλουμε για το ποιες δουλειές ενδεχομένως θα χαθούν, ποιες καινούργιες δουλειές θα δημιουργηθούν από αυτό το μεγάλο ψηφιακό μετασχηματισμό. Γνωρίζουμε όμως κάτι το οποίο δεν επιδέχεται καμίας απολύτως αμφισβήτησης και αυτό έχει να κάνει με το γεγονός ότι πρέπει να αλλάξουμε τα συστήματα εκπαίδευσης και τα συστήματα κατάρτισης και δια βίου μάθησης για να προσαρμοστούμε σε αυτή την νέα πραγματικότητα.
Διάβασα πρόσφατα ένα βιβλίο που λέγεται “ο γρίφος των 100 ετών” το οποίο συνιστώ ανεπιφύλακτα. Σημειώνεται σε αυτό το βιβλίο ότι ένα παιδί το οποίο γεννιέται σήμερα στον δυτικό κόσμο έχει πάνω από 50% πιθανότητα να περάσει τα 100 χρόνια. Σκεφτόμουν ότι τα δικά μου παιδιά, τα 2 μεγάλα παιδιά, έχουν γεννηθεί το 1997 και το 1998, αν είναι τυχερά και υγιή και έχουν πάρει τα γονίδια του παππού τους θα μπορέσουν ενδεχομένως να ζήσουν σε 3 αιώνες. Αυτό τι σημαίνει όμως; Ότι ο παραδοσιακός κύκλος των 3 φάσεων, εκπαίδευση-εργασία-σύνταξη τελειώνει. Θα ζούμε σε ένα περιβάλλον όπου θα αλλάζουμε δουλειές πιο συχνά. Που θα πρέπει μονίμως να ενισχύουμε τις δεξιότητες μας και να προσαρμοζόμαστε σε μια αγορά εργασίας η οποία θα πρέπει και αυτή να αλλάζει και να προσαρμόζεται στις απαιτήσεις των καιρών.
Γνωρίζουμε, ότι όταν εκπαιδεύουμε τα νέα παιδιά από το σχολείο, από το δημοτικό, στο γυμνάσιο, στο λύκειο, στην τεχνική εκπαίδευση, δεν θα πρέπει να τα εξοπλίζουμε τόσο με στείρα γνώση η οποία απομνημονεύεται, με τον τρόπο που, δυστυχώς, ενθαρρύνει το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα, αλλά θα πρέπει να τους μαθαίνουμε τα λεγόμενα “soft skills”: το πώς να δουλεύουν σε ομάδες, πώς να έχουν συναισθηματική νοημοσύνη, το πώς να μιλάνε σε ένα κοινό με πειστικό τρόπο. Δεξιότητες δηλαδή που πάντα θα αποτελούν το προνόμιο της ανθρώπινης φύσης και δεν θα μπορούν εύκολα ούτε στο απώτερο μέλλον να εκχωρηθούν σε μηχανές ή σε περίπλοκους αλγόριθμους. Με άλλα λόγια αυτό το οποίο χρειαζόμαστε περισσότερο από ποτέ είναι ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο, με ψηφιακά χαρακτηριστικά όμως. Δεν μπορούμε σε καμία περίπτωση να διανοηθούμε ότι αυτός ο νέος όμορφος κόσμος γεμάτος προκλήσεις, ο οποίος ανοίγεται μπροστά μας θα είναι το αποκλειστικό προνόμιο κάποιων εργαζόμενων σε εταιρείες υψηλής τεχνολογίας ή κάποιων τεχνοκρατών ή κάποιων επιστημόνων που έχουν μεγάλη εξοικείωση με αυτά τα ζητήματα. Θα πρέπει να είμαστε σίγουροι ότι η πρόσβαση σε αυτόν τον κόσμο αφορά όσο το δυνατόν περισσότερους πολίτες με όσο το δυνατόν μικρότερους αποκλεισμούς. Διότι όταν μιλάμε -και μιλάω συχνά- για τα νέα ρήγματα τα οποία ανοίγονται στην ελληνική κοινωνία, αναφέρομαι και στο ρήγμα μεταξύ αυτών που αισθάνονται ότι μπορούν να παρακολουθήσουν αυτές τις εξελίξεις, να προσαρμοστούν και να αξιοποιήσουν τις δυνατότητες αυτού του νέου κόσμου, και αυτών που αισθάνονται ότι μένουν πίσω, απομονωμένοι, αντιμετωπίζοντας αυτή τη πραγματικότητα με έναν φοβικό τρόπο. Αυτό είναι κάτι το οποίο δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να επιτρέψουμε να πραγματοποιηθεί.
