Δευτέρα 22 Απριλίου 2024

Χαιρετισμός της Επικεφαλής Ανθρωπιστικών Θεμάτων Αγνοουμένων και Εγκλωβισμένων κας Άννας Αριστοτέλους στον 39ο Μαραθώνιο Αγάπης Αγνοουμένων


Αποτελεί τιμή το γεγονός ότι βρίσκομαι εδώ, για να αναφερθώ στις τελευταίες εξελίξεις για το μείζον ζήτημα των αγνοουμένων μας, που έχουμε να διαχειριστούμε. Ένα ζήτημα που αποτελεί την πιο τραγική και οδυνηρή συνέπεια της τουρκικής εισβολής του 1974

και της συνεχιζόμενης τουρκικής κατοχής στη χώρα μας, μισό αιώνα τώρα. Είναι πέρα για πέρα ανθρωπιστικό και ευαίσθητο, αλλά πάνω από όλα εθνικό μας καθήκον: Να εργαστούμε με όλες μας τις δυνάμεις για να διακριβωθεί η τύχη όλων των αγνοουμένων μας. 

Πριν αναφερθώ στις ενέργειες της Υπηρεσίας που εκπροσωπώ κατά τον τελευταίο χρόνο και τις τελευταίες εξελίξεις στο ευαίσθητο θέμα των αγνοουμένων μας θα ήθελα να συγχαρώ το «Ίδρυμα Μαραθωνίου Αγάπης Αγνοουμένων» και ειδικότερα το Παγκύπριο Ταμείο Μαραθωνίου Αγάπης Αγνοουμένων για τη διοργάνωση της παρούσας εκδήλωσης, και τη δράση του τα 39 συναπτά έτη του Μαραθωνίου Αγάπης Αγνοουμένων. Πρόκειται για ένα ίδρυμα που στηρίζει τις οικογένειες των αγνοουμένων μας, που αποτελούν κι αυτές θύματα της τουρκικής εισβολής, επενεργώντας ως βάλσαμο στις πληγές που άφησε το μαύρο καλοκαίρι του 1974. 

Η εξαφάνιση εκάστου προσώπου του οποίου αγνοείται μέχρι σήμερα η τύχη συνιστά πολλαπλές παραβιάσεις βασικών και θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων όχι μόνο για το αγνοούμενο πρόσωπο, αλλά και για τους οικείους του, διαιωνίζοντας την ταλαιπωρία, θλίψη, ψυχική οδύνη και απόλυτη δυστυχία τους, για την τύχη των αγαπημένων τους προσώπων και τη διακρίβωση της αλήθειας. Οι σοβαρές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των αγνοούμενων προσώπων και των οικογενειών τους καταγράφονται και στις αποφάσεις των υποθέσεων της Κύπρου εναντίον της Τουρκίας, του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ). 

Θέλω να επισημάνω ότι τον τελευταίο έναν χρόνο, με τη στήριξη του Προέδρου της Δημοκρατίας κ. Νίκου Χριστοδουλίδη έχουν γίνει σημαντικές τομές από το Γραφείο μας που έχουν ως επίκεντρο τον άνθρωπο και την ανθρωποκεντρική προσέγγιση. 

Βασικός μας στόχος είναι να αυξηθούν οι ροές πληροφοριών για τη διακρίβωση της αλήθειας για την τύχη των αγνοουμένων μας. Είναι γνωστά τα προσκόμματα από τον τουρκικό στρατό, τα οποία εμποδίζουν νέες εκταφές και, συνεπώς, ταυτοποιήσεις των αγνοουμένων μας, ειδικότερα σε περιοχές που όρισαν αυθαίρετα ως στρατιωτικές ζώνες. 

Μια από τις σημαντικότερες αλλαγές που προωθήσαμε είναι η ενδυνάμωση της δυνατότητας εξασφάλισης πληροφοριών. Πλέον οι επαφές και η εξασφάλιση πληροφοριών, διεξάγεται κάτω από ανθρώπινες και φιλικές συνθήκες, μακριά από το ανακριτικό αστυνομικό προφίλ. Αυτό έχει συμβάλει στη δημιουργία ενός κλίματος εμπιστοσύνης και ασφάλειας, που ωθεί τους πληροφοριοδότες ή και τα θύματα να μιλήσουν χωρίς φόβο για όσα κρατούν μέσα τους για δεκαετίες. 

