Εισήγηση της βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ
Β΄Θεσσαλονίκης
Ευαγγελίας Αμμανατίδου –Πασχαλίδου
στην Ημερίδα που διοργάνωσε ο ΣΥΡΙΖΑ
Πιερίας
με θέμα «Θερμαϊκός η θάλασσά μας»
στο Επιμελητήριο Πιερίας στην Κατερίνη
την Κυριακή 9 Μαρτίου 2014
Τρίτη θεματική ενότητα
v Βιώσιμη ανάπτυξη στο Θερμαϊκό
Φίλες και φίλοι,
συντρόφισσες και σύντροφοι
Θέλω καταρχήν να ευχαριστήσω
το ΣΥΡΙΖΑ Πιερίας για την πρόσκληση σε αυτή την πολύ ενδιαφέρουσα Ημερίδα με
θέμα «Θερμαϊκός η θάλασσά μας».
Είμαστε και γείτονες, μας
χωρίζει η θάλασσα μιας και είμαι από το Δήμο Θερμαϊκού και την περιοχή της
Επανομής.
Πριν περάσω στην ενότητα την
οποία θα εισηγηθώ, θέλω να πω κάποια πράγματα, συμπληρωματικά, για την ρύπανση
του Θερμαϊκού κόλπου την οποία εισηγήθηκε η Χαρά Καφαντάρη.
Να σας θυμίσω πως στο
αεροδρόμιο «Μακεδονία» έγινε προέκταση του αεροδιαδρόμου προσαπογείωσης 10-28,
με μπάζωμα στο Θερμαϊκό, η οποία σε λίγο θα ολοκληρωθεί. Τα υλικά που
χρησιμοποιούνται είναι από το Λιτόχωρο -ένα βουνό «κατέβηκε»- η πρώτη
οικολογική καταστροφή, τα οποία μεταφέρονται με φορτηγίδες, η δεύτερη δηλαδή
οικολογική καταστροφή, που όπως είπε και ένας φίλος στην προηγούμενη ενότητα ότι
και τα πλοία που μπαίνουν στο λιμάνι ή όπου κυκλοφορούν μέσα στον κόλπο,
συμβάλουν στην ρύπανση και εδώ μιλάμε για χιλιάδες δρομολόγια υλικού που
μεταφέρονται για το μπάζωμα του αεροδιαδρόμου. Τέλος η τρίτη και μεγαλύτερη
καταστροφή είναι η ίδια η προέκταση των 1.000 μέτρων επί 400 μέτρα, αναφέρθηκε
και ο Γιάννης Κρεστενίτης, μία παρέμβαση που θα συμβάλει στην περαιτέρω
υποβάθμιση στο νοτιοανατολικό άκρο του κλειστού κόλπου.
Να σας ενημερώσω πως όταν
μας παρουσιάστηκε η μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων το 2006 στην Περαία, οι
ίδιοι οι μελετητές ανέφεραν πως θα έχουμε διάβρωση των όμορων ακτών του
παραλιακού μετώπου που είναι ήδη εμφανής, και προσαμμώσεις στα μπαζωμένα μέρη.
Στην ίδια περιοχή καταλήγουν
λύματα από την κοιλάδα του Ανθεμούντα. Κομβικό σημείο είναι το γεγονός πως τα
δεξιόστροφα ρεύματα του Θερμαϊκού θα βρίσκουν ένα μεγάλο εμπόδιο το διάδρομο
10-28 και σε συνδυασμό με την υπόλοιπη κατάσταση, τους βιολογικούς κ.α., θα
δημιουργηθεί με το πέρασμα των χρόνων μία μη αναστρέψιμη κατάσταση, τα οποία
τεκμηριώνουν ειδικοί επιστήμονες, αλλά αποκαλύπτονται και από την ίδια τη
μελέτη.