Έχω πολύ φιλόδοξα σχέδια για τον τρόπο με τον οποίο η επόμενη Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας θα μπορέσει να υλοποιήσει οριζόντια μια τολμηρή ψηφιακή πολιτική η οποία θα αφορά όλες τις εκφάνσεις της δημόσιας πολιτικής. Γι’ αυτό και έχω μιλήσει για την ανάγκη να υπάρχει ένα Υπουργείο Ψηφιακής Πολιτικής παρά τω Πρωθυπουργώ, με σημαντικές αρμοδιότητες, το οποίο θα πάρει στην αρμοδιότητα του και τα βασικά εργαλεία ψηφιακής πολιτικής τα οποία σήμερα μπορεί να ανήκουν σε άλλα Υπουργεία. Έτσι ώστε πραγματικά οι πολιτικές αυτές να υλοποιούνται με οριζόντιο τρόπο. Διότι, όλες οι πολιτικές πια σήμερα στη χώρα μας πρέπει να έχουν μια ψηφιακή διάσταση. Δεν έχει, ας πούμε, ψηφιακή διάσταση ο τουρισμός, όταν παραπάνω από το 50% των κρατήσεων σήμερα γίνονται στο διαδίκτυο; Δεν θα έπρεπε να έχει ψηφιακή διάσταση ο πολιτισμός όταν μόλις το 1,6% του πολιτισμικού μας αποθέματος είναι ψηφιοποιημένο; Και, όταν ταυτόχρονα ανοίγονται τεράστιες ευκαιρίες στον κόσμο του augmented reality για να μπορέσουμε να ξαναδούμε το πολιτισμικό μας απόθεμα μέσα από μια διαφορετική ματιά, εδώ ο χώρος στον οποίο βρισκόμαστε (σ.σ. “Κέντρο Πολιτισμού Ελληνικός Κόσμος”), υπήρξε και είναι ακόμα πρωτοπόρος ακριβώς στον τρόπο με τον οποίο μπορούμε να αξιοποιήσουμε την τεχνολογία για να αναδείξουμε το πολιτιστικό μας προϊόν.
Η τεχνολογία δεν έχει ένα σημαντικό ρόλο να παίξει στον πρωτογενή μας τομέα, στην έξυπνη γεωργία, στο πως θα αυξήσουμε την παραγωγικότητα σήμερα των Ελλήνων γεωργών; Δεν έχει σημαντικό ρόλο να παίξει στην ενέργεια, την ώρα που μετακινούμαστε από κεντρικά συστήματα διανομής ενέργειας σε αποκεντρωμένα συστήματα, όπου το κάθε νοικοκυριό, η κάθε επιχείρηση μπορεί ταυτόχρονα να είναι παραγωγός, να πουλάει και να αγοράζει ενέργεια από το δίκτυο; Ή δεν έχει η τεχνολογία, παραδείγματος χάριν, ρόλο να παίξει σε όλες τις πολιτικές που έχουν να κάνουν με την υγεία; Και δεν αναφέρομαι μόνο στο πώς θα καλύψουμε τις ανάγκες των νησιών μας ή των αποκεντρωμένων περιοχών, αλλά το πώς καινούργιες εφαρμογές θα μπορούν να δίνουν πληροφορία σε πραγματικό χρόνο και να αντιμετωπίζονται προβλήματα, όπως χρόνιες νόσοι, ή θα μπορεί η ίδια η τεχνολογία να μας προειδοποιεί ενδεχομένως για ένα καρδιακό επεισόδιο ή για ένα εγκεφαλικό επεισόδιο.
