Δήλωση Ανδρέα Λοβέρδου, Κοινοβουλευτικού Εκπροσώπου και Υπεύθυνου ΚΤΕ Εξωτερικών και Άμηνας, για την επίσκεψη του Πρωθυπουργού στην Τουρκία
Η ανταλλαγή επισήμων επισκέψεων σε επίπεδο κορυφής μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας είναι θετικές, στο βαθμό που είναι επαρκώς προετοιμασμένες. Προφανώς η επίσκεψη Ερντογάν στην Αθήνα στα τέλη του 2017 αποτελεί αντιπαράδειγμα.
Η παρούσα επίσκεψη του κ. Πρωθυπουργού στην Τουρκία ξεκίνησε αρνητικά, με την επικήρυξη των οκτώ Τούρκων αξιωματικών, αλλά και με την επίσημη ανακοίνωση εκ μέρους της Τουρκίας της ατζέντας των συνομιλιών, στα θέματα της οποίας εντάχθηκαν «τα νησιά», η «τουρκική μειονότητα» κοκ.
Ταυτοχρόνως, αυξήθηκαν και οι τουρκικές παραβιάσεις του εθνικού εναέριου χώρου. Προκαλεί έντονο προβληματισμό το περιεχόμενο της μαραθώνιας συνάντησης Τσίπρα-Ερντογάν, που πραγματοποιήθηκε κατά μόνας χωρίς την παρουσία συνεργατών.
Υπήρξαν αποφάσεις ή δεσμεύσεις; Σε ποια θέματα; Και πάντως δεν μπορεί να γίνουν αποδέκτες οι αναφορές του Τούρκου Προέδρου έξω από το πλαίσιο της συνθήκης της Λωζάνη για την Θράκη, ούτε οι ανιστόρητες διασυνδέσεις, όπως η απαράδεκτη διασύνδεση ενός διεθνούς θέματος ανθρωπίνων δικαιωμάτων (η λειτουργία της σχολής της Χάλκης), με ένα ζήτημα που αφορά την ελληνική έννομη τάξη ( ο τρόπος ανάδειξης των ελληνικών δικαστικών αρχών, στους οποίους περιλαμβάνεται και ο μουφτής). Υπήρξαν απαντήσεις ως προς αυτά από τον Έλληνα Πρωθυπουργό;
Αναρωτιόμαστε επίσης γιατί ο κ. Τσίπρας δεν σχολίασε την προκλητική ενέργεια της επικήρυξης των οκτώ Τούρκων αξιωματικών, η οποία μάλιστα έγινε την ημέρα της επίσκεψής του.
Τέλος, είναι απαράδεκτο να θεωρείται επίτευγμα η δυνατότητα τηλεφωνικής επικοινωνίας μεταξύ του Έλληνα Πρωθυπουργού και του Τούρκου Προέδρου. Οι επαφές αυτού του είδους έχουν έντονο παρελθόν επί όλων των κυβερνήσεων.
Είναι καταφανές, πως υπάρχει μεγάλη ανάγκη να πληροφορηθούν οι πολιτικές δυνάμεις του τόπου και ο ελληνικός λαός για τα όσα συζητήθηκαν ή και αποφασίστηκαν κατά την επίσκεψη του Έλληνα Πρωθυπουργού στην Τουρκία.