Ένα ακόμη σημείο που θέλω να
θίξω είναι η εμφάνιση του Φυτοπλαγκτόν σε συγκεκριμένες χρονικές περιόδους τα
τελευταία χρόνια και έγινε συζήτηση νωρίτερα. Επειδή πριν από 4 περίπου χρόνια
είχα ασχοληθεί εκτενώς με το θέμα, όταν στο Θρακικό πέλαγος και όχι μόνο, θέλω
να τονίσω πως είχαμε οικονομική καταστροφή των παράκτιων αλιέων, διότι την
περίοδο που έπρεπε να δουλέψουν καταστράφηκαν τα δίχτυα τους και δεν
αποζημιώθηκαν. Πρέπει να γνωρίζετε πως οι αλιείς δεν εντάσσονται στον ΕΛΓΑ και
έτσι δεν παίρνουν αποζημειώσεις για φυσικές καταστροφές. Ο μόνος τρόπος για να
αποζημειωθούν είναι μέσω Ευρωπαϊκών κονδυλίων. Δυστυχώς, ενώ υπήρχε Έκθεση από
το ΙΝΑΛΕ και εδώ είναι και ο κ. Κρέη και ο κ. Καλλανιώτης που τότε συνεργαστήκαμε,
το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, δεν έκανε τις απαραίτητες
ενέργειες τότε, με αποτέλεσμα οι ψαράδες της χώρας που πλήγηκαν από το τοξικό
φυτοπλαγκτόν να μην αποζημειωθούν, με ότι αυτό συνεπάγεται για την αλιεία
μικρής κλίμακας.
Περνάω τώρα στην εισήγησή
μου «Ευρώπη, Θάλασσα και Αλιεία 2014 –
2020», με το φόβο βέβαια κάποια σημεία να έχουν ξαναειπωθεί αφού είμαι η
τελευταία ομιλήτρια (20:00) στην τρίτη θεματική ενότητα «Βιώσιμη ανάπτυξη στο Θερμαϊκό» και
η Ημερίδα ξεκίνησε από το πρωί.
Ελλάδα και θάλασσα είναι
έννοιες που ιστορικά σχεδόν ταυτίζονται. Από την αρχαιότητα οι έλληνες ήταν
άνθρωποι της θάλασσας, ναυτικοί, έμποροι και κυρίως ψαράδες. Είναι περιττό να
αναφερθούμε στην τόσο στενή αυτή, όχι μόνο οικονομική, σχέση. Είναι αυτονόητη.
Βρισκόμαστε όμως στο 2014 και αυτή η σχέση στην οικονομική της τουλάχιστον
διάσταση πρέπει να επαναπροσδιοριστεί. Η χώρα μας είναι ενταγμένη – εδώ και
πολλά χρόνια βέβαια – στην Ευρωπαϊκή Ένωση και βρίσκεται εν μέσω μιας δεινής
οικονομικής κρίσης.
Η θάλασσα δεν χωρίζει,
ενώνει. Ενώνει τους κατοίκους της Πιερίας με αυτούς της απέναντι όχθης του Θερμαϊκού,
όπως είπα και στην αρχή, ενώνει τους έλληνες με τους γείτονες τους, ενώνει τους
ευρωπαίους μεταξύ τους, ενώνει τους ευρωπαίους με τους γείτονές τους. Στη
θάλασσα τα εθνικά σύνορα χάνουν τη σημασία τους και αυτό που απομένει είναι
ένας κοινός χώρος για ανθρώπους και ψάρια.
Η ανάγκη της προστασίας των
θαλάσσιων οικοσυστημάτων σε επίπεδο πέρα από τα όρια των εθνικών κρατών και
πέρα από τα όρια της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι δεδομένη. Είναι προφανές ότι, αν
δεν υπάρχει ο απαραίτητος συντονισμός όλων των ενδιαφερόμενων μερών,
οποιεσδήποτε μεμονωμένες ενέργειες όχι μόνο δεν θα φέρουν θετικό αποτέλεσμα,
αλλά είναι πιθανό να επηρεάσουν και αρνητικά τα υπόλοιπα.
