Συζήτησα
με τον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας, Ν. Αναστασιάδη, για τις εξελίξεις, για
τις συνομιλίες που έχουν ήδη ξεκινήσει και ολοκληρώθηκε ο δεύτερος γύρος τους,
για την προσπάθεια εξεύρεσης μιας δίκαιης και βιώσιμης λύσης για το Κυπριακό.
Εξέφρασα
στον Πρόεδρο τη σταθερή υποστήριξή μας στην προσπάθεια της Κυπριακής Δημοκρατίας
να υπάρξει ουσιαστική πρόοδος στις συνομιλίες. Εντούτοις, δεν μπορώ να κρύψω
την ανησυχία μου για την αδιαλλαξία της τουρκοκυπριακής και της τουρκικής κυρίως
πλευράς, διότι στους δυο πρώτους γύρους των συνομιλιών δεν υπήρξαν ουσιαστικές
εξελίξεις. Δεν υπήρξε ούτε καν η καταγραφή των μέχρι σήμερα συγκλίσεων,
προκειμένου να περάσουμε σε έναν ουσιαστικό τρίτο γύρο συνομιλιών.
Θέλω
να επισημάνω για άλλη μια φορά ότι το Κυπριακό, ας μην το ξεχνάμε, είναι
πρωτίστως ζήτημα εισβολής και κατοχής εδώ και 40 χρόνια του βόρειου τμήματος
της Κύπρου. Ως εκ τούτου, η διαδικασία της λύσης βεβαίως και πρέπει να είναι
στο πλαίσιο της διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας, στη βάση των αποφάσεων του
Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών.
Η
αταλάντευτη υποστήριξη της ελληνικής πλευράς προς την Κυπριακή Δημοκρατία, για
την πρόοδο των συνομιλιών σε αυτή την κατεύθυνση, θα πρέπει να θεωρείται
δεδομένη από όλες τις πολιτικές δυνάμεις στην Ελλάδα. Πόσο δε, μάλλον σήμερα
που βρισκόμαστε σε μια περίοδο έντονης ρευστότητας και γεωπολιτικής αστάθειας
στην ευρύτερη περιοχή. Γεωπολιτική αστάθεια που παίρνει τον χαρακτήρα
γενοκτονίας στη Γάζα, γεωπολιτική αστάθεια που παίρνει το χαρακτήρα μιας
διαρκούς ανάφλεξης στην ευρύτερη περιοχή, στη Συρία, αλλά και στα βόρεια, στην
Ουκρανία.
Σε
αυτά τα δεδομένα, βασική προτεραιότητα είναι η Ελλάδα και η Κύπρος να αποτελούν
πυλώνα σταθερότητας και ασφάλειας, αλλά ταυτόχρονα και δυνάμεις που θα
επιδιώκουν σταθερά τη συνεργασία και την ειρηνική επίλυση των διαφορών.
29/7/2014
ΤΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