Κυρ. Μητσοτάκης: Με τους έξυπνους μετρητές τα νοικοκυριά θα έχουν καλύτερο έλεγχο και θα εξοικονομούν χρήματα
Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης συναντήθηκε στο Μέγαρο Μαξίμου με τον πρόεδρο της ευρωπαϊκής τράπεζας επενδύσεων, Werner Hoyer. Κατά τη διάρκεια της συνάντησης συζητήθηκαν οι δυνατότητες περαιτέρω διεύρυνσης της σημαντικής, μακροχρόνιας συνεργασίας της Ελλάδας με την ΕΤΕπ, η θετική πορεία της ελληνικής οικονομίας και οι προοπτικές της, καθώς και η ανάγκη αντιμετώπισης των συνεπειών της κλιματικής κρίσης, τόσο σε επίπεδο πρόληψης όσο και σε επίπεδο προσαρμογής.
Ακολούθησε τελετή υπογραφής συμφωνίας χρηματοδότησης σχετικά με το έργο των έξυπνων μετρητών από τον αντιπρόεδρο της ΕΤΕπ Κυριάκο Κακουρή και τον διευθύνοντα σύμβουλο του ΔΕΔΔΗΕ Αναστάσιο Μάνο.
«Χαίρομαι που σας καλωσορίζω ξανά στην Αθήνα. Έχουν επιτευχθεί πολλά από την τελευταία σας επίσκεψη. Όπως γνωρίζετε, ανακτήσαμε εν τέλει την επενδυτική βαθμίδα, γεγονός που μας έχει κάνει όλους πολύ χαρούμενους. Πιστεύω ότι είναι ένα σημαντικό ορόσημο», δήλωσε ο πρωθυπουργός υποδεχόμενος τον κ. Hoyer στο Μέγαρο Μαξίμου.
«Θα ήθελα να σας ευχαριστήσω και πάλι για το εξαιρετικό επίπεδο συνεργασίας μεταξύ της Ελλάδας και της Τράπεζας. Νομίζω ότι η συμφωνία που υπογράφουμε σήμερα για τη χρηματοδότηση έξυπνων μετρητών αποτελεί μία πολύ καλή ένδειξη για το πού θέλουμε να κινηθούμε στο μέλλον όσον αφορά στις πολιτικές μας για την κλιματική αλλαγή και τη διασφάλιση ότι τα συστήματα ηλεκτροδότησης είναι όσο το δυνατόν πιο αποδοτικά. Τα νοικοκυριά θα έχουν πολύ καλύτερο έλεγχο των λογαριασμών τους και θα είναι σε θέση να εξοικονομούν χρήματα, αυτό είναι το νόημα του έξυπνου μετρητή. Θα έχουν την ιδιοκτησία της κατανάλωσης που θα κάνουν, με έναν πολύ πιο διαφανή τρόπο», είπε ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
«Είχαμε μια πολύ παραγωγική συζήτηση με τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη. Συζητήσαμε, μεταξύ άλλων, τις καταστροφικές πλημμύρες και πυρκαγιές του περασμένου καλοκαιριού. Οι τραγωδίες αυτές είναι μια ζοφερή υπενθύμιση των κινδύνων της κλιματικής αλλαγής. Ονομάζονται φυσικές καταστροφές, είναι αφύσικες καταστροφές, ακραία φαινόμενα που είναι αποτέλεσμα της αποτυχίας μας σε παγκόσμιο επίπεδο να προστατεύσουμε τον πλανήτη μας, επί μεγάλο χρονικό διάστημα», τόνισε μετά την τελετή υπογραφής ο κ. Hoyer.
«Ίσως ο πιο σημαντικός τομέας από όλους όσον αφορά στην άμβλυνση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής είναι τα ενεργειακά δίκτυα. Η αναβάθμιση των δικτύων ηλεκτρικής ενέργειας είναι απολύτως απαραίτητη για να καταστεί δυνατή η εγκατάσταση νέων και περισσότερων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, απολύτως απαραίτητη για την αύξηση της αποδοτικότητας, απολύτως αναγκαία και ζωτικής σημασίας για τη μείωση των λογαριασμών ενέργειας για τους πολίτες μας. Η σύμβαση που υπογράψαμε σήμερα με τον διαχειριστή δικτύου διανομής της Ελλάδας αναδεικνύει την εστίαση της ΕΤΕπ στον τομέα αυτό. Τα πιο έξυπνα δίκτυα αποτελούν προϋπόθεση για την απανθρακοποίηση του ενεργειακού εφοδιασμού μας», σημείωσε ο πρόεδρος της ευρωπαϊκής τράπεζας επενδύσεων.
