Η χώρα και η κοινωνία για να ανακάμψουν χρειάζονται μία γενναία διαπραγμάτευση με τους δανειστές για την Αναδιάρθρωση του Χρέους
Παρά το μέγεθος της δημοσιονομικής προσαρμογής, το δημόσιο χρέος παραμένει στα δυσθεώρητα ύψη, λειτουργώντας αποτρεπτικά για την ανάπτυξη, την παραγωγική ανασυγκρότηση και κυρίως τη διασφάλιση της κοινωνικής συνοχής.
Το 2014 το ύψος του χρέους προβλέπεται στα 325 δις € ή 177% του ΑΕΠ και για το 2015 στο 171% του ΑΕΠ. Μέχρι το 2020 πρέπει να πληρώσουμε 77,7 δις σε χρεολύσια και 49,4 δις περίπου σε τόκους. Δυστυχώς, το χρέος δεν πρόκειται να γίνει «βιώσιμο» ως το 2020 ούτε και η κατάσταση μπορεί να είναι διατηρήσιμη με εθνικές μόνο προσπάθειες. Η χώρα χρειάζεται ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα «διευκολύνσεων» (με Ευρωπαϊκή στήριξη), οι οποίες θα πρέπει να ενταχθούν σε μια συνολική λύση του προβλήματος του χρέους με μία γενναία αναδιάρθρωση: μετακύλιση ομολόγων, δραστική μείωση επιτοκίων, ανάληψη του κόστους ανακεφαλαιοποίησης των Τραπεζών και κυρίως μείωση μέρους του χρέους.
Η επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος και οι μεγάλες θυσίες των πολιτών: υπερφορολόγηση, που οδήγησε σε πλήρες αδιέξοδο, μεγάλη περικοπή δαπανών, κυρίως κοινωνικών και αναπτυξιακών, που οδήγησαν στην τεράστια ύφεση και ανεργία, πρέπει επιτέλους να αναγνωρισθούν και να <αξιοποιηθούν> σε μία αποτελεσματική διαπραγμάτευση με τους εταίρους.
Δυστυχώς όμως η Κυβέρνηση παρόλο που κατά τη συζήτηση για τον Προϋπολογισμό του 2014 είχε δεσμευθεί για την έναρξη του διαλόγου με τους δανειστές και τη διεκδίκηση της αναδιάρθρωσης του χρέους, σήμερα δέκα μήνες μετά εξακολουθεί να κινείται χωρίς συγκεκριμένο σχέδιο και δεσμεύσεις. Λείπουν οι εθνικές προτάσεις για ένα ολοκληρωμένο σχέδιο ανασυγκρότησης και ένα πρόγραμμα διεκδικήσεων, για μία συνολική λύση του προβλήματος του χρέους.
Τελευταία μάλιστα, η Κυβέρνηση έχει εγκλωβισθεί στην παρελκυστική τακτική της Τρόικας, με αποτέλεσμα να αποδέχεται νέες δεσμεύσεις και νέα προαπαιτούμενα (αλλαγές σε ασφαλιστικό και εργασιακά, με την απελευθέρωση των ομαδικών απολύσεων και την αλλαγή του νόμου για τις απεργίες κ.ά) σε ένα χωρίς τέλος και «έλεος» για τη χώρα φαύλο κύκλο απαιτήσεων των δανειστών.