Σας ευχαριστώ για την τιμή που μου κάνετε να μιλήσω σε ένα τόσο σημαντικό συνέδριο με θέμα την Ελληνικότητα της Κύπρου δια μέσου των αιώνων
.Η ευθύνη να μιλήσω για την ελληνικότητα της Κύπρου είναι μεγάλη, συνεκτιμώντας το δεδομένο ότι η ελληνικότητα του τόπου μας είναι μια αλήθεια που διατρέχει στους αιώνες, σαν ένας αδιάκοπος χρυσός ιστός, ο οποίος συνδέει το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον αυτού του πολύπαθου τόπου.
Η Κύπρος του χαλκού και της Αφροδίτης βρίσκεται στο σταυροδρόμι πολιτισμών και ιστορικών εξελίξεων. Οι κατακτήσεις ήταν πολλές στο πέρασμα των αιώνων, το ίδιο και οι προκλήσεις, εντούτοις, η ελληνική της ταυτότητα και προσδιορισμός παρέμειναν αλώβητα με οδοδείκτη τη γλώσσα, τον πολιτισμό και την εθνική συνείδηση.
Από τα μυκηναϊκά χρόνια τον 12ο αιώνα π.Χ., όταν οι πρώτοι Έλληνες άποικοι εγκαταστάθηκαν στο νησί, μέχρι και σήμερα, η ελληνική γλώσσα, η θρησκεία, τα ήθη και τα έθιμα συνέχισαν αδιάλειπτα να χαρακτηρίζουν την Κύπρο. Οι πόλεις-βασίλεια της αρχαιότητας όπως η Σαλαμίνα, οι Χύτροι, το Κίτιον και η Πάφος υπήρξαν ακμαία κέντρα ελληνικού πολιτισμού και έδωσαν στον κόσμο προσωπικότητες όπως τον Ζήνωνα τον Κιτιέα, τον θεμελιωτή της Στωικής Φιλοσοφίας.
Ακόμα και υπό ξένους κατακτητές, τους Φοίνικες, τους Πέρσες, τους Ρωμαίους, τους Φράγκους, τους Ενετούς, η ελληνικότητα της Κύπρου δεν εξαλείφθηκε. Αντίθετα, η Ορθοδοξία, τα ελληνικά γράμματα και οι παραδόσεις της διατήρησαν άσβεστη τη φλόγα της εθνικής ταυτότητας, σε πείσμα της έντονης παρουσίας της ειδωλολατρίας και της αλλοτρίωσης της γλώσσας και του πολιτισμού.
Η Κύπρος κατά την ελληνιστική περίοδο (333 π.Χ.-58 π.Χ.) και ρωμαϊκή περίοδο (58 π.Χ.-330 μ.Χ.) είχε τα βασικά χαρακτηριστικά γνωρίσματα που υπήρχαν και στον ελλαδικό χώρο. Κυριαρχούσε η ειδωλολατρία ως βασική αρχή και εξέλιξη του πολιτισμού. Τόσο τα γράμματα όσο και η φιλοσοφία, όπως η κοινωνική πολιτιστική και πνευματική ζωή του τόπου, κυριαρχούνταν από τα βασικά στοιχεία της λατρείας του Δωδεκάθεου και γενικότερα των ειδώλων. Ειδικά κατά τη ρωμαϊκή εποχή κυριαρχούσε η λατρεία του αυτοκράτορα ως απόλυτη έκφραση του ανθρώπινου εγωκεντρισμού. Αυτή η κατάσταση είχε επίδραση και στην καθημερινότητα, τόσο κοινωνικό όσο και σε ανθρωπιστικό, πολιτιστικό και πολιτισμικό επίπεδο. Κλασική περίπτωση η απαξίωση της γυναίκας ως ανθρώπινο πρόσωπο και η εξομοίωσή της με φυτά και αντικείμενα, με αποτέλεσμα να αποκλείεται από την κοινωνική ζωή, τα γράμματα και τον πολιτισμό. Παράλληλα, και η υποτίμηση του ανθρώπινου προσώπου είχε ως συνέπεια την αύξηση των δούλων, οι οποίοι υφίσταντο απόλυτη εκμετάλλευση από την άρχουσα τάξη με απάνθρωπη μεταχείριση. Αυτός ο τρόπος ζωής υπήρχε στην καθημερινότητα των Κυπρίων πολιτών.