Είναι πάρα πολύ ισχυρά τα εργαλεία που μπορούμε να έχουμε στη διάθεσή μας. Απαιτούν, όμως, οριζόντιες πολιτικές και απαιτούν κυρίως -και θα κλείσω με αυτό- τη διάθεση να κάνουμε όλοι μαζί ένα τολμηρό άλμα στο μέλλον. Και εδώ, επειδή είχα τη δυνατότητα να έχω πρόσβαση στο υλικό των παρουσιάσεων των ομιλητών, θα κλέψω μια φράση που δεν είναι δική μου, αλλά την είδα στην παρουσίαση της Άννας-Μισέλ Ασημακοπούλου -την οποία ευχαριστώ για την παρουσίαση της εδώ και για όσα έχει προσφέρει στον τομέα Ψηφιακής Πολιτικής και της εύχομαι καλή επιτυχία επίσης στις νέες της προκλήσεις στην Ευρωβουλή- βρήκε μια πολύ ενδιαφέρουσα φράση του Βρετανού Πρωθυπουργού, του Ντέιβιντ Λόιντ Τζορτζ -με την οποία θέλω να κλείσω τη σημερινή μου σύντομη παρέμβαση σε αυτήν την ημερίδα- γιατί πιστεύω ότι είναι ενδεικτική του τι πρέπει να κάνουμε ως χώρα και σίγουρα του τι πρέπει να κάνουμε στον τομέα της Ψηφιακής Διακυβέρνησης και ειδικά της τεχνητής νοημοσύνης. “Μη φοβάσαι το μεγάλο άλμα, δεν μπορείς να περάσεις ένα χάσμα με μικρά πηδηματάκια”. Σας ευχαριστώ πάρα πολύ».
«Κυρίες και κύριοι, καταρχάς θέλω να σας ευχαριστήσω για την παρουσία σας σήμερα εδώ, στην εξαιρετικά ενδιαφέρουσα εκδήλωση, την οποία έχει διοργανώσει η Γραμματεία Στρατηγικού Σχεδιασμού και Επικοινωνίας, με πρωτοβουλία του καλού μου φίλου, του Χρήστου Ταραντίλη. Ξέρω ότι είναι μια δύσκολη ημέρα για τις μετακινήσεις σήμερα στην Αθήνα, οπότε σας ευχαριστώ πάρα πολύ που κάνατε τον κόπο να έρθετε και να ακούσετε τα πολύ ενδιαφέροντα τα οποία θα σας πουν οι εξαιρετικοί ομιλητές τους οποίους έχουμε καλέσει στο πάνελ μας.
Σήμερα είναι μια ξεχωριστή μέρα για εμένα προσωπικά. Πριν από τρία ακριβώς χρόνια εκλέχθηκα, μέσα από μια ανοιχτή δημοκρατική διαδικασία, Πρόεδρος της μεγάλης μας Παράταξης, της Νέας Δημοκρατίας. Δεν θα σας πω πολλά πράγματα για το τι έγιναν αυτά τα τελευταία τρία χρόνια, θα σας πω μόνο ότι σήμερα η Νέα Δημοκρατία είναι ανανεωμένη, ενωμένη, έτοιμη και δυνατή, για να αλλάξει την Ελλάδα. Και αυτή η πρόκληση την οποία καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε, αντανακλάται στη δυνατότητά μας να μπορέσουμε να μιλήσουμε για τις μεγάλες προκλήσεις του μέλλοντος. Διότι στο δημόσιο διάλογο έχουμε δύο επιλογές. Είτε να ανακυκλώνουμε τα προβλήματα του παρελθόντος, να βουλιάζουμε στην εσωστρέφεια, να οξύνουμε τους τόνους, να προσπαθούμε να συσπειρώσουμε το πολιτικό μας ακροατήριο μέσα από επιθέσεις -οι οποίες απευθύνονται τελικά σε ένα πολύ περιορισμένο εκλογικό κοινό- ή να μιλήσουμε για τις μεγάλες ευκαιρίες, τις μεγάλες προκλήσεις που ανοίγονται μπροστά μας, ως χώρα και για το πώς θα αδράξουμε αυτές τις ευκαιρίες.
Σκέφτηκα, λοιπόν, ότι δεν υπάρχει καλύτερος τρόπος από το να γιορτάσω και εγώ προσωπικά τα τρίτα μου γενέθλια ως Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας από το να συμμετέχω σε μια εκδήλωση που μιλάει για το μέλλον. Ένα μέλλον, όμως, το οποίο είναι ήδη εδώ. Διότι η τέταρτη βιομηχανική επανάσταση, η τεχνητή νοημοσύνη, το internet of things, το machine learning, το 3D printing, η εικονική πραγματικότητα ή augmented reality δεν είναι πράγματα τα οποία αναφέρονται σε ένα μακρινό μέλλον επιστημονικής φαντασίας. Η τέταρτη βιομηχανική επανάσταση είναι ήδη εδώ και θα διαμορφώσει, με τελείως διαφορετικό τρόπο την οργάνωση της κοινωνίας και την οικονομία σε σχέση με αυτά τα οποία γνωρίζουμε μέχρι σήμερα.
