Nέα εποχή για τη ΔΕΗ.
Άρθρο της Χαρά Καφαντάρη
Βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ Β Αθήνας
Πρόεδρος Διαρκούς Επιτροπής Παραγωγής και Εμπορίου
Ένα νέο τοπίο διαμορφώνεται στον τομέα της ενέργειας, τόσο στην Ελλάδα, όσο και στην Ευρώπη.
Κύριο σύνθημα της ΕΕ, που συμπυκνώνει την φιλοσοφία της στον τομέα της ενέργειας, είναι «έξυπνη και καθαρή ενέργεια για όλους».
Στο πλαίσιο αυτό και μάλιστα στις ιδιαίτερες μνημονιακές συνθήκες, που βιώνουμε, οφείλουμε ως χώρα να προσαρμοσθούμε σε τρεις βασικούς άξονες:
• Τις κλιματικές Συμφωνίες, όπως το Σύμφωνο του Παρισιού(COP 21), στο πλαίσιο των οποίων είναι και οι φιλόδοξες δεσμεύσεις της Ε.Ε. για το 2030. Αυτό σημαίνει και ανάγκη αλλαγής ενεργειακού μείγματος, εις βάρος των ορυκτών καυσίμων και υπέρ των ΑΠΕ. Βέβαια η θέση του λιγνίτη στο ενεργειακό μείγμα της χώρας είναι σημαντική για λόγους ασφάλειας εφοδιασμού και ευστάθειας του συστήματος. Παράλληλα η βιώσιμη χρήση λιγνίτη εξασφαλίζει θέσεις εργασίας και μείωση των εισαγωγών άλλων ενεργειακών πόρων (π.χ. Φ.Α.)
• Η ανάγκη απελευθέρωσης της αγοράς ενέργειας σε ευρωπαϊκό επίπεδο και
• Οι ιδιωτικοποιήσεις, με διαχωρισμό της παραγωγής από την εμπορία.
Το 2018 εφαρμόζεται το μοντέλο στόχος (target model), της αναδυόμενης ευρωπαϊκής ενεργειακής αγοράς ενέργειας και εντείνονται από πλευράς Υπουργείου οι σχετικές διαδικασίες. Μέχρι δε το τέλος του έτους θα έχει ολοκληρωθεί και θα κατατεθεί ο Εθνικός Ενεργειακός Σχεδιασμός της χώρας.
Για τη ΔΕΗ υπάρχει η πρόσφατη απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου σχετικά με τη «δεσπόζουσα» θέση της στους λιγνίτες και την ανάγκη να ανοίξει η αγορά στους ιδιώτες.
Η ΔΕΗ σήμερα στον τομέα της παραγωγής κατέχει μερίδιο κάτι πάνω από το 50%, ενώ στον τομέα της λιανικής γύρω στο 87%. Το ποσοστό αυτό της λιανικής πρέπει το 2020 να φθάσει το 50% και στην κατεύθυνση αυτή γίνεται προσπάθεια να εκπληρωθεί αυτός ο στόχος.
Αντί της πλήρους ιδιωτικοποίησης (πάγια θέση της ΝΔ ) επελέγη η διαδικασία των ΝΟΜΕ, η οποία μετά από διαπραγματεύσεις με τους θεσμούς αφορά λιγνιτική παραγωγή, αφού αποκλείσθηκε η δημοπρασία υδροηλεκτρικών.
Πάγια είναι η βούληση και η προσπάθεια της κυβέρνησης για παραμονή της ΔΕΗ υπό δημόσιο έλεγχο, κατέχοντας το δημόσιο το 51%. Αυτό πετύχαμε και με τον ΑΔΜΗΕ, αντί δηλαδή της πλήρους ιδιωτικοποίησής του, όπως νομοθέτησε η προηγούμενη κυβέρνηση ΝΔ –ΠΑΣΟΚ.
Ωστόσο στα προβλήματα που καλείται να αντιμετωπίσει η ΔΕΗ είναι και τα συσσωρευμένα χρέη προς την επιχείρηση, περί τα 2,3 δις ( από τα οποία 1,3 περίπου έχουν ήδη ρυθμιστεί), ενώ διεκδικεί και από τα ΥΚΩ(υπηρεσίες κοινής ωφέλειας) σημαντικά ποσά, τα οποία θα οριστικοποιηθούν από τη ΡΑΕ και θα αποπληρωθούν σε διάστημα πενταετίας. ¨Όσον αφορά τους καταναλωτές, γίνεται προσπάθεια κλιμακωτής τιμολόγησης των ΥΚΩ, τα οποία εφέτος επιβάρυναν ιδιαίτερα τους λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος.
Επειδή το ζήτημα αντιμετώπισης της ενεργειακής φτώχειας είναι σημαντικό και αφορά συνολικά την Ευρώπη, όχι μόνον την Ελλάδα, το κοινωνικό πρόσωπο της επιχείρησης δεν πρέπει να μας διαφεύγει. Καλό λοιπόν θα ήταν η ΔΕΗ να προχωρήσει και σε κοινωνικές περιφερειακές επιτροπές εξέτασης αιτημάτων ασθενών κοινωνικών ομάδων, που πλήττονται από την οικονομική κρίση, παρέχοντας διευκολύνσεις αποπληρωμής, ενώ οι μηνιαίοι λογαριασμοί, ίσως να προσφέρουν ακόμη μία διευκόλυνση στους καταναλωτές .Αναφορικά με τους ίδιους τους εργαζόμενους, που πολλοί και με κίνδυνο της ζωής τους(π.χ. εναερίτες, εργαζόμενοι στα ορυχεία, τεχνίτες ) εξασφαλίζουν το κοινωνικό αγαθό της ενέργειας για όλους μας, η επαναφορά ΣΣΕ και η εξασφάλιση της υγιεινής και ασφάλειας στους χώρους δουλειάς, είναι αναγκαία συνθήκη.
Κλείνοντας, στο νέο απελευθερωμένο και ανταγωνιστικό περιβάλλον στον τομέα της ενέργειας, η ΔΕΗ καλείται να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο, σαν βασικός και ισχυρός δημόσιος πυλώνας. Αυτό απαιτεί επενδύσεις και ανάληψη ριζοσπαστικών πρωτοβουλιών για εκσυγχρονισμό μονάδων με νέες αντιρρυπαντικές τεχνολογίες, αλλαγή τεχνικών καύσης, επέκταση στον τομέα των ΑΠΕ με άμεση αξιοποίηση της γεωθερμίας (οι προηγούμενες κυβερνήσεις ΝΔ ΠΑΣΟΚ καθήλωσαν το ποσοστό γύρω στο 3%) και βέβαια εισαγωγή νέων και καινοτόμων τεχνολογιών όπως π.χ. τους «έξυπνους» μετρητές.