Και δέστε που σήμερα
χιλιάδες κόσμου στη Σούδα της Κρήτης δώσαν αγωνιστικό παρών, εκφράζοντας την αντίθεσή
τους στην απόρριψη χημικών από τη Συρία, σε διεθνή ύδατα. Το ανέφεραν και άλλοι
ομιλητές πριν από μένα για το έγκλημα που συντελείται στο θαλάσιο χώρο της
Μεσογείου.
Κλείνοντας την παρένθεση
συνεχίζω λέγοντας πως στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης η προσπάθεια για τη
διαμόρφωση κοινής αλιευτικής πολιτικής άρχισε στις αρχές τη δεκαετίας του ’80
και φτάνει μέχρι σήμερα. Οι βασικοί στόχοι αυτής της πολιτικής, όπως «τέθηκαν»,
ήταν να διασφαλιστεί η αειφόρος ανάπτυξη της αλιείας με τη διατήρηση των
ιχθυαποθεμάτων και τη διασφάλιση της οικονομικής βιωσιμότητας των αλιευτικών
στόλων της Ευρώπης, εξασφαλίζοντας παράλληλα και ποιοτικά τρόφιμα για τους
ευρωπαίους καταναλωτές. Σε ένα άλλο επίπεδο στόχος ήταν να ενσωματωθεί η Κοινή
Αλιευτική Πολιτική στην ευρύτερη θαλάσσια πολιτική.
Η πολιτική αυτή όμως δεν
έφερε τα επιθυμητά αποτελέσματα ούτε στο θεσμικό επίπεδο αλλά και φυσικά ούτε
επί της ουσίας στο οικολογικό, στο κοινωνικό-οικονομικό, ή στο διατροφικό.
Είναι σημαντικό να δούμε με ποιο τρόπο και για ποιους λόγους απέτυχε η
παλιότερη αλιευτική πολιτική.
“Τη θάλασσα,
τη θάλασσα ποιος θα μπορέσει να την εξαντλήσει;”, λέει ο ποιητής (Σεφέρης),
όμως, απ’ ό,τι φαίνεται, εμείς δεν τα καταφέρνουμε και πολύ άσχημα. Η
υπεραλίευση οδηγεί στην εξάντληση των ιχθυαποθεμάτων. Το 82% των αποθεμάτων στη
Μεσόγειο και το 63% στον Ατλαντικό υφίστανται υπεραλίευση (και από τη διαφορά
στα ποσοστά διαφαίνεται και η αποτυχία της μέχρι τώρα πολιτικής, η οποία σε
μεγάλο βαθμό έχει αφήσει απροστάτευτη τη Μεσόγειο, η οποία, ας μην το ξεχνάμε,
αποτελεί και τον ζωτικό μας χώρο).
Ιδιαίτερα χαρακτηριστικό και
ενδεικτικό της κατάστασης που επικρατεί είναι και το γεγονός ότι το μεγαλύτερο
ποσοστό των ψαριών που αλιεύονται απορρίπτονται πίσω στη θάλασσα – στις
περισσότερες περιπτώσεις νεκρά. Αυτό συμβαίνει γιατί πολλές φορές οι αλιείς
ξεπερνούν τις ποσοστώσεις που έχουν τεθεί ή αλιεύουν είδη για τα οποία δεν
έχουν ποσοστώσεις.
Η αποτυχία της αλιευτικής
πολιτικής δεν επέφερε πλήγματα μόνο στο θαλάσσιο οικοσύστημα, αλλά και στους
ανθρώπους που βιοπορίζονται από αυτό. Στην Ελλάδα, όπου παρατηρούμε μεικτούς
τύπους αλιείας και ποικίλα αλιευτικά μέσα, υπάρχει σημαντικό ζήτημα για τη
βιωσιμότητα της αλιευτικής δραστηριότητας. Αυτό φυσικά δεν αφήνει αλώβητους
ούτε αυτούς που ασχολούνται με την εμπορία και τη διακίνηση των αλιευμάτων,
ούτε φυσικά και όλους εμάς τους υπόλοιπους, τους καταναλωτές.