«Συμφωνώ απόλυτα με τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, που έχει δηλώσει ότι η επένδυση στην ενεργειακή μετάβαση δεν αρκεί», ανέφερε κατά την τοποθέτησή του ο Werner Hoyer. «Πρέπει να στηρίξουμε τις επενδύσεις για την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή. Προσαρμογή σε ένα θερμότερο, πιο εχθρικό κλίμα και σε ακραία καιρικά φαινόμενα. Και είμαι στην ευχάριστη θέση να σας διαβεβαιώσω σήμερα ότι η ΕΤΕπ βρίσκεται σε προχωρημένες συνομιλίες με τις ελληνικές αρχές για την υπογραφή μιας σημαντικής συνεργασίας που θα βοηθήσει τη χώρα να αντιμετωπίσει τις επιπτώσεις αυτών των αφύσικων καταστροφών. Τα ετήσια αποτελέσματά μας από πέρυσι δείχνουν ότι η Ελλάδα είναι ο μεγαλύτερος δικαιούχος της χρηματοδότησης της ΕΤΕπ ως ποσοστό του ΑΕΠ. Αυτά που υπογράψαμε σήμερα είναι τα νεότερα παραδείγματα της σταθερής υποστήριξής μας για την ελληνική οικονομία».
Ο διευθύνων σύμβουλος του ΔΕΔΔΗΕ, Αναστάσιος Μάνος, από την πλευρά του δήλωσε: «Η ευρωπαϊκή τράπεζα επενδύσεων στηρίζει διαχρονικά τον όμιλο ΔΕΗ και φυσικά τον ΔΕΔΔΗΕ. Χαιρετίζουμε την επένδυση, σ' ένα από τα πιο εμβληματικά έργα του ΔΕΔΔΗΕ που θα μετασχηματίσει και θα εκσυγχρονίσει ταχέως την ελληνική ενεργειακή αγορά αναβαθμίζοντας το δίκτυο διανομής ηλεκτρικής ενέργειας, ανοίγοντας ουσιαστικά και το δρόμο για μια πετυχημένη ενεργειακή μετάβαση. Οι έξυπνοι μετρητές και τα έξυπνα δίκτυα, είναι απαραίτητα για την επίτευξη όλων των ενεργειακών μας στόχων. Εν όψει της κλιματικής αλλαγής, χρειαζόμαστε ένα πιο αξιόπιστο, πιο έξυπνο δίκτυο τώρα περισσότερο από ποτέ».
Εκσυγχρονισμός των υποδομών μεταφοράς ενέργειας με πράσινο και ψηφιακό πρόσημο
Το έργο αφορά στην προμήθεια και εγκατάσταση συνολικά 7,3 εκατομμυρίων έξυπνων μετρητών για την εξυπηρέτηση όλων των καταναλωτών χαμηλής τάσης. Οι νέοι μετρητές, εκ των οποίων 5,3 εκατομμύρια θα είναι μονοφασικοί και οι υπόλοιποι θα είναι τριφασικοί, θα συνδεθούν με αναβαθμισμένο κέντρο τηλεμέτρησης μεγάλης χωρητικότητας.
Είναι κομβικής σημασίας για τον ψηφιακό μετασχηματισμό του δικτύου και για την επίτευξη των εθνικών στόχων για την προστασία του περιβάλλοντος, που έχουν τεθεί στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αναμένεται να αποφέρει πολλά και ουσιαστικά οφέλη στους καταναλωτές, καθώς οι έξυπνοι μετρητές θα τους επιτρέψουν, μεταξύ άλλων, να παρακολουθούν τη χρήση ενέργειας σε πραγματικό χρόνο, να εξοικονομούν πόρους, να προγραμματίζουν καλύτερα τις δραστηριότητές τους, να συμμετέχουν σε οικονομικά επωφελή προγράμματα της αγοράς και να έχουν ακριβέστατη τιμολόγηση της κατανάλωσής τους.
Σημαντικά λειτουργικά οφέλη θα έχουν επίσης ο ΔΕΔΔΗΕ και οι συμμετέχοντες στην αγορά ενέργειας, κάτι που εμμέσως είναι στο συμφέρον του κοινωνικού συνόλου, με δεδομένο ότι οι νέες υποδομές θα διευκολύνουν τον εντοπισμό τεχνικών απωλειών και ρευματοκλοπών, ενώ παράλληλα θα δημιουργήσουν ένα πολύ απλούστερο οικοσύστημα παροχής υπηρεσιών.
Η ολοκλήρωση της επένδυσης προγραμματίζεται για το 2030, όμως ήδη από τα τέλη του τρέχοντος έτους ο ΔΕΔΔΗΕ θα είναι έχει τη δυνατότητα να τηλεμετρά περίπου το 40% της ενέργειας που καταναλώνεται, ποσοστό που εκτιμάται ότι θα ξεπεράσει το 55% έως το τέλος του 2024.
Ο συνολικός προϋπολογισμός του έργου ανέρχεται στα 1,2 δισεκατομμύρια ευρώ, εκ των οποίων τα 150 εκατομμύρια ευρώ θα καλυφθούν από πόρους της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, υποστηρίζοντας την πρώτη φάση της αντικατάστασης των παλαιών μετρητών.