Με την κατάργηση των ανακριτικών καταθέσεων ξεκλειδώνουμε την επικρατούσα σιωπή και αξιοποιούμε κάθε δυνατή πληροφορία. Πλέον, η διαδικασία λήψης αναφορών διεξάγεται από την Υπηρεσία μας κάτω από πιο φιλικές και προσιτές συνθήκες, για οποιονδήποτε κατέχει οποιαδήποτε πληροφορία για τους αγνοούμενους μας. 

Τον τελευταίο σχεδόν χρόνο είχαμε στο σύνολο 16 ταυτοποιήσεις λειψάνων, από τις οποίες οι έξι αφορούν στο Πρόγραμμα της Κυπριακής Δημοκρατίας, με τον αριθμό των αγνοουμένων μας να έχει μειωθεί από 792 σε 776. Αυτές οι έξι περιπτώσεις αφορούν σε Ελλαδίτες στρατιώτες της ΕΛΔΥΚ, τις οικογένειες των οποίων επισκέφθηκα μαζί με λειτουργό του Γραφείου μου σε διάφορες πόλεις και χωριά στην Ελλάδα. Σε προσωπικές συναντήσεις που είχαμε στα σπίτια των συγγενών τους, στο πλαίσιο της ανθρωποκεντρικής προσέγγισης του Προγράμματος Διακυβέρνησης του Προέδρου της Δημοκρατίας, ενημερώσαμε σχετικά τις οικογένειες. Οι οικογένειες εξέφρασαν την ικανοποίησή τους γιατί για πρώτη φορά εκπρόσωπος του Προέδρου της Δημοκρατίας τούς επισκέφθηκε προσωπικά. Οι τελετές επαναπατρισμού των λειψάνων των έξι ηρώων θα πραγματοποιηθούν τέλος Μαΐου 2024 και θα αποδοθούν όλες οι πρέπουσες τιμές στους ήρωές μας. 

Η προσωπική επαφή με τους οικείους των αγνοουμένων μας, ειδικότερα στις περιπτώσεις εντοπισμού λειψάνων, είναι απόρροια της νέας διαδικασίας ενημέρωσης των συγγενών τους, που έχει πλέον ανθρωπιστικό χαρακτήρα. Ως Υπηρεσία, πλέον, ακολουθούμε τη διαδικασία προσωπικής ενημέρωσης, επιδεικνύοντας τον απαιτούμενο σεβασμό στον ανθρώπινο πόνο και τη θυσία του δικού τους ανθρώπου, ώστε μέχρι την κηδεία, αλλά και μετά, η οικογένεια του πεσόντα να είναι, κατά το δυνατόν, ψυχολογικά προετοιμασμένη. 

Δώσαμε έμφαση και αναδείξαμε αθέατες πτυχές των αγνοουμένων μας όπως είναι τα αγνοούμενα παιδιά μας, το μικρότερο ήταν ηλικίας 6 μηνών και το μεγαλύτερο 18 ετών, καθώς και οι αγνοούμενες γυναίκες της τουρκικής εισβολής του 1974, που ανέρχονται συνολικά σε 118. Οι γυναίκες θύματα της εισβολής αποτελούν μια ξεχωριστή τραγική μορφή στην Ιστορία της Κύπρου και το λιγότερο που έχουμε να κάνουμε είναι να αναγνωρίσουμε την προσφορά και τη θυσία τους. Και όσες είναι εν ζωή να τις στηρίξουμε με κάθε τρόπο και μέσο, ώστε να απαλύνουμε τον πόνο και τις τραγικές θύμησες που μεταφέρουν για πενήντα χρόνια. 

Περαιτέρω, έχουμε στενή επαφή και συνεργασία με ανθρωπολόγο από το εξωτερικό, ο οποίος ανταποκρίνεται άμεσα όποτε χρειάσθηκε να τον καλέσουμε, και προσπαθούμε για την περαιτέρω ενίσχυση της ομάδας μας με πρόσθετους επιστήμονες, ανθρωπολόγο και αρχαιολόγους. 