Για να αντιμετωπιστούν τα
ήδη διαγνωσμένα προβλήματα και για να επιτευχθούν οι στόχοι της στρατηγικής
«Ευρώπη 2020» έρχεται η μεταρρύθμιση της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής. Η νέα
Κοινή Αλιευτική Πολιτική λοιπόν στοχεύει – σύμφωνα τουλάχιστον με τις
διακηρύξεις της - στην καλύτερη διαχείριση των θαλασσών για την αποκατάσταση
της βιωσιμότητας των ιχθυαποθεμάτων, ώστε να εξασφαλιστεί μακροχρόνια ένας
σταθερός πόρος διατροφής για τους πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, παράλληλα,
να διασφαλιστεί η ευημερία ενός απεξαρτημένου από τις επιδοτήσεις αλιευτικού
κλάδου, να δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας και ευκαιρίες ανάπτυξης στις
παράκτιες περιοχές.
Για να επιτευχθούν αυτοί οι
στόχοι είναι απαραίτητο να εφαρμοστούν: 1)πολυετή σχέδια διαχείρισης βασισμένα
στην οικοσυστημική προσέγγιση. 2) να βελτιωθούν και να αξιοποιηθούν καλύτερα οι
επιστημονικές μας γνώσεις για τα ιχθυαποθέματα και για τον αντίκτυπο των
αλιευτικών δραστηριοτήτων σε κάθε θαλάσσια ζώνη. 3) να απαγορευτεί η απόρριψη
των ανεπιθύμητων αλιευμάτων. 4) να στηριχθεί η μικρής κλίμακας αλιεία. 5) να
αναπτυχθούν οι υδατοκαλλιέργειες, συμπληρώνοντας εγώ, πως αυτές θα αναπτυχθούν
στο βαθμό που δεν θα επιφέρουν αντίθετα από τα επιθυμητά αποτελέσματα σε άλλες
επαγγελματικές ομάδες.
Παράλληλα με τα παραπάνω η
Ευρωπαϊκή Ένωση διακηρύσει ότι : 1ον ) σκοπεύει να αναπτύξει ισχυρές
συμμαχίες και κοινές δράσεις με χώρες εκτός της Ένωσης, 2ον ) να
στηρίξει οικονομικά τη νέα πολιτική μέσω του (νέου) Ευρωπαϊκού Ταμείου Θάλασσας
και Αλιείας (ΕΤΘΑ), το οποίο θα αντικαταστήσει το υφιστάμενο σύστημα
χρηματοδότησης από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Αλιείας (ΕΤΑ). 3ον ) να δοθεί
μεγαλύτερος ρόλος στον αλιευτικό κλάδο και 4ον ) να εφαρμοστεί
σύστημα μεταβιβάσιμων αλιευτικών παραχωρήσεων για πλοία μήκους άνω των 12 μέτρων για βελτιωθεί η
κερδοφορία του αλιευτικού κλάδου.
Ένα πολύ σημαντικό στοιχείο
είναι ότι οι νομοθέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα καθορίσουν το γενικό πλαίσιο,
ενώ τα κράτη μέλη θα αποφασίσουν τα επιμέρους μέτρα εφαρμογής και θα αναπτύξουν
συνεργασίες σε περιφερειακό επίπεδο.
Στην ουσία λοιπόν το μερίδιο
που αναλογεί στις κυβερνήσεις των κρατών μελών για την εφαρμογή της Νέας Κοινής
Αλιευτικής πολιτικής είναι αρκετά μεγάλο και αποτελεί ίσως το πιο σημαντικό
πεδίο για την επιτυχία ή την αποτυχία της σχεδιαζόμενης πολιτικής.
Ας εγκύψουμε λοιπόν στην
ελληνική, τη δική μας περίπτωση. Πρώτα όμως να κάνουμε μια μικρή παρατήρηση
πάνω στις βασικές γραμμές της νέας ΚΑΛΠ, στις οποίες αναφέρθηκα παραπάνω.