Ας πάρουμε ένα παράδειγμα μόνο: τα λεγόμενα αυτοκίνητα χωρίς οδηγό, τα autonomous vehicles. Μας φαίνεται δύσκολο να το φανταστούμε, τι σημαίνει ένα αυτοκίνητο το οποίο δεν έχει οδηγό, δεν τα έχουμε δει ακόμα στην Ελλάδα. Πλην όμως, αυτή είναι μια πραγματικότητα η οποία υπάρχει ήδη, δοκιμάζεται, όχι απλά σε πειραματικό στάδιο, αλλά σε στάδιο εφαρμογής, σε πολλές χώρες του κόσμου. Και είναι περίπου βέβαιο ότι εντός μιας δεκαετίας ένας σημαντικός αριθμός των οχημάτων που θα κινούνται στους δρόμους, τουλάχιστον των δυτικών χωρών, θα είναι αυτόνομα οχήματα. Θα είναι οχήματα χωρίς οδηγό. Θυμίζω ότι η επανάσταση των αυτόνομων οχημάτων ξεκίνησε μέσα από την επιθυμία των μεγάλων εταιρειών τεχνολογίας, όχι να αντικαταστήσουν δουλειές, αλλά να μειώσουν τους θανάτους από τροχαία ατυχήματα. Σκεπτόμενοι ότι η τεχνολογία και τα αυτοκίνητα αυτά, τα οποία θα κινούνται χωρίς οδηγό, θα μπορούν να είναι τόσο εξελιγμένα και τόσο προηγμένα που θα μειώνουν τον παράγοντα του ανθρώπινου λάθους. Άρα, θα είναι πολύ πιο ασφαλή και θα μειώσουμε σημαντικά τα τροχαία ατυχήματα, τους θανάτους και τους τραυματισμούς.
Πλην όμως, προφανώς και αυτή η μεγάλη τεχνολογική επανάσταση θα έχει και άλλες πολύ σημαντικές συνέπειες. Μόνο στην Αμερική το 4% του εργατικού δυναμικού των Η.Π.Α. είναι επαγγελματίες οδηγοί. Πολλοί από αυτούς αισθάνονται ότι την επόμενη μέρα οι δουλειές τους μπορεί να απειληθούν. Με την ίδια, όμως, ταχύτητα με την οποία δουλειές μπορεί να απειλούνται, καινούργιες δουλειές μπορεί να δημιουργούνται. Και αυτή είναι η ιστορία όλων των μεγάλων τεχνολογικών επαναστάσεων μέχρι σήμερα. Πάντα αισθανόμασταν μια φοβία απέναντι στον καινούργιο κόσμο που έρχεται. Τελικά, όμως, η ίδια η ιστορία της ανθρωπότητας και του πολιτισμού είναι συνυφασμένη με την πρόοδο της τεχνολογίας, η οποία έκανε τη ζωή μας, τελικά, καλύτερη και πολύ ασφαλέστερη. Και νομίζω ότι μέσα από το ίδιο πρίσμα πρέπει να αντιμετωπίσουμε και τις προκλήσεις της τέταρτης βιομηχανικής επανάστασης, χωρίς φοβικότητα, με θάρρος, με τόλμη, αντιμετωπίζοντας, όμως, και με ευθύτητα τις μεγάλες προκλήσεις που η τέταρτη βιομηχανική επανάσταση προβάλλει ήδη ως ερωτήματα, τα οποία πρέπει να απαντηθούν σήμερα και όχι αύριο. Αναφέρω ενδεικτικά κάποιες:
- Σημαντικά, ηθικά διλήμματα: Το γνωστό ερώτημα -το οποίο είναι όμως πολύ ενδιαφέρον, από φιλοσοφικής πλευράς- πώς προγραμματίζεις τον αλγόριθμο ενός αυτοκινούμενου αυτοκινήτου εάν πρέπει να αποφασίσει σε μια συγκυρία αν θα πρέπει να χτυπήσει μια γυναίκα με το παιδί της ή να φύγει από το δρόμο και να σκοτώσει ενδεχομένως τους επιβάτες στο όχημα. Αυτό θα πρέπει να απαντηθεί με κάποιο τρόπο, και είναι ένα μόνο παράδειγμα από τα βαθιά ηθικά διλήμματα για το πώς αυτοματοποιημένα συστήματα πια θα κληθούν να πάρουν αποφάσεις, τις οποίες μέχρι σήμερα τις έπαιρναν άνθρωποι με τα δικά τους ξεχωριστά κριτήρια.