Αναπτύξαμε συνεργασία με τα παιδιά των αγνοουμένων μας, καθώς και με την Ομάδα Πρωτοβουλίας παιδιών αγνοουμένων, με σκοπό την ψυχολογική και κάθε μορφής στήριξή τους, ειδικότερα στις περιπτώσεις που εντοπίζονται οστά των αγνοουμένων γονέων τους, σε εκταφές και ανασκαφές. Αρχίσαμε να καταρτίζουμε κατάλογο των παιδιών των αγνοουμένων, ο οποίος δεν υπήρχε μέχρι πρόσφατα, με αποτέλεσμα τα παιδιά αυτά (πλέον ενήλικες), να παραμένουν παραμελημένα χωρίς οποιαδήποτε ουσιαστική στήριξη. 

Παρέχουμε πληροφορίες στους συγγενείς των αγνοουμένων μας για τα θέματα που τους απασχολούν. Σε συναντήσεις που έχουμε με τους συγγενείς των αγνοουμένων μας, επεξηγούμε με χάρτες τις τοποθεσίες όπου έγιναν ή θα γίνουν έρευνες και ανασκαφές. Επιτράπηκε η επισκόπηση των προσωπικών φακέλων των δικών τους ανθρώπων, δίδοντας τους αντίγραφο φακέλου και επεξηγώντας τη διαδικασία ταυτοποίησης και οποιοδήποτε άλλο θέμα τους απασχολεί με σκοπό τη στήριξή τους. 

Αποφασίστηκε επίσης από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας κ. Νίκο Χριστοδουλίδη η παραχώρηση επιδόματος φροντίδας στις συζύγους αγνοουμένων, πεσόντων και γονέων αγνοουμένων και πεσόντων, κατά τον ίδιο ακριβώς τρόπο που παραχωρείται στους αιχμάλωτους και ομήρους του 1974, καλύπτοντας έτσι τα κενά που εντοπίστηκαν σε ό,τι αφορά το χρέος της Πολιτείας απέναντι στους συγγενείς των αγνοουμένων μας. Αυτό αποτελεί ένδειξη της αναγνώρισης του χρέους της Πολιτείας απέναντι στους ανθρώπους που κλήθηκαν να σηκώσουν ένα βαρύ κι ασήκωτο σταυρό τον οποίο κουβαλούν στους ώμους τους για 50 χρόνια. 

Σε αυτή την προσπάθεια Μακαριότατε, δεν μπορεί να απουσιάζει κανένας. Η Εκκλησία της Κύπρου επιτελεί σημαντικό ρόλο στήριξης και ενίσχυσης της θέλησης και πίστης των παιδιών, γονέων και συζύγων των αγνοουμένων μας. Ως Υπηρεσία είμαστε έτοιμοι να συνεργαστούμε για την περαιτέρω ενίσχυση των ενεργειών μας, ώστε να αναδείξουμε την ανθρωποκεντρική πτυχή του προβλήματος ως μια ξεχωριστή πτυχή της τουρκικής θηριωδίας του 1974. 

Κύριος στόχος όλων μας πρέπει να παραμένει η διαακρίβωση της τύχης κάθε αγνοούμενου που χάθηκε κατά την τουρκική εισβολή το 1974 και τις διακοινοτικές συγκρούσεις της περιόδου 1963-1964, δηλαδή να διαακριβωθεί η τύχη όλων, ώστε να μην παραμείνουν πρόσωπα που αγνοούνται. Είναι απαράδεκτο και απάνθρωπο οι οικείοι των αγνοουμένων μας να βασανίζονται καθημερινά εδώ και μισό αιώνα, με τον αβάσταχτο πόνο της απουσίας των αγαπημένων τους προσώπων, και κάποιοι από αυτούς να φεύγουν από τη ζωή με τον καημό της μη διακρίβωσης της τύχης, και την άγνοια για την αλήθεια της τύχης τους. 