Προφανώς κανείς δεν μπορεί να διαφωνήσει στους βασικούς στόχους για τη αειφορία
των αλιευτικών δραστηριοτήτων και τη βελτίωση της κερδοφορίας του αλιευτικού
κλάδου – ο στόχος μας άλλωστε δεν μπορεί να είναι άλλος από τη διατήρηση των
υφιστάμενων και τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας – αλλά πρέπει να δώσουμε την
πρέπουσα προσοχή στο σημείο το οποίο αναφέρεται στα πλοία άνω των 12 μέτρων.
Και εδώ ερχόμαστε στα «καθ’
ημάς». Η χώρα μας διαθέτει το μεγαλύτερο αλιευτικό (επαγγελματικό και
ερασιτεχνικό) στόλο στην Ευρώπη. Στη Μεσόγειο δραστηριοποιούνται 106.000 αλιείς
με 40.000 σκάφη, από τα οποία τα 16.000 είναι ελληνικά. Το 80% των σκαφών της
Μεσογείου έχει μήκος κάτω από 12μ. Είναι προφανές ότι παρά το γεγονός ότι η
μέχρι σήμερα ακολουθούμενη πολιτική έχει αποτύχει στη Μεσόγειο, η νέα ΚΑΛΠ
είναι προσανατολισμένη μάλλον προς τον Ατλαντικό.
Στη Μεσόγειο και ειδικότερα
στη χώρα μας η αλιεία είναι μικρότερης κλίμακας απ’ ό,τι στον Ατλαντικό και
ασκείται με μεθόδους αρκετά παραδοσιακές, όπως είναι γενικά η παράκτια αλιεία.
Τα μικρά σκάφη με τον μικρότερο τεχνολογικό εξοπλισμό είναι μάλλον απόντα από
το γενικό σχεδιασμό, για τις χώρες της Μεσογείου και την Ελλάδα όμως αυτό είναι
μια μεγάλη έλλειψη. Χιλιάδες αλιείς και οι οικογένειές τους βιοπορίζονται μ’
αυτόν τον τρόπο και ο περιορισμός αυτής της δραστηριότητας είναι δυνατό να
προκαλέσει σοβαρά κοινωνικά ζητήματα στις παράκτιες περιοχές, όπως η Πιερία που
μας φιλοξενεί σήμερα, καθώς θα διαταράξει όλο το πλέγμα των οικονομικών σχέσεων
που αναπτύσσεται μεταξύ παραγωγών (αλιέων), διακινητών – προμηθευτών και
καταναλωτών.
Εκτός από σημαντικό
αλιευτικό στόλο η χώρα μας διαθέτει και ίσως τη μεγαλύτερη στην Ευρωπαϊκή Ένωση
«βιομηχανία» - με εισαγωγικά – υδατοκαλλιεργειών. Οι υδατοκαλλιέργειες, στις
οποίες αναφέρθηκε η Αγνή Καλογερή και ενόψει του νομοσχεδίου και δεν θα
επανέλθω αναλυτικά, αποτελούν κομβικό σημείο για τη νέα ΚΑΛΠ, καθώς είναι ένας
τρόπος να αυξηθεί η παραγωγή και η προσφορά θαλάσσιων προϊόντων διατροφής, να
μειωθεί η εξάρτηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης από εισαγόμενα αλιεύματα και να
αναπτυχθούν οικονομικά οι παράκτιες περιοχές.
Δεν θα σχολιάσω την
οικονομική κατάσταση στην οποία βρίσκονται οι μεγαλύτερες εταιρείες του χώρου
και γιατί μπορεί να συμβαίνει αυτό, όταν πρόκειται για μία δραστηριότητα η
οποία έχει όλες τις προϋποθέσεις να είναι επιτυχημένη λαμβάνοντας βέβαια πάντα
υπόψη αυτά που τόνισα προηγουμένως. Το σημείο στο οποίο νομίζω ότι πρέπει να
εστιάσουμε την προσοχή μας είναι το θεσμικό πλαίσιο που διέπει αυτή τη
δραστηριότητα, το οποίο δυστυχώς δεν διασφαλίζει την προστασία του θαλάσσιου
περιβάλλοντος και φαίνεται πως στηρίζει κάποιες ομάδες σε βάρος άλλων.