- Ζητήματα που αφορούν την προστασία των δεδομένων: Τα δεδομένα, τα data, είναι σήμερα ο μεγάλος πλούτος πάνω στον οποίο στηρίζονται όλα τα περίπλοκα συστήματα τεχνητής νοημοσύνης. Όσο περισσότερα δεδομένα έχουν στη διάθεση τους, τόσο πιο εξελιγμένα γίνονται. Άρα εμείς που οικειοθελώς προσφέρουμε τα δικά μας δεδομένα στα συστήματα αυτά θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι αυτά είναι ένας πλούτος τον οποίο κάποιες εταιρείες εκμεταλλεύονται για να δημιουργούν τις δικές τους εφαρμογές. Και θα πρέπει να γνωρίζουμε επίσης ότι αυτός ο πλούτος δεδομένων ενδεχομένως στα χέρια κάποιων καθεστώτων λιγότερο δημοκρατικών, πιο αυταρχικών, μπορούν να χρησιμοποιηθούν πραγματικά για να γίνει πράξη ο εφιάλτης του μεγάλου αδελφού τον οποίο περιέγραψε ο Τζ. Όργουελ πριν από τόσα χρόνια. Πώς δηλαδή θα μπορούμε να βαθμολογούμε τους πολίτες ανάλογα με τη συμμόρφωση τους με τις απαιτήσεις ενός καθεστώτος, ανάλογα με τη συμπεριφορά τους. Και με το ψηφιακό τους αποτύπωμα. Η ίδια η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει ήδη κάνει μια πολύ τολμηρή κίνηση με τον κανονισμό του GDPR ο οποίος θέτει συγκεκριμένους περιορισμούς στον τρόπο με τον οποίο επιτρέπεται να χρησιμοποιούμε δεδομένα. Επίσης, το τι θα κάνουμε με τις μεγάλες εταιρείες οι οποίες αποκτούν ολοένα και μεγαλύτερη ισχύ και έχουν τη δυνατότητα με αυτόν τον τρόπο να περιορίσουν τον ανταγωνισμό -καθώς είναι τόσο ισχυρές που εκ των πραγμάτων αποκτούν ηγετική θέση στις αγορές στις οποίες επιλέγουν να εισέλθουν- είναι και αυτό μία ακόμη από τις προκλήσεις τις οποίες θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε την επόμενη ημέρα.
Μπορεί, λοιπόν, να κάνουμε όσους υπολογισμούς θέλουμε για το ποιες δουλειές ενδεχομένως θα χαθούν, ποιες καινούργιες δουλειές θα δημιουργηθούν από αυτό το μεγάλο ψηφιακό μετασχηματισμό. Γνωρίζουμε όμως κάτι το οποίο δεν επιδέχεται καμίας απολύτως αμφισβήτησης και αυτό έχει να κάνει με το γεγονός ότι πρέπει να αλλάξουμε τα συστήματα εκπαίδευσης και τα συστήματα κατάρτισης και δια βίου μάθησης για να προσαρμοστούμε σε αυτή την νέα πραγματικότητα.