Η έλευση του Χριστιανισμού στην Κύπρο, η οποία μάλιστα υπήρξε από τα πρώτα μέρη εκτός Παλαιστίνης διάδοσης του χριστιανισμού στον ελληνιστικό κόσμο, ως πρώτη φάση το 34 μ.Χ. από ανώνυμους Κύπριους και Κυρηναίους, σε δεύτερη φάση από την ιεραποστολική περιοδεία του Βαρνάβα και Παύλου με συνοδό τον Ιωάννη Μάρκο το 45-46 μ.Χ. και σε τρίτη φάση με την ιεραποστολική δράση του Βαρνάβα και του ανιψιού του Μάρκου τέλη του 48 μ.Χ. με αρχές του 49 μ.Χ., άλλαξε πλήρως τα δεδομένα με την κατάργηση της ειδωλολατρίας και τη λατρεία του αληθινού Θεού. Οι αξίες του Χριστιανισμού άλλαξαν τα δεδομένα του πολιτισμού και ο Ελληνισμός έδωσε το σκεύος, ώστε να προσθέσει ο Χριστιανισμός το περιεχόμενο της αγάπης, της αλήθειας, της αλληλεγγύης, της φιλανθρωπίας και εν γένει νέας εν Χριστώ ζωής. Αυτή λοιπόν η σύζευξη του Χριστιανισμού με τον Ελληνισμό έγιναν αναπόσπαστα στοιχεία του ελληνοχριστιανικού πολιτισμού μέχρι τις μέρες μας.
Η λατρεία του αληθινού Θεού έφερε εκτός από το νέο περιεχόμενο της Αγίας Γραφής και τον πολιτισμό της αγάπης προς τον συνάνθρωπο, με μια Οικουμενική προοπτική που υπερβαίνει την εθνικιστική διάκριση, αναγνωρίζει την ισοτιμία ανδρός και γυναικός, με αποτέλεσμα η γυναίκα να αναγνωριστεί ως εικόνα του αληθινού Θεού, όπως και ο άνδρας, με προοπτική την αγιότητα και τη θέωση του ανθρώπου και όχι του φύλου.
Έτσι, από το τέλος του 4ου αιώνα μ.Χ., με την επικράτηση του Χριστιανισμού σε όλη την Κύπρο και την εμφάνιση του Αρχιεπισκόπου Κωσταντίας Αγίου Επιφανίου, ως την εποχή του Αγίου Νεοφύτου του Εγκλείστου στην Πάφο το 1134-1220 μ.Χ., ο Χριστιανισμός παράγει έργα φιλανθρωπίας και πολιτισμού. Ο ελληνοχριστιανικός πολιτισμός καθιερώνεται και με το τεράστιο συγγραφικό έργο των δύο αυτών μεγάλων Πατέρων της Εκκλησίας της Κύπρου που συμβάλλουν με τον τρόπο αυτό στην άνθιση της Θεολογίας στην Κύπρο, η οποία συνεχίζεται με αξιόλογες προσπάθειες που επεκτείνονται στη σπουδή της Θεολογικής επιστήμης και προς τον ακαδημαϊκό χώρο.
Παρόλη την άνθιση της Εκκλησίας της Κύπρου, η κατάληψη της Κύπρου από τους Φράγκους 1192-1570 μ.Χ. έβαλε φρένο στην περαιτέρω εξέλιξή της.
Η περίοδος της Φραγκοκρατίας στην Κύπρο σηματοδότησε αναμφίβολα μια από τις πιο δύσκολες εποχές για τον ελληνισμό του νησιού. Η κυριαρχία των Λουζινιανών και αργότερα των Βενετών επέβαλε ένα δυτικό φεουδαρχικό καθεστώς, το οποίο έθεσε σε δοκιμασία την ελληνική γλώσσα, την Ορθοδοξία και την εθνική ταυτότητα των Κυπρίων.
Η επιβολή του δυτικού φεουδαρχικού συστήματος με τον διαμοιρασμό της γης σε Λατίνους μετέτρεψε τους Κύπριους σε δουλοπάροικους, ενώ οι ευγενείς περιθωριοποιήθηκαν ή εκδιώχθηκαν από τις θέσεις εξουσίας.
Η ορθόδοξη Εκκλησία της Κύπρου έγινε υποχείριο της Ρώμης, υποβαθμίζοντας το κύρος της και αναγκάζοντας τους ορθόδοξους επισκόπους να αναγνωρίσουν την παπική εξουσία. Η ορθόδοξη πίστη και η γλώσσα του απλού λαού, και όχι μόνο, κυνηγήθηκε έντονα, αλλά και κινδύνεψε με κόστος ανθρώπινες ζωές. Η αντίσταση ήταν έντονη με χαρακτηριστικό το παράδειγμα βασανισμού των 13 μοναχών της Μονής Κανταριωτίσσης στον Πενταδάκτυλο το 1231. Η αντίστασή τους απέναντι στον εκλατινισμό των ορθόδοξων Κυπρίων ήταν απαράμιλλη. Για την αντίστασή τους φυλακίστηκαν για 3 χρόνια. Μετά από φρικτά βασανιστήρια, τους έδεσαν πίσω από άλογα και τους έσερναν κατά μήκος της κοίτης του Πεδιαίου, με τελική κατάληξη να τους ρίξουν στη φωτιά, καθώς εξακολουθούσαν να μένουν σταθεροί στην πίστη τους, στον Ιησού Χριστό και την Ορθόδοξη εκκλησία. Με τον ίδιο τρόπο κυνηγήθηκε η ελληνική γλώσσα με έμμεσο τρόπο, καθώς η διοίκηση των Φράγκων χρησιμοποιούσε κυρίως τη λατινική ή γαλλική γλώσσα.
Παρά τις δυσκολίες, ο ελληνισμός της Κύπρου αντιστάθηκε και διατηρήθηκε με τη βοήθεια των ορθόδοξων επισκόπων, οι οποίοι εκδιωγμένοι στις αγροτικές περιοχές κατάφεραν να διατηρήσουν τη γλώσσα, τη θρησκεία, τις παραδόσεις του λαού μέσω κατήχησης και διδασκαλίας. Οι λατινικές επιρροές ήταν πολλές, παρόλα ταύτα όμως, υπήρξε έντονη συγγραφή ελληνικών χειρογράφων και λειτουργικών κειμένων, βοηθώντας με αυτόν τον τρόπο τη διατήρηση της γλώσσας και των παραδόσεων του λαού.
Στον αντίποδα, όταν οι Βενετοί ανέλαβαν το νησί το 1489, αν και το καθεστώς παρέμενε αυταρχικό, η καταπίεση της Ορθόδοξης Εκκλησίας μειώθηκε. Ο λόγος ήταν ότι οι Βενετοί αντιμετώπιζαν το νησί ως στρατηγικό προπύργιο έναντι των Οθωμανών και δεν επεδίωξαν την πλήρη αποκοπή της από τον ελληνικό της χαρακτήρα.
Αλλά και την περίοδο της διαδοχής των Φράγκων και Βενετών από τους Τούρκους και πάλι η Ορθόδοξη Εκκλησία της Κύπρου διατήρησε αρραγή την ελληνοχριστιανική της ταυτότητα, όπως και στη συνέχεια κατά την περίοδο της Αγγλοκρατίας το 1878-1960.
Το 1571 το νησί περνάει στα χέρια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, με τον ελληνισμό της Κύπρου να προσπαθεί να διατηρήσει την ελληνικότητα και την ορθόδοξη πίστη του παρά τους σκληρούς φόρους, διοικητικές δυσκολίες και κοινωνική καταπίεση.
Η κατάργηση της καθολικής εκκλησίας από το νησί και η αναγνώριση της Ορθόδοξης Εκκλησίας ως θρησκευτικής και διοικητικής αρχής των χριστιανών αναπτέρωσε το ηθικό κοινωνίας και εκκλησίας.
Μέσω του συστήματος του μιλετιού, ο Αρχιεπίσκοπος και οι επίσκοποι ήταν υπεύθυνοι για τη διαχείριση των υποθέσεων των χριστιανών απέναντι στις οθωμανικές αρχές. Αυτό βοήθησε στη διατήρηση της ελληνικής πολιτιστικής και εθνικής ταυτότητας.
Οι μονές και τα μοναστήρια, όπως η Μονή Κύκκου και η Ιερά Μονή Παναγίας του Μαχαιρά, έγιναν κέντρα μάθησης και εστίες ελληνικής εκπαίδευσης, όπου οι Κύπριοι μάθαιναν ιστορία, ελληνική γραφή και ανάγνωση.
Κατά τη διάρκεια της Οθωμανικής κυριαρχίας, η ελληνική εθνική συνείδηση όχι μόνο δεν σίγησε. Αντιθέτως, τονώθηκε με επαναστατικές τάσεις και εθνικές αφυπνίσεις με προμετωπίδα την ελληνική επανάσταση του 1821. Οι Κύπριοι, αν και μακριά από τη μητέρα πατρίδα την Ελλάδα, επηρεάστηκαν με αποτέλεσμα πολλοί Κύπριοι να πολεμήσουν στην επανάσταση, ενώ η οθωμανική εξουσία αντέδρασε σκληρά στις διάφορες ενέργειες των Κυπρίων υπέρ της επανάστασης, με σημαντικό ορόσημο τη μαζική εκτέλεση και απαγχονισμό του Αρχιεπισκόπου Κυπριανού και άλλων Ελλήνων Κυπρίων ηγετών το 1821.
Τον 19ο και 20ο αιώνα το όραμα της ένωσης με την Ελλάδα αποτέλεσε διαρκή εθνικό πόθο, εκφρασμένο μέσα από τον αγώνα του 1955-59, όπου οι Κύπριοι πάλεψαν για την ελευθερία τους με θυσίες και αίμα. Η ανεξαρτησία του 1960, αν και δεν επέφερε την ένωση, επιβεβαίωσε την ελληνικότητα του λαού της Κύπρου, κάτι που μαρτυρείται από το Σύνταγμα, τη γλώσσα, την Εκκλησία και τον πολιτισμό.
Διαχρονικά πολλοί εθνικοί πόθοι ή στόχοι ανατίθεντο, μεταξύ άλλων, για την επίτευξη τους στη Θεία Χάρη του Ενός και Τριαδικού Θεού και στην καταλυτική συνδρομή Του.
Σήμερα η Κύπρος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης συνεχίζει να αντιμετωπίζει προκλήσεις με το βόρειο τμήμα της υπό τουρκική κατοχή από το 1974. Ωστόσο, η ιστορία μας διδάσκει ότι ο ελληνικός πολιτισμός, βαθιά ριζωμένος στη συνείδηση του κυπριακού λαού, δεν λυγίζει, δεν σβήνει, αλλά αντιστέκεται και προοδεύει.
Κυρίες και κύριοι,
Με αυτά τα δεδομένα γίνεται σαφές ότι ο Χριστιανισμός στην Κύπρο αποτέλεσε τον βασικό πυλώνα για τη διατήρηση της ελληνικότητας της Κύπρου, συνδυασμένος με τον ελληνοχριστιανικό πολιτισμό που διατηρεί μέχρι τις μέρες μας την ιδιοπροσωπία και ταυτότητα του νησιού. Αυτήν έχουμε καθήκον να τη διατηρήσουμε και να την παραδώσουμε στις επόμενες γενιές, ώστε να καταξιωθούμε στην ιστορία μας και ως προς την ευθύνη μας έναντι του γένους των Ελλήνων.
Η ελληνικότητα της Κύπρου δεν είναι απλώς ένα ιστορικό γεγονός. Είναι μια ζωντανή πραγματικότητα χαραγμένη στη γλώσσα, στην παράδοση, στις αξίες και στον αγώνα του λαού που ποτέ δεν παύει να νιώθει Έλληνας. Ας μην σταματήσουμε ποτέ να τιμούμε, να υπερασπιζόμαστε και να διαφυλάσσουμε αυτή την αλήθεια. Γιατί η Κύπρος υπήρξε, είναι και θα παραμείνει ελληνική στους αιώνες που πέρασαν και έτσι θα είναι στους αιώνες που θα έρθουν. Άλλωστε, ο εθνικός μας ποιητής Βασίλης Μιχαηλίδης στο συμβολικό του ποίημα ανέφερε ότι «Η Ρωμιοσύνη εν φυλή συνότζιαιρη του κόσμου κανένας δεν εβρέθηκεν για να την ιξηλείψει».
Σας ευχαριστώ και εύχομαι καλή επιτυχία στο συνέδριο.