Ένα άλλο βασικό σημείο της
νέας ΚΑΛΠ είναι η πρόθεση να αξιοποιηθεί η επιστημονική γνώση, δηλαδή όλοι
εσείς οι ειδικοί επιστήμονες που βρίσκεστε σήμερα εδώ και πολλοί άλλοι, για τη
βελτίωση των πρακτικών τόσο της αλιείας, όσο και της υδατοκαλλιέργειας. Δεν
ξεχνάμε όμως πως οι μνημονιακές πολιτικές διαλύουν αντί να στηρίξουν ένα
παραγωγικό δημόσιο τομέα, όπως πανεπιστήμια, ινστιτούτα, έρευνα κλπ.
Επειδή, όπως ήδη προανέφερα,
ο ρόλος των κυβερνήσεων των κρατών μελών είναι σημαντικός όχι μόνο για την
εφαρμογή, αλλά ουσιαστικά και για τη διαμόρφωση της νέας ΚΑΛΠ, θα αναφέρω εδώ,
ενδεικτικά μόνο, ότι για την χρηματοδότηση του Τμήματος
Παθολογίας Υδρόβιων Οργανισμών του
Ινστιτούτου Λοιμωδών και Παρασιτικών Νοσημάτων του Κέντρου Κτηνιατρικών
Ιδρυμάτων Θεσσαλονίκης του ΥΠΑΑΤ, το οποίο αποτελεί Εθνικό Εργαστήριο Αναφοράς
Ασθενειών των μαλακίων και διενεργεί τους απαραίτητους από τη νομοθεσία
εργαστηριακούς ελέγχους σε δείγματα οστρακοειδών από όλη την Ελλάδα, χρειάστηκε
να καταθέσουμε επίκαιρη ερώτηση προς τον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και
Τροφίμων. Αρνούνταν δηλαδή να χρηματοδοτήσουν το μοναδικό Εθνικό Εργαστήριο το
οποίο είναι σημαντικό στη συνέχιση και ανάπτυξης σε ολθολογικό πλαίσιο της καλλιέργειας
οστράκων και μαλάκιων.
Δυστυχώς, αλλά
τελικά, όπως φαίνεται, ούτε η ελληνίδα επίτροπος Αλιείας θέλησε να σταθεί
περισσότερο στις ιδιαιτερότητες της ελληνικής αλιείας, ούτε το Υπουργείο
Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων της μνημονιακής συγκυβέρνησης θέλει να
αναλάβει το ρόλο του για την αναδιαμόρφωση του πλαισίου και την ουσιαστική
στήριξη της αλιείας και των υδατοκαλλιεργειών. Βέβαια έχουμε καλεστεί σε
εκδήλωση στις 17 του Μάρτη στην Αθήνα από την κ. Δαμανάκη με κεντρικό μήνυμα
όπως αναφέρει στην πρόσκληση «Αφήνω το γόνο να γίνει γονιός». Καλό ακούγεται,
επικοινωνιακό, αλλά δεν βλέπουμε από τα μέχρι τώρα μέτρα και τις πολιτικές να
υπάρχει πλαίσιο σε αυτή την κατεύθυνση.
Στην κατάσταση
στην οποία βρίσκεται σήμερα η ελληνική
κοινωνία είναι αυτονόητο για τον καθένα ότι δεν υπάρχει περιθώριο να χαθεί
καμία θέση εργασίας, το εξάντλησε στην εισήγησή της η Αγνή Καλογερή στη δεύτερη
θεματική ενότητα. Είναι απαραίτητο λοιπόν για να διατηρηθούν οι υπάρχουσες, για
να δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας και να υποστηριχθεί μια νέα αλιευτική
πολιτική να προωθηθούν κάποιες παρεμβάσεις σε θεσμικό επίπεδο και να
αναμορφωθούν οι διοικητικές υπηρεσίες οι αρμόδιες για την αλιείας σε κεντρικό
και τοπικό επίπεδο.