Διάβασα πρόσφατα ένα βιβλίο που λέγεται “ο γρίφος των 100 ετών” το οποίο συνιστώ ανεπιφύλακτα. Σημειώνεται σε αυτό το βιβλίο ότι ένα παιδί το οποίο γεννιέται σήμερα στον δυτικό κόσμο έχει πάνω από 50% πιθανότητα να περάσει τα 100 χρόνια. Σκεφτόμουν ότι τα δικά μου παιδιά, τα 2 μεγάλα παιδιά, έχουν γεννηθεί το 1997 και το 1998, αν είναι τυχερά και υγιή και έχουν πάρει τα γονίδια του παππού τους θα μπορέσουν ενδεχομένως να ζήσουν σε 3 αιώνες. Αυτό τι σημαίνει όμως; Ότι ο παραδοσιακός κύκλος των 3 φάσεων, εκπαίδευση-εργασία-σύνταξη τελειώνει. Θα ζούμε σε ένα περιβάλλον όπου θα αλλάζουμε δουλειές πιο συχνά. Που θα πρέπει μονίμως να ενισχύουμε τις δεξιότητες μας και να προσαρμοζόμαστε σε μια αγορά εργασίας η οποία θα πρέπει και αυτή να αλλάζει και να προσαρμόζεται στις απαιτήσεις των καιρών.
Γνωρίζουμε, ότι όταν εκπαιδεύουμε τα νέα παιδιά από το σχολείο, από το δημοτικό, στο γυμνάσιο, στο λύκειο, στην τεχνική εκπαίδευση, δεν θα πρέπει να τα εξοπλίζουμε τόσο με στείρα γνώση η οποία απομνημονεύεται, με τον τρόπο που, δυστυχώς, ενθαρρύνει το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα, αλλά θα πρέπει να τους μαθαίνουμε τα λεγόμενα “soft skills”: το πώς να δουλεύουν σε ομάδες, πώς να έχουν συναισθηματική νοημοσύνη, το πώς να μιλάνε σε ένα κοινό με πειστικό τρόπο. Δεξιότητες δηλαδή που πάντα θα αποτελούν το προνόμιο της ανθρώπινης φύσης και δεν θα μπορούν εύκολα ούτε στο απώτερο μέλλον να εκχωρηθούν σε μηχανές ή σε περίπλοκους αλγόριθμους. Με άλλα λόγια αυτό το οποίο χρειαζόμαστε περισσότερο από ποτέ είναι ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο, με ψηφιακά χαρακτηριστικά όμως. Δεν μπορούμε σε καμία περίπτωση να διανοηθούμε ότι αυτός ο νέος όμορφος κόσμος γεμάτος προκλήσεις, ο οποίος ανοίγεται μπροστά μας θα είναι το αποκλειστικό προνόμιο κάποιων εργαζόμενων σε εταιρείες υψηλής τεχνολογίας ή κάποιων τεχνοκρατών ή κάποιων επιστημόνων που έχουν μεγάλη εξοικείωση με αυτά τα ζητήματα. Θα πρέπει να είμαστε σίγουροι ότι η πρόσβαση σε αυτόν τον κόσμο αφορά όσο το δυνατόν περισσότερους πολίτες με όσο το δυνατόν μικρότερους αποκλεισμούς. Διότι όταν μιλάμε -και μιλάω συχνά- για τα νέα ρήγματα τα οποία ανοίγονται στην ελληνική κοινωνία, αναφέρομαι και στο ρήγμα μεταξύ αυτών που αισθάνονται ότι μπορούν να παρακολουθήσουν αυτές τις εξελίξεις, να προσαρμοστούν και να αξιοποιήσουν τις δυνατότητες αυτού του νέου κόσμου, και αυτών που αισθάνονται ότι μένουν πίσω, απομονωμένοι, αντιμετωπίζοντας αυτή τη πραγματικότητα με έναν φοβικό τρόπο. Αυτό είναι κάτι το οποίο δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να επιτρέψουμε να πραγματοποιηθεί.
Έχω πολύ φιλόδοξα σχέδια για τον τρόπο με τον οποίο η επόμενη Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας θα μπορέσει να υλοποιήσει οριζόντια μια τολμηρή ψηφιακή πολιτική η οποία θα αφορά όλες τις εκφάνσεις της δημόσιας πολιτικής. Γι’ αυτό και έχω μιλήσει για την ανάγκη να υπάρχει ένα Υπουργείο Ψηφιακής Πολιτικής παρά τω Πρωθυπουργώ, με σημαντικές αρμοδιότητες, το οποίο θα πάρει στην αρμοδιότητα του και τα βασικά εργαλεία ψηφιακής πολιτικής τα οποία σήμερα μπορεί να ανήκουν σε άλλα Υπουργεία. Έτσι ώστε πραγματικά οι πολιτικές αυτές να υλοποιούνται με οριζόντιο τρόπο. Διότι, όλες οι πολιτικές πια σήμερα στη χώρα μας πρέπει να έχουν μια ψηφιακή διάσταση. Δεν έχει, ας πούμε, ψηφιακή διάσταση ο τουρισμός, όταν παραπάνω από το 50% των κρατήσεων σήμερα γίνονται στο διαδίκτυο; Δεν θα έπρεπε να έχει ψηφιακή διάσταση ο πολιτισμός όταν μόλις το 1,6% του πολιτισμικού μας αποθέματος είναι ψηφιοποιημένο; Και, όταν ταυτόχρονα ανοίγονται τεράστιες ευκαιρίες στον κόσμο του augmented reality για να μπορέσουμε να ξαναδούμε το πολιτισμικό μας απόθεμα μέσα από μια διαφορετική ματιά, εδώ ο χώρος στον οποίο βρισκόμαστε (σ.σ. “Κέντρο Πολιτισμού Ελληνικός Κόσμος”), υπήρξε και είναι ακόμα πρωτοπόρος ακριβώς στον τρόπο με τον οποίο μπορούμε να αξιοποιήσουμε την τεχνολογία για να αναδείξουμε το πολιτιστικό μας προϊόν.
Η τεχνολογία δεν έχει ένα σημαντικό ρόλο να παίξει στον πρωτογενή μας τομέα, στην έξυπνη γεωργία, στο πως θα αυξήσουμε την παραγωγικότητα σήμερα των Ελλήνων γεωργών; Δεν έχει σημαντικό ρόλο να παίξει στην ενέργεια, την ώρα που μετακινούμαστε από κεντρικά συστήματα διανομής ενέργειας σε αποκεντρωμένα συστήματα, όπου το κάθε νοικοκυριό, η κάθε επιχείρηση μπορεί ταυτόχρονα να είναι παραγωγός, να πουλάει και να αγοράζει ενέργεια από το δίκτυο; Ή δεν έχει η τεχνολογία, παραδείγματος χάριν, ρόλο να παίξει σε όλες τις πολιτικές που έχουν να κάνουν με την υγεία; Και δεν αναφέρομαι μόνο στο πώς θα καλύψουμε τις ανάγκες των νησιών μας ή των αποκεντρωμένων περιοχών, αλλά το πώς καινούργιες εφαρμογές θα μπορούν να δίνουν πληροφορία σε πραγματικό χρόνο και να αντιμετωπίζονται προβλήματα, όπως χρόνιες νόσοι, ή θα μπορεί η ίδια η τεχνολογία να μας προειδοποιεί ενδεχομένως για ένα καρδιακό επεισόδιο ή για ένα εγκεφαλικό επεισόδιο.
Είναι πάρα πολύ ισχυρά τα εργαλεία που μπορούμε να έχουμε στη διάθεσή μας. Απαιτούν, όμως, οριζόντιες πολιτικές και απαιτούν κυρίως -και θα κλείσω με αυτό- τη διάθεση να κάνουμε όλοι μαζί ένα τολμηρό άλμα στο μέλλον. Και εδώ, επειδή είχα τη δυνατότητα να έχω πρόσβαση στο υλικό των παρουσιάσεων των ομιλητών, θα κλέψω μια φράση που δεν είναι δική μου, αλλά την είδα στην παρουσίαση της Άννας-Μισέλ Ασημακοπούλου -την οποία ευχαριστώ για την παρουσίαση της εδώ και για όσα έχει προσφέρει στον τομέα Ψηφιακής Πολιτικής και της εύχομαι καλή επιτυχία επίσης στις νέες της προκλήσεις στην Ευρωβουλή- βρήκε μια πολύ ενδιαφέρουσα φράση του Βρετανού Πρωθυπουργού, του Ντέιβιντ Λόιντ Τζορτζ -με την οποία θέλω να κλείσω τη σημερινή μου σύντομη παρέμβαση σε αυτήν την ημερίδα- γιατί πιστεύω ότι είναι ενδεικτική του τι πρέπει να κάνουμε ως χώρα και σίγουρα του τι πρέπει να κάνουμε στον τομέα της Ψηφιακής Διακυβέρνησης και ειδικά της τεχνητής νοημοσύνης. “Μη φοβάσαι το μεγάλο άλμα, δεν μπορείς να περάσεις ένα χάσμα με μικρά πηδηματάκια”. Σας ευχαριστώ πάρα πολύ».