Οι αγνοούμενοί μας αποτελούν την πλέον τραγική πτυχή της τουρκικής εισβολής. Είναι καθήκον μας και το ελάχιστο που μπορούμε να πράξουμε είναι να συνεχίσουμε να καταβάλλουμε άοκνες προσπάθειες, αφενός για την διακρίβωση της τύχης τους και αφετέρου να εργαστούμε για να κρατήσουμε άσβεστη τη μνήμη των αγνοουμένων μας. 

Σε ότι αφορά το πρώτο, όπως έχω ήδη αναφέρει, έχουν γίνει σημαντικά βήματα με μετρήσιμα αποτελέσματα. Ωστόσο, όλοι γνωρίζουμε πως απέναντι μας έχουμε μια κατοχική δύναμη, που τη χαρακτηρίζει η άκαμπτη στάση, ειδικότερα στο θέμα των αγνοουμένων μας. Ένα θέμα αμιγώς ανθρωπιστικό, δυστυχώς, αντιμετωπίζεται από την άλλη πλευρά με αδιαλλαξία. 

Όπως θα γνωρίζετε, ο ίδιος ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας έχει θέσει το θέμα, όχι μόνο στον κατοχικό ηγέτη αλλά και σε ηγέτες ξένων κρατών και κυβερνήσεων, με στόχο να ασκηθεί πίεση προς την Τουρκία, έτσι ώστε να ξεπεραστούν ή τουλάχιστον να περιοριστούν τα εμπόδια στην έρευνα και τις ανασκαφές, και να πρυτανεύσει η συνεργασία για να δοθεί πρόσβαση σε αρχεία και άλλα στοιχεία που θα μας βοηθήσουν στη διακρίβωση της τύχης των αγνοουμένων μας. 

Περαιτέρω, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Νίκος Χριστοδουλίδης αποφάσισε την αύξηση της οικονομικής συνεισφοράς προς τη ΔΕΑ, έτσι ώστε να δημιουργηθούν περισσότερες ομάδες και περισσότερα συνεργεία στον τομέα των ανασκαφών με μοναδικό στόχο να δώσει πρόσθετη ώθηση στην ΔΕΑ να γίνει πιο αποτελεσματική και να έχει την επιχειρησιακή δυνατότητα ώστε να λειτουργήσει με πιο γοργούς ρυθμούς. 

Η πρόσβαση στην αλήθεια για τη διακρίβωση της τύχης όλων των αγνοουμένων μας αποτελεί το ελάχιστο που ως Πολιτεία, Εκκλησία και Κοινωνία μπορούμε να προσφέρουμε στις οικογένειές τους, που για 50 χρόνια καρτερούν στωικά να ενημερωθούν για την τύχη των δικών τους αγαπημένων προσώπων. Ο χρόνος αποτελεί εχθρό, κι αυτό το γνωρίζουμε. Πέρασαν 50 ολόκληρα χρόνια και οφείλονται απαντήσεις σε αυτές τις οικογένειες. 

Οι στίχοι του Γιώργου Σεφέρη «Η μνήμη όπου και να την αγγίξεις πονεί» αποτυπώνουν το δράμα των συγγενών των αγνοουμένων μας, που γι’ αυτούς για μισό αιώνα ο χρόνος πάγωσε εκείνο το μαύρο καλοκαίρι του 1974. Η μνήμη αποτελεί για τους συγγενείς των αγνοουμένων μας έναν αβάσταχτο πόνο, μια βασανιστική αγωνία, μια ανοικτή πληγή, η οποία μπορεί να απαλύνει με τη διακρίβωση της τύχης του κάθε αγνοούμενού μας, όχι όμως και να κλείσει. 

Πρόκειται για έναν δύσκολο και ανηφορικό δρόμο και η διαβεβαίωση που μπορεί να δοθεί τη δεδομένη στιγμή είναι πως είμαστε αποφασισμένοι να τον ανεβούμε και να συνεχίσουμε ακατάπαυστα και με συνέπεια τις ενέργειές μας. Με πείσμα και ταπεινότητα, με πίστη και αποφασιστικότητα πρέπει να φθάσουμε στην πλήρη διακρίβωση της τύχης τους και της αναγκαίας αλήθειας.