Οι
χρηματοδοτήσεις από το ΕΤΘΑ πρέπει να κατευθυνθούν σε δράσεις που θα τονώσουν
την αλιευτική δραστηριότητα και τις υδατοκαλλιέργειες. Ο εκσυγχρονισμός του
τεχνολογικού εξοπλισμού των μικρών και μεσαίων ψαράδων θα τους επιτρέψει να
διαχειρίζονται καλύτερα τα ιχθυαποθέματα, με αποτέλεσμα την προστασία του
θαλάσσιου πλούτου και τον περιορισμό της υπεραλίευσης.
Οι παράλληλες
δραστηριότητες, όπως για παράδειγμα ο «αλιευτικός τουρισμός», - αναφέρθηκε στα
θέματα τουρισμού ο Στέφανος Σαμοϊλης- θα μπορούσαν να αποτελούν μία διέξοδο για
τις παράκτιες κοινότητες και τους αλιείς, αν ο καθορισμός του θεσμικού τους
πλαισίου δεν είχε τόσο δραματικά καθυστερήσει με ευαισθησία πάντα στο θαλάσσιο
οικοσύστημα.
Η αξιοποιήση των επιστημονικών δεδομένων για
τη βελτίωση των τεχνικών της αλιείας ή της υδατοκαλλιέργειας δεν είναι δυνατή,
αν δεν βελτιωθεί το επίπεδο της εκπαίδευσης κυρίως των νέων αλιέων. Τότε μόνο
θα είναι σε θέση να ξεπεράσουν τις πρακτικές που παραδοσιακά εφάρμοζαν, κάποιες
από τις οποίες μπορεί να ήταν ή να είναι πλέον περιβαλλοντικά επιζήμιες.
Ένας άλλος
άξονας για τη βελτίωση του συστήματος
της αλιείας είναι η βελτίωση και η δημιουργία νέων υποδομών. Λιμάνια, αλιευτικά
καταφύγια, ιχθυόσκαλες και ιχθυαγορές είναι προφανώς απαραίτητα για να
διευκολύνεται η εκφόρτωση, η εμπορία και η διακίνηση των αλιευμάτων. Θα έπρεπε
λοιπόν να συνεξεταστούν σε κάθε περίπτωση και να γίνουν οι απαραίτητες
παρεμβάσεις.
Για να
επιτύχει μία πολιτική για την αλιεία, είτε είναι ευρωπαϊκή, είτε είναι εθνική
πρέπει να λαμβάνει υπόψη όχι μόνο τα γενικά δεδομένα, αλλά κυρίως και τις
ειδικές παραμέτρους που ισχύουν σε κάθε περιοχή, αλλίως οι επιπτώσεις στο
περιβάλλον και στους ανθρώπους μπορεί να είναι μη αντιστρεπτές.
Η θάλασσα
είναι για μας τους έλληνες πηγή ζωής, είναι στο χέρι μας να μην την
«εξαντλήσουμε». Αρκεί βέβαια να έχουμε ως προτεραιότητα στο μυαλό μας το
θαλασσιο περιβάλλον και τους ανθρώπους, και όχι τους κανόνες των αγορών.
Σας ευχαριστώ
πολύ και θεωρώ πως τα αποτελέσματα και αυτής της Ημερίδας θα είναι χρήσιμο
εργαλείο για όλους και για το ΣΥΡΙΖΑ που ως κόμμα της αξιωματικής
αντιπολίτευσης στοχεύει στις εθνικές εκλογές να αναλάβει τη διακυβέρνηση της
χώρας και να ανατρέψει τις μνημονιακές πολιτικές που είναι τροχοπέδη για την